του Γιάννη Καρανάσιου
Από την εποχή του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, η πολιτική θεωρούνταν προέκταση της ηθικής. Ο ηγέτης όφειλε να είναι ενάρετος, να κυβερνά με φρόνηση και δικαιοσύνη. Σήμερα, όμως, η εξουσία δεν απαιτεί αρετή· αρκεί να υπάρχει πειθώ, κατάλληλη στρατηγική και ένα επιδέξιο μάρκετινγκ.
Με όλα όσα διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια, η αναζήτηση – και κυρίως η παρουσία – της ηθικής στην πολιτική (και όχι μόνο) καθίσταται απόλυτη και θεμελιώδης ανάγκη.
Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ προκαλεί καθημερινά την ελληνική κοινωνία με τις πολιτικές της επιλογές, τις αμφιλεγόμενες αποφάσεις, τη διαφθορά που έχει ριζώσει παντού και τα σκάνδαλα που ξεσπούν το ένα μετά το άλλο. Προκαλεί με την αδιαφορία απέναντι στον πολίτη, την έλλειψη ανθρωπιάς και τη συστηματική απαξίωση κάθε έννοιας λογοδοσίας.
Τα στελέχη της υποτιμούν διαρκώς τη νοημοσύνη των πολιτών, εκστομίζοντας απροκάλυπτα ψέματα, ακόμη κι όταν τα ντοκουμέντα αποδεικνύουν το αντίθετο.
Κι όμως, το πιο προκλητικό δεν είναι όλα τα παραπάνω, αλλά η κυνική τους βεβαιότητα ότι εφόσον διαθέτουν την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, έχουν και το δικαίωμα να πράττουν κατά βούληση, καταστρατηγώντας κάθε έννοια δικαίου.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Άδωνις Γεωργιάδης, με την οικεία του έπαρση και χωρίς το παραμικρό ίχνος ντροπής, εξέφρασε δημοσίως αυτό το πνεύμα αλαζονείας σε τοποθέτησή του αναφορικά με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και την απόφαση να μην ελεγχθούν οι Βορίδης-Αυγενάκης: «Ποιος έχει στο Σύνταγμα την αρμοδιότητα να κρίνει αν πρέπει να ελεγχθούν; Η Βουλή. Τι λέι η Βουλή; Η πλειοψηφία της. Ποιος είναι η πλειοψηφία της; Η ΝΔ. Τι αποφάσισε η ΝΔ; Ότι δεν θέλει να ελεγχθούν. Τελεία». Τόσο απλά!
Μια διατύπωση που συμπυκνώνει, όσο τίποτα άλλο, την παρακμή της πολιτικής στη σύγχρονη Ελλάδα.
Πολλοί εξ ημών αγωνιζόμαστε για μια πιο δίκαιη κοινωνία, για ένα κράτος που δεν θα στιγματίζεται από τον νεποτισμό, την ευνοιοκρατία και τη ρουσφετολογία. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ονειρευόμαστε και προσδοκούμε τον σοσιαλισμό στη χώρα μας, όχι ως σύνθημα, αλλά ως προοπτική αξιοπρέπειας και ισότητας.
Ας αναλογιστούμε, όμως, ακόμη και μέσα στο σημερινό πολιτικοοικονομικό σύστημα, να υπήρχε λίγη ηθική, λίγη εντιμότητα από τους κατέχοντες την εξουσία· πόσο διαφορετική, πόσο πιο ανθρώπινη, πόσο πιο φωτεινή θα φάνταζε η καθημερινότητά μας.
Φανταστείτε για παράδειγμα, στην περίπτωση του ΟΠΕΚΕΠΕ, να μην υπήρχε διαπλοκή και διαφθορά σε κανένα επίπεδο της πυραμίδας – από τους πολιτικούς προϊσταμένους έως τους αγροτοκτηνοτρόφους – και τα χρήματα να μην μοιράζονταν μεταξύ ημετέρων, αλλά να κατέληγαν στους πραγματικούς δικαιούχους.
Ή στην υπόθεση των Τεμπών, να μην υπήρχε το μπάζωμα και η συγκάλυψη από τις πρώτες κιόλας ώρες, να μην περιπαίζονταν οι γονείς/συγγενείς των θυμάτων από την κυβέρνηση και τους υπουργούς της, αλλά να επικρατούσε απόλυτη διαφάνεια· η Δικαιοσύνη να έκανε απερίσπαστη το έργο της, όλα τα στοιχεία να έρχονταν στο φως και όλοι ανεξαιρέτως οι ένοχοι να υφίστανται τις ποινές που πραγματικά τους αναλογούν.
Οι πολιτικοί όμως στη χώρα μας προέρχονται από τα ίδια τα σπλάχνα της κοινωνίας και αποτελούν την πιο πιστή αντανάκλασή της. Οι πολίτες δεν είναι άμοιροι ευθυνών ούτε τα αθώα θύματα που συχνά παρουσιάζονται ή αυτοπαρουσιάζονται· είναι εκείνοι που με την ψήφο τους, διαμορφώνουν την εκάστοτε πολιτική πραγματικότητα, «χρωματίζουν» τον εκλογικό χάρτη της χώρας και δίνουν τη νομιμοποίηση σε κυβερνήσεις όπως η σημερινή, να εφαρμόζουν την καθεστωτική, αλαζονική και ανήθικη πολιτική τους.
Αναφορικά με τους πολίτες αυτής της χώρας, τίθενται δύο ερωτήματα-διαπιστώσεις, στα οποία καθείς μπορεί να απαντήσει με τον δικό του τρόπο και να εξαγάγει τα δικά του συμπεράσματα:
– Γιατί, ως επί το πλείστον, οι άνθρωποι εκείνοι που χαρακτηρίζονται από ανηθικότητα και έλλειψη δικαίου, που έχουν μάθει να επιβιώνουν μέσα από ρουσφέτια και γνωριμίες, που διακρίνονται για τον ατομικισμό και τον φιλοτομαρισμό τους, που τους προσδιορίζουν η ξενοφοβία και ο ρατσισμός, που θυσιάζουν τα πάντα στον βωμό του χρήματος και του κέρδους, «τοποθετούν» ιδεολογικά τους εαυτούς τους στον χώρο της Δεξιάς;
Και γιατί, ως επί το πλείστον πάντοτε, οι άνθρωποι εκείνοι που τους χαρακτηρίζει η ηθική, που αγωνίζονται για το δίκαιο, την αξιοκρατία και τις ίσες ευκαιρίες για όλους, που «απλώνουν το χέρι» στον διπλανό τους όταν έχει ανάγκη, που δείχνουν σεβασμό και αλληλεγγύη προς ανθρώπους από διαφορετικά μέρη και κουλτούρες, που δεν βάζουν το χρήμα πάνω από την τιμή, τη φήμη και την υπόληψή τους, που διακρίνονται για τις πεποιθήσεις και τα ιδανικά τους, «τοποθετούν» ιδεολογικά τους εαυτούς τους στον χώρο της Αριστεράς;
Υπάρχουν, βέβαια, και πολλοί άνθρωποι με αρχές, αξίες και ήθος, οι οποίοι, για διάφορους λόγους – όπως η συνήθεια, η οικογενειακή παράδοση, η ελλιπής αντίληψη, το χαμηλό επίπεδο γνώσεων και μόρφωσης, ο εγκλωβισμός σε στερεότυπα, η σύγχυση ή η λανθασμένη θεώρηση για την Αριστερά – βρίσκονται ιδεολογικά και πολιτικά στη Δεξιά.
Σε αυτούς τους ανθρώπους έχουμε την υποχρέωση – είτε σε συλλογικό είτε σε ατομικό επίπεδο, ο καθένας από το δικό του μετερίζι – να δείξουμε το πραγματικό «πρόσωπο» της Αριστεράς: τον αξιακό της κώδικα, τα ιδανικά και τις αρχές που πρεσβεύει, την ιδεολογία, τις πολιτικές της θέσεις και κατευθύνσεις· και εντέλει, να τους φέρουμε κοντά μας, στον δικό μας δρόμο.
Κάθε μέρα που περνά, καθίσταται ολοένα και πιο επιτακτική η ανάγκη για συμπόρευση των πολιτών στον αγώνα για μια δικαιότερη και αξιοπρεπή ζωή.
Είναι πλέον φανερό πως η διαφθορά, η αναξιοκρατία και η απουσία λογοδοσίας έχουν καλλιεργήσει βαθιά δυσπιστία μέσα στην κοινωνία.
Όσο όμως οι απλοί πολίτες απομακρύνονται από την πολιτική, τόσο περισσότερο κυριαρχούν εκείνοι που τη θεωρούν μέσο εξουσίας, προβολής και πλουτισμού.
Ίσως η ηθική να μην έχει χαθεί ολοκληρωτικά· ίσως απλώς να έχει σιωπήσει. Μπορεί όμως να επιστρέψει, όχι ως νόμος επιβεβλημένος από τα πάνω, αλλά ως στάση ζωής από τα κάτω – ως κοινή απαίτηση για αλήθεια, δικαιοσύνη και λογοδοσία. Μόνο όταν οι πολίτες ξαναβρούν την ηθική τους φωνή, θα μπορέσει και η πολιτική να ανακτήσει το νόημά της…