Ο διαχωρισμός σε πάνω πλατεία, που κυριαρχούσε δήθεν η ακροδεξιά και η Χρυσή Αυγή, και σε κάτω πλατεία, που κυριαρχούσε η Αριστερά, και ο ισχυρισμός ότι αυτές συνεργάστηκαν είναι ένας χοντροκομμένος αστικός μύθος του μνημονιακού οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου.
Το κίνημα των «αγανακτισμένων», που εκδηλώθηκε με μαζικές συγκεντρώσεις, συνελεύσεις και καταλήψεις στην πλατεία Συντάγματος και σε πλατείες μεγάλων πόλεων της χώρας μας, ξεκίνησε αυθόρμητα με ένα κάλεσμα στο διαδίκτυο για διαδήλωση και παραμονή και το βράδυ στην πλατεία Συντάγματος στις 25/5/2011 και διάρκεσε μέχρι το καλοκαίρι του 2012. Σε αυτό το κίνημα, στο οποίο συμμετείχα ενεργά σε όλες τις φάσεις του, αναφέρομαι αναλυτικά στο πρόσφατο βιβλίο μου «8 ΜΗΝΕΣ ΠΟΥ ΣΥΝΤΑΡΑΞΑΝ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ – ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2015», εκδόσεις ΤΟΠΟΣ.
Αυτό το πρωτόγνωρο λαϊκό κίνημα δεν προέκυψε από παρθενογένεση, αλλά ως «ώριμο τέκνο της ανάγκης» και ως συνέχεια των μεγάλων πανεργατικών κινητοποιήσεων των προηγούμενων μηνών, της εξάπλωσης του κινήματος ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ, της αντίστασης ενάντια στην εγκατάσταση ΧΥΤΑ στην Κερατέα κλπ. Επίσης, ήταν έμμεσο αποτέλεσμα της επίμονης δράσης και καμπάνιας όλων των αριστερών δυνάμεων ενάντια στις αντικοινωνικές πολιτικές κυβέρνησης, τρόικας και κεφαλαίου. Οι «αγανακτισμένοι», δεν έπεσαν στις πλατείες από τον ουρανό. Αγανάκτησαν από τις καταστροφικές συνέπειες στους ίδιους των ακραία αντικοινωνικών, μνημονιακών κυβερνητικών πολιτικών.
‼️Αυτό το κίνημα βρήκε έγκαιρα την κόκκινη κλωστή, που το συνέδεσε με τις μεγάλες στιγμές του λαϊκού κινήματος στη χώρα μας, αλλά και με τις λαϊκές εξεγέρσεις εκείνης της περιόδου στην Τυνησία, στις πλατείες Ταχρίρ Καΐρου και Ντελ Σολ της Μαδρίτης, καθώς και με το κίνημα occupy wall street στις ΗΠΑ.
Κινητοποίησε μεγάλα τμήματα του λαού, είχε λαϊκότητα στη σύνθεση και στα αιτήματα του, μαζικό και ενωτικό χαρακτήρα. Νίκησε το λαϊκό φόβο και προκάλεσε τρόμο στην τρόικα και την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, την οποία έφερε σε πολλές περιπτώσεις σε κατάσταση παραίτησης ή και κατάρρευσης. Ξεπέρασε αρκετές από τις αρχικές αντιφάσεις και αδυναμίες του και σταδιακά πολιτικοποιήθηκε και ριζοσπαστικοποιήθηκε. Διατήρησε τον κομματικά ακηδεμόνευτο χαρακτήρα του και, σταδιακά, υιοθέτησε αντικυβερνητικά, αντιμνημονιακά αιτήματα – συνθήματα, όπως «να φύγουν η τρόικα και η κυβέρνηση», «να μην πληρωθεί και να διαγραφεί το δημόσιο χρέος», «να εθνικοποιηθούν οι τράπεζες», «Δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε».
Το κίνημα των πλατειών από την πρώτη φάση απόστασης ή και αποδοκιμασίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζόμενων πέρασε γρήγορα στη φάση συντονισμού του με αγωνιστικά πρωτοβάθμια σωματεία εργαζομένων, Εργατικά Κέντρα και Ομοσπονδίες. Αξιοσημείωτα στοιχεία ήταν οι σχέσεις αλληλεγγύης που αναπτύχθηκαν μέσα σε αυτό. Καθοριστικό ρόλο στη ριζοσπαστικοποίησή του έπαιξαν οι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες του, δηλαδή οι καθημερινές λαϊκές συνελεύσεις, που αποφάσιζαν για τις επόμενες δράσεις του.
Είχε, όμως, και προβλήματα και αδυναμίες, όπως οι διαφορετικές ταχύτητες πολιτικοποίησης (πχ στο Σύνταγμα μεταξύ των συμμετεχόντων στην πάνω και στην κάτω πλατεία), η έλλειψη αποτελεσματικής οργανωτικότητας και η μη κατανόηση της ανάγκης περιφρούρησης, όχι μόνο από την αστυνομική καταστολή, αλλά και από προβοκάτσιες.
Αυτές οι νέες μορφές αγώνων και αγωνιστικές εμπειρίες, όσο και αν έμειναν αποσπασματικές, χωρίς να κατορθώσουν να διαμορφώσουν πιο σταθερούς εναλλακτικούς θεσμούς λαϊκής αυτοοργάνωσης, πρέπει να μελετηθούν σοβαρά και να αξιοποιηθούν από την Αριστερά, το εργατικό και το λαϊκό κίνημα, χωρίς αντιγραφές και χωρίς παραίτηση από την οργανωμένη συλλογική συνδικαλιστική δράση στους χώρους εργασίας. Ήταν μια αξιόλογη απόπειρα εργατικών, λαϊκών στρωμάτων και τμημάτων της νεολαίας, για να βρουν νέες αποτελεσματικότερες μορφές αγωνιστικής ενότητας και δράσης με καταλήψεις δημοσίων κτιρίων, λαϊκές συνελεύσεις, εναλλακτικά δίκτυα ενημέρωσης, δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης, συλλαλητήρια, που ορισμένες φορές έτειναν να εξελιχτούν σε εξέγερση, κλπ.
To λαϊκό κίνημα των πλατειών (αγανακτισμένων) ήταν μια αυθεντικά παλλαϊκή έκρηξη διαμαρτυρίας, που είχε κυριολεκτικά τρομάξει το μνημονιακό πολιτικό σύστημα και προκαλέσει εφιάλτες στους δανειστές της χώρας (ΕΕ και ΔΝΤ) και στην εγχώρια και διεθνή οικονομική ολιγαρχία που επωφελούνταν και κερδοσκοπούσε από τα μνημόνια της λιτότητας.
Ο διαχωρισμός σε πάνω πλατεία, που κυριαρχούσε δήθεν η ακροδεξιά και η Χρυσή Αυγή, και σε κάτω πλατεία, που κυριαρχούσε η Αριστερά, και ο ισχυρισμός ότι αυτές συνεργάστηκαν είναι ένας χοντροκομμένος αστικός μύθος του μνημονιακού οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου.
Η ακροδεξιά και η Χρυσή Αυγή ποτέ δεν μπόρεσαν να παίξουν κανένα ουσιαστικό ρόλο ούτε στην πάνω ούτε στην κάτω πλατεία, παρότι το επιδίωξαν, γιατί δεν τους άφησε ο ίδιος ο εξεγερμένος λαός, που περιφρουρούσε την κινητοποίησή του από προβοκάτσιές τους. Απλά, η «πάνω πλατεία», δηλαδή ο χώρος μπροστά από τον Άγνωστο Στρατιώτη, ήταν το πεδίο εκτόνωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας και αγανάκτησης, ενάντια στα καταστροφικά μνημόνια, την τρόικα και τις μνημονικές πολιτικές δυνάμεις, ενώ η «κάτω πλατεία» με τις ολονύκτιες λαϊκές συνελεύσεις χιλιάδων διαδηλωτών – κυρίως – νέων μετατράπηκε σε κέντρο του αγώνα και σε εργαστήριο άμεσης δημοκρατίας, ζωντανού ακηδεμόνευτου διαλόγου για τις μορφές πάλης που θα ακολουθούνταν αλλά και για εναλλακτικές προτάσεις για το πώς θα καταργούνταν τα μνημόνια, θα διαγραφόταν το δημόσιο χρέος, θα προωθούνταν παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας κλπ.
‼️Οι δυνάμεις της Αριστεράς, όπως και το οργανωμένο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, δεν περίμεναν την απότομη ανάπτυξη του αντιμνημονιακού κινήματος, παρότι οι πρώτες προσπάθησαν συστηματικά για μία τέτοια εξέλιξη, και, αρχικά, βρέθηκαν απροετοίμαστες οργανωτικά, ιδεολογικά και πολιτικά να το στηρίξουν.
Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ, στην αρχή η ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ του και στη συνέχεια το σύνολό του, και δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς επέδειξαν γρήγορα και σωστά ανακλαστικά και από κοινού πρωτοστάτησαν στους αντιμνημονιακούς αγώνες της περιόδου 2010 – 2012. Ιδιαίτερα, η ριζοσπαστική αριστερά σε όλες τις εκδοχές της συνεισέφερε ουσιαστικά στην ανάπτυξη των εργατικών αγώνων, με τις πολιτικές καμπάνιες της και με την πίεση που ασκούσε μέσω του «συντονισμού των πρωτοβάθμιων σωματείων» σε όλα τα επίπεδα του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, αλλά και στην συμπόρευση του κινήματος των πλατειών με το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Το ΚΚΕ συμμετείχε μόνο στις κινητοποιήσεις του ΠΑΜΕ, κρατώντας πολιτική και γεωγραφική απόσταση από τις παλλαϊκές αντιμνημονιακές κινητοποιήσεις και από το κίνημα των πλατειών.
Οι μεγάλες στιγμές των αντιμνημονιακών αγώνων γεννήθηκαν, όταν το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και το κίνημα των πλατειών συναντήθηκαν, αλληλοτροφοδοτήθηκαν και συμπορεύτηκαν (μεγάλες πανελλαδικές απεργιακές κινητοποιήσεις κλπ), όταν τα αιτήματά τους αποκτούσαν πολιτικά χαρακτηριστικά, όταν συμπορεύτηκαν με τις δυνάμεις της Αριστεράς στις απεργίες, στις καταλήψεις, στους δρόμους και τις πλατείες.
Ταυτόχρονα, ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς συνεισέφερε τα μέγιστα στην πολιτικοποίηση του λαϊκού κινήματος των πλατειών, σεβόμενη την αυτονομία του, και ενίσχυσε μέσα από αυτό την αλληλεγγύη μεταξύ των δυνάμεών της (πχ ο όλος ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα η ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ του με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς). Σημαντική στιγμή ήταν η συγκρότηση και η παρουσία στο λαϊκό κίνημα των πλατειών της επιτροπής εργατικών σωματείων, λαϊκών συνελεύσεων και κινημάτων «Δεν χρωστάμε, δεν πληρώνουμε, δεν πουλάμε». Υπήρξαν, όμως, από ορισμένες δυνάμεις της Αριστεράς είτε φαινόμενα επιμονής σε μικροηγεμονισμούς είτε πρακτικές συνειδητής απόστασης και κριτικής στάσης με αυτό το κίνημα (ΚΚΕ).
‼️Οι δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που δρούσαν στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, χωρίς να εγκαταλείπουν την παρέμβαση τους σε όλες τις κλίμακες και βαθμίδες του, φρόντιζαν, ταυτόχρονα, η παρουσία τους να είναι διακριτή, ώστε να μην μπαίνουν στο κάδρο της απαξίωσης των συμβιβασμένων ηγεσιών του. Έδιναν ιδιαίτερο βάρος στις Ομοσπονδίες, στα σωματεία και, κυρίως, στην εργατική βάση, όπου εκείνη την περίοδο οι διαφοροποιήσεις του κόσμου του ΠΑΣΟΚ από την ηγεσία του, η ριζοσπαστικοποίησή του, αλλά και οι σχέσεις αλληλεγγύης των δυνάμεων της Αριστεράς συντελούνταν ευκολότερα και γρηγορότερα. Επιδίωκαν να διευρύνουν το συντονισμό αγωνιστικών Ομοσπονδιών, Εργατικών Κέντρων και πρωτοβάθμιων σωματείων, όχι για να διασπάσουν οργανωτικά το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά για να δημιουργήσουν ένα ακόμα βήμα αγωνιστικών πρωτοβουλιών και δράσεων, που θα αποδέσμευε τους εργαζόμενους από την αδράνεια ή τους συμβιβασμούς των τριτοβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων. Έκαναν μεγάλες προσπάθειες για την πολιτικοποίηση των εργατικών – λαϊκών αιτημάτων και τη σύνδεση του ειδικού με το γενικό, ως απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαμόρφωση συλλογικής κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης με αίτημα την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και των πολιτικών εκφραστών τους. Προσπαθούσαν οι κινητοποιήσεις να αναδεικνύουν τις πολιτικές αιτίες της οικονομικής κρίσης και να ενσωματώνουν πολιτικά αιτήματα για την ανατροπή των μνημονιακών κυβερνήσεων, εξειδικεύοντάς τα με βάση τις συγκεκριμένες συνθήκες κάθε εργασιακού χώρου.
Η Αριστερά στο σύνολό της θα μπορούσε να παίξει σε αυτή τη φάση των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων ένα πιο δημιουργικό και προωθητικό ηγεμονικό ρόλο, εάν είχε ενισχυθεί η συνεργασία και κοινή δράση των δυνάμεών της. Επίσης, εάν προσανατολιζόταν στη διαμόρφωση μιας κοινής εναλλακτικής πολιτικής λύσης, με βασικούς άξονες την αποδέσμευση της χώρας από τα μνημόνια, την αντιμετώπιση του κυβερνητικού αυταρχισμού, την αποτροπή του ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου, τη βαθιά διαγραφή του χρέους και την προώθηση ενός φιλολαϊκού σχεδίου παραγωγικού μετασχηματισμού της χώρας σε σύγκρουση και, εάν χρειαζόταν, σε ρήξη με την Ευρωζώνη και την ΕΕ. Επιπλέον, εάν είχε ως κοινούς στόχους, όχι μόνο την ανατροπή της κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου και στη συνέχεια αυτή του Παπαδήμου και την ήττα του μνημονιακού δικομματισμού, αλλά και την ανάδειξη μιας φιλολαϊκής κυβέρνησης, που θα προωθούσε αυτούς τους στόχους. Μία τέτοια στόχευση και εξέλιξη εκείνη την περίοδο θα μπορούσε να συμβάλλει σε άλλες εξελίξεις το 2015, γιατί, εάν η κυβέρνηση, που προέκυψε τον Ιανουάριο 2015, ήταν όλης της Αριστεράς και όχι των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, τότε τα πράγματα, πιθανότατα, θα μπορούσαν να πάνε αλλιώς και να αποτραπεί η καταστροφική μνημονιακή συνθηκολόγηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές και το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο.
‼️Από την εξέλιξη που είχαν τα γεγονότα αυτός που, τελικά, κεφαλαιοποίησε πολιτικά από το αντιμνημονιακό κίνημα των πλατειών ήταν μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί βγήκε μπροστά και μίλησε για την ανάγκη και τη διαθεσιμότητά του για αριστερή κυβέρνηση, που θα καταργήσει τα μνημόνια και θα χαράξει μία εναλλακτική φιλολαϊκή πορεία. Για αυτό το λόγο, κυρίως, εκτοξεύτηκε τότε η πολιτική και εκλογική επιρροή του και νίκησε στις βουλευτικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015, με τα γνωστά στη συνέχεια αποτελέσματα.
*Ο Δημήτρης Στρατούλης είναι Γραμματέας ΛΑΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, Πρώην στέλεχος, Βουλευτής και Υπουργός της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ
αναδημοσίευση από το dnews.gr
https://www.dnews.gr/eidhseis/politikes-eidhseis/507538/gia-to-laiko-antimnimoniako-kinima-ton-plateion-aganaktismenon-tin-periodo-2011-2012