Αυτό ήταν γραμμένο πίσω από τη σκηνή στη μεγάλη συναυλία αλληλεγύης στην Ηριάννα που έγινε την Παρασκευή 22 Σεπτέμβρη στο Γουδή, για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων. Είναι ένα ερώτημα σκληρό, αληθινό και καθόλου ρητορικό, το οποίο σε εφτά μόνο λέξεις μπορεί να με πολύ περιεκτικό τρόπο να αποδώσει την τεράστια αδικία και τη ανάλγητη εκδικητικότητα του δικαστικού συστήματος.
Του Χρήστου Σταυρακάκη
Η άδικη 13χρονη καταδίκη της Ηριάννας Β.Λ. και του συγκατηγορούμενού της Περικλή είναι λίγο-πολύ γνωστή: μια καταδικαστική απόφαση χωρίς ουσιαστικά κανένα αποδεικτικό στοιχείο βασισμένη σε εικασίες και σε κατεστραμμένα δείγματα DNA. Με τέτοια «αδιάσειστα στοιχεία» δύο νέοι άνθρωποι -στα πιο παραγωγικά και δημιουργικά χρόνια της ζωής τους- καταδικάζονται από ένα εκδικητικό δικαστικό σύστημα. Και δεν είναι οι μόνοι/ες.
Τα τελευταία εφτά χρόνια στις δικαστικές αίθουσες έχουν παρθεί χιλιάδες καταδικαστικές αποφάσεις (άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο σκληρές) βασισμένες σε ψευδή στοιχεία, σε ντε φάκτο αξιόπιστες καταθέσεις αστυνομικών και με την αξιοποίηση ενός νομικού οπλοστασίου (πχ τρομονόμος, κουκουλονόμος κτλ) το οποίο μπορεί να χρησιμοποιείται από τους δικαστές με σκοπό να στοχοποιηθεί οποιοσδήποτε αντιστέκεται και αγωνίζεται (αξιοσημείωτη η περίπτωση του Μάριου Ζέρβα). Χιλιάδες άνθρωποι καταδικάστηκαν είτε γιατί φορούσαν μάσκες για να προστατευτούν από τους τόνους χημικών που μας ψέκαζαν οι ορδές των ένστολων ορκ του υπουργείου «προστασίας του πολίτη», είτε γιατί οργάνωναν την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες ενάντια στην αντιπροσφυγική/αντιμεταναστευτική κυβερνητική πολιτική, είτε γιατί συμμετείχαν σε κοινωνικά κινήματα ενάντια στα μνημόνια και τις πολιτικές λιτότητας. Χαρακτηριστική είναι δίκη μέλους της νΚΑ στην Κρήτη για τη διοργάνωση αντιπολεμικού φεστιβάλ, ενώ πιο πρόσφατη είναι η πρωτοφανής απόφαση του Πταισματοδικείου Καλαμάτας να καταδικάσει τον 47χρονο άνεργο Στράτο Δασκαρόλη σε 42 μέρες φυλάκιση επειδή δε δέχτηκε να πληρώσει το πρόστιμο που του επιβλήθηκε λόγω άρνησης πληρωμής διοδίων.
Την ίδια στιγμή άνθρωποι του συστήματος, οι οποίοι είναι ένοχοι για πολύ μεγαλύτερα κοινωνικά και οικονομικά εγκλήματα, κυκλοφορούν «ελεύθεροι και ωραίοι». Ο Βαγγέλης Μαρινάκης (και η υπόθεση Noor1 με το μεγαλύτερο φορτίο ηρωίνης που έφτασε ποτέ στην Ευρώπη), ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ο Γιώργος Παπακωνσταντίονου, ο Αρτέμης Σώρρας, οι δολοφόνοι νεοναζί της Χρυσής Αυγής είναι λίγες μόνο από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Η δικαιοσύνη των ισχυρών και της άρχουσας τάξης δικάζει το δίκιο των αδύναμων, επιστρέφοντας στο αρχικό ερώτημα.
Όσο η κρίση του συστήματος δεν ξεπερνιέται το ίδιο το κράτος με τον σκληρό μηχανισμό του (του δικαστικού συστήματος συμπεριλαμβανομένου) θα κάνει ότι μπορεί για να καλλιεργεί το φόβο και την τρομοκρατία σε όποιον/α τολμάει να σηκώσει κεφάλι ενάντια σε ένα σύστημα που με τις πολιτικές του διαλύει κάθε δυνατότητα αξιοπρεπούς διαβίωσης για τα εργαζόμενα και φτωχά στρώματα της κοινωνίας. Τα επιχειρήματα θα γυρνούν πάντοτε γύρω από το ζήτημα της δημόσιας τάξης και της ασφάλειας άλλοτε με μεγαλύτερη έμφαση στην πάταξη της εγκληματικότητας, άλλοτε με έμφαση στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Πάντα όμως στον πυρήνα θα βρίσκεται η διατήρηση της δημόσιας τάξης, το οποίο καταλήγει να σημαίνει τη διατήρηση της ομαλής λειτουργίας μιας καπιταλιστικά οργανωμένης κοινωνίας, της ομαλής λειτουργίας των επιχειρήσεων και της αγοράς, της ομαλής συνέχειας της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης. Σε αυτή την πραγματικότητα, οι δήθεν αντιπαραθέσεις της κυβέρνησης με τις δικαστικές αρχές (ενώ η ίδια δεν παίρνει καμιά πρωτοβουλία για την κατάργηση της αντιτρομοκρατικής νομοθεσίας) κάνουν τους κυβερνητικούς εκπροσώπους να μοιάζουν με θλιβερά ανθρωπάκια.
Από τη δική μας μεριά, αυτή του κινήματος και των αγώνων, το μόνο όπλο που έχουμε είναι αυτό της αλληλεγγύης (αλλά και της αντιπληροφόρησης) με όσο το δυνατόν μαζικότερα χαρακτηριστικά, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις τερατώδεις αποφάσεις της δικαιοσύνης και να πετυχαίνουμε μικρότερες ή μεγαλύτερες νίκες. Η μόνη μας διέξοδος είναι η από τα κάτω μαζική κινητοποίηση που μπορεί να παράγει ασφυκτικές πολιτικές πιέσεις αφενός και αφετέρου να καθιστά το ζήτημα «ορατό».
Η συναυλία αλληλεγγύης στην Ηριάννα στις 22 Σεπτέμβρη ήταν ένα τέτοιο στιγμιότυπο μαζικής αλληλεγγύης, μια «ανάσα ελευθερίας» μέσα στο μνημονιακό βούρκο, όπως και κάθε άλλος αγώνας που αναδεικνύει τη δύναμη που μπορούμε να επιστρατεύσουμε απέναντι στην κρατική βαρβαρότητα. Η δυνατότητα να κινητοποιείται μαζικά ένα σημαντικό -και σίγουρα πολιτικά ετερόκλητο- τμήμα της νεολαίας, μας αποδεικνύει ότι ακόμα το «παιχνίδι παίζεται». Το γεγονός της συμμετοχής άνω των 20000 ανθρώπων -κυρίως νέων- αλλά και της στήριξης κάποιων εκ των σημαντικότερων εν ενεργεία καλλιτεχνών, έκανε εκείνη τη συναυλία να μοιάζει σε «χαρακτήρα» με εκείνες τις πρώτες συναυλίες της μεταπολίτευσης, όσο προσεχτικοί/ες και αν πρέπει να είμαστε όταν προβαίνουμε σε τέτοιου είδους συγκρίσεις. Και προφανώς θα πρέπει να είμαστε όσοι/ες το δυνατόν περισσότεροι/ες στα δικαστήρια στις 16 Οκτώβρη, όπου εκδικάζεται εκ νέου η έφεση της αίτησης αναστολής της Ηριάννας και του Περικλή, για να δημιουργήσουμε πολιτική πίεση στις δικαστικές έδρες, να επιβάλλουμε την αθώωσή τους.
Ωστόσο, όσο ελπιδοφόρα και αν είναι αυτά τα μηνύματα, η αντίσταση στη βαρβαρότητα του καθεστώτος των μνημονίων, απαιτεί μεγαλύτερη συστηματικότητα και επιμονή στην οργάνωση των αντιστάσεων και της αλληλεγγύης που πρέπει να συνδυάζεται απαραίτητα με τη σύνδεση όλων των κοινωνικών αντιστάσεων, σε μία περίοδο που το καθήκον της ανασυγκρότησης του κινήματος είναι κορυφαίο για την Αριστερά. Το σύνθημα «Κανένας μόνος του στην κρίση» παραμένει επίκαιρο και αναζητά ξανά το νόημα του.