Άρθρο της Μαριάνας Τσίχλη, Γραμματέα της ΛΑΕ ΑΑ, στο Kontranews.gr.
Το φοιτητικό κίνημα δίνει σκληρή μάχη για την υπεράσπιση της δημόσιας εκπαίδευσης. Χιλιάδες φοιτητές κατεβαίνουν σε πολύ μαζικές διαδηλώσεις σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας, μαζί με μαθητές, αλλά και εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων. Πάνω από 100 σχολές τελούν υπό κατάληψη, ενώ σε κινητοποιήσεις μπαίνουν και πολλά σχολεία. Από την άλλη, η κυβέρνηση της ΝΔ για να περάσει την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, έχει επιστρατεύσει την παράκαμψη του Συντάγματος, την καταστολή και το όργιο παραπληροφόρησης, που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει ανερυθρίαστα ψέματα.
Ένα από αυτά είναι ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα αυξήσουν την πρόσβαση των παιδιών, ακόμα και φτωχότερων οικογενειών, στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο ισχυρισμός αυτός δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Το μοντέλο των ΗΠΑ, από το οποίο εμπνέεται η κυβέρνηση, το αποδεικνύει περίτρανα.
Εκεί, η δωρεάν τριτοβάθμια εκπαίδευση καταργήθηκε ουσιαστικά ολοσχερώς με τη ραγδαία μείωση της χρηματοδότησης και την υποκατάστασή της από την εισαγωγή υπέρογκων διδάκτρων στα δημόσια πανεπιστήμια.
Σήμερα, τα δημόσια πανεπιστήμια έχουν ετήσια δίδακτρα πάνω από 20.000 δολάρια. Τα φοιτητικά δάνεια -αλλά και ευρύτερα η καταφυγή στο δανεισμό για την κάλυψη του κόστους ακόμα και κατώτερων εκπαιδευτικών βαθμίδων- είναι ένα από τα σοβαρότερα ζητήματα που αντιμετωπίζουν τα μεσαία και λαϊκά στρώματα, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση να προβεί σε κινήσεις για την διαγραφή δανείων πάνω από 3,5 εκ. Αμερικανών, κάτι που δεν είναι παρά σταγόνα στον ωκεανό. Τα δάνεια προς την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και ιδιωτικούς φορείς ανέρχονται σε 1,74 τρισ. δολάρια. 40% των φοιτητών σε δημόσια πανεπιστήμια είναι χρεωμένοι, με το ποσοστό να εκτινάσσεται στο 65% για τα ιδιωτικά.
Τα φοιτητικά δάνεια έχουν τριπλασιαστεί τα τελευταία 15 χρόνια και είναι η δεύτερη μεγαλύτερη κατηγορία δανεισμού μετά τα στεγαστικά, ενώ 9 εκ. Αμερικάνοι πάνω από 50 ετών δεν έχουν ακόμα αποπληρώσει τα φοιτητικά τους δάνεια. Σε αποπληθωρισμένες τιμές, τα δίδακτρα έχουν τριπλασιαστεί, ενώ, το μέσο ποσό δανείου έχει αυξηθεί κατά 35% μέσα σε 25 χρόνια.
Όσο φτωχότερες είναι οι οικογένειες, τόσο περισσότεροι είναι οι αποκλεισμοί, ο υπέρογκος δανεισμός, αλλά και η εγκατάλειψη των σπουδών. Οι πιθανότητες αποφοίτησης είναι 1 στις 2 για όσους έχουν οικογενειακό εισόδημα πάνω από 90.000 δολάρια και 1 στις 17 για οικογενειακό εισόδημα κάτω από 35.000 δολάρια!
Τα παιδιά των φτωχότερων οικογενειών, επειδή είναι αδύνατον να εισαχθούν στα δημόσια πανεπιστήμια, κατευθύνονται προς πολύ χαμηλής ποιότητας ιδιωτικά και χρεώνονται σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό για να πάρουν τίτλους χωρίς κανένα αντίκρισμα στην αγορά εργασίας. Έτσι, ακόμα και αν καταφέρουν να αποφοιτήσουν, φορτώνονται τεράστια δάνεια, χωρίς ταυτόχρονα να βελτιώνονται οι εργασιακές τους προοπτικές.
Η κατάσταση αυτή, παρότι ακόμα απέχει πολύ από τη δική μας πραγματικότητα, είναι αυτή που συμπυκνώνει την κυβερνητική φιλοσοφία. Εκεί, το ξήλωμα του δωρεάν, δημόσιου πανεπιστημίου ξεκίνησε από την τεράστια περικοπή της χρηματοδότησης των δημόσιων ιδρυμάτων, αλλά και την καλλιέργεια της αντίληψης ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση, επειδή «κοστίζει» πολύ, δεν αποτελεί δημόσιο αγαθό, αλλά επένδυση κάθε φοιτητή και της οικογένειάς του, με την ελπίδα να αποφέρει αποδόσεις μέσω μιας βελτιωμένης θέσης στην αγορά εργασίας. Το αποτέλεσμα είναι βαθύτατοι ταξικοί διαχωρισμοί και διεύρυνση των ανισοτήτων, που το σύστημα εκπαίδευσης αναπαράγει αντί να αμβλύνει. Το ίδιο δόγμα ασπάζεται και η ΝΔ σήμερα και επιχειρεί να ξεκινήσει την εφαρμογή του, με την απαξίωση και την υποχρηματοδότηση του δημόσιου πανεπιστημίου, τον αποκλεισμό χιλιάδων παιδιών με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και, τώρα, την απόπειρα ουσιαστικής κατάργησης του αρ. 16.
Η υπεράσπιση της δημόσιας εκπαίδευσης και η συνταγματική κατοχύρωση του αποκλειστικά δημόσιου και δωρεάν πανεπιστημίου είναι ζήτημα που αφορά όλη την κοινωνία.
Η κυβέρνηση εφαρμόζει μια πολιτική, σύμφωνα με την οποία, η παιδεία, η υγεία, δεν θα αποτελούν κατοχυρωμένα για όλους δημόσια αγαθά, αλλά «προνόμια» όσων μπορούν να τα πληρώνουν. Άλλωστε, όπως σαφώς έχει ειπωθεί, «όποιος δεν προσαρμόζεται πεθαίνει». Η νεολαία, που για άλλη μια φορά έχει μπει στην πρώτη γραμμή του αγώνα, πρέπει να στηριχθεί και να πλαισιωθεί από όλους όσους δεν αποδέχονται ένα δυστοπικό μέλλον άγριας βαρβαρότητας.
* Γραμματέας Λαϊκής Ενότητας – Ανυπότακτη Αριστερά