Της Δέσποινας Σπανού
Τις τελευταίες ημέρες κυριαρχεί στην επικαιρότητα το θέμα της οριζόντιας φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών – αυτοαπασχολούμενων και ο καθορισμός τεκμαρτού εισοδήματος με βάση το οποίο θα φορολογούνται. Η ρύθμιση προκάλεσε την έντονη αντίδρασή τους και κινητοποιήσεις, με την κυβέρνηση να προσπαθεί να υπερβεί τις αντιδράσεις, καλλιεργώντας έναν απίστευτο κοινωνικό αυτοματισμό, μέθοδο που εφαρμόζει συχνά για να καλύψει τις δικές της αντιλαϊκές πολιτικές. Τί πραγματικά ισχύει και τί συμβαίνει τελικά με την φορολογία γενικότερα;
( Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα έχει πολλές και πολύ μικρές ατομικές επιχειρήσεις, οι άνθρωποι που τις έχουν εντάσσονται σε πολλές και διαφορετικές κατηγορίες και είναι αδύνατο να αντιμετωπισθούν με τον ίδιο τρόπο φορολογικά. Στους ελεύθερους επαγγελματίες εντάσσονται όλα τα επιστημονικά επαγγέλματα, όταν ασκούν επιτήδευμα, στο οποίο κυριαρχεί το πνευματικό ή καλλιτεχνικό στοιχείο, δηλ. γιατροί, δικηγόροι, οικονομολόγοι, καλλιτέχνες, ζωγράφοι κ.λ.π. Στους αυτοαπασχολούμενους όλα τα μικρά καταστήματα, όπως ψιλικατζίδικα, περίπτερα, κάβες, καταστήματα εστίασης κάθε είδους φαγητών ή ποτών, ιδιοκτήτες για εκμετάλλευση αυτοκινήτων, ταξί, κομμωτήρια, φούρνοι, ζαχαροπλαστεία, όπως και επαγγέλματα που σχετίζονται με την οικοδομή ή με τη συντήρηση οικοδομών, π.χ. ηλεκτρολόγοι, ελαιοχρωματιστές, υδραυλικοί κ.ά. Μόνο η αναφορά αυτών, αλλά και στα υπόλοιπα επαγγέλματα που εντάσσονται στους ΚΑΔ (Κωδικοί Αριθμοί Δραστηριότητας), μας πείθουν ότι είναι αδύνατο να αντιμετωπισθούν αυτά τα επαγγέλματα ενιαία αλλά και οι επαγγελματίες μεταξύ τους. Ποια σχέση έχει ο γιατρός στο χωριό ή στη μικρή πόλη με τον γιατρό στο Κολωνάκι ή η κομμώτρια στη μικρή πόλη με την κομμώτρια στη Κηφισιά;
Συμπεραίνουμε ότι ο στόχος της κυβέρνησης δεν είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής, αλλά να προστατεύσει όσους έχουν μεγαλύτερα κέρδη και να εξαναγκάσει σε έξοδο από το επάγγελμα, όσους δεν θα μπορούν να ανταπεξέλθουν φορολογικά.
Συγκεκριμένα:
( Με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο ευνοούνται όσοι κερδίζουν περισσότερα, διότι καταργείται, επί της ουσίας, ο λογιστικός προσδιορισμός, δηλ. η αρχή που εφαρμόζεται στη χώρα μας, σύμφωνα με την οποία οι επαγγελματίες φορολογούνται με βάση έσοδα μείον έξοδα. Η κατάργηση αυτής της αρχής θα οδηγήσει σε αύξηση της φοροδιαφυγής, εφόσον πολλοί επιτηδευματίες που έχουν μεγαλύτερα εισοδήματα, θα προσπαθήσουν να αποκρύψουν στοιχεία (δεν θα λάβουν τιμολόγια σε συμφωνία με τον αντισυμβαλλόμενο, θα παρουσιάζουν μικρότερους μισθούς, μικρότερο τζίρο, μικρότερα κέρδη), ώστε να οδηγηθούν και αυτοί στο ελάχιστο τεκμαρτό που είναι τα 10.920 Ευρώ, δηλ. να πληρώνουν πολύ λιγότερους φόρους από ότι πλήρωναν μέχρι τώρα. Η επιβολή τεκμαρτού εισοδήματος σε μια εποχή, που οι ηλεκτρονικές δυνατότητες διασταύρωσης είναι τεράστιες, μόνο όσους έχουν μεγάλα κέρδη ευνοεί, ενώ θα εξοντώσει όσους δεν καλύπτουν αυτό το εισόδημα. Η κυβερνητική προπαγάνδα λέει ότι δεν υπάρχουν τέτοιοι. Υπάρχουν όμως και είναι πολλοί.
Γεννάται λοιπόν το ερώτημα: Γιατί η κυβέρνηση επιμένει σε μία φορολογική αλλαγή και στην επιβολή ουσιαστικά κεφαλικού φόρου, ερχόμενη σε ρήξη με ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού της ακροατηρίου; Μόνο για το πρόσκαιρο όφελος των 600 εκατ. ευρώ, που μπορεί αργότερα να μειωθεί;
( Ο στόχος της κυβέρνησης δεν είναι η επιπλέον είσπραξη φόρων. Είναι η μείωση του αριθμού των μικροεπαγγελματιών – αυτοαπασχολούμενων, μέσω του εξαναγκασμού εξόδου από το επάγγελμα, όσων δεν θα μπορέσουν να ανταπεξέλθουν και αυτοί είναι αρκετοί. Η μείωση του αριθμού τους αποτελεί πίεση της Ε.Ε., μνημονιακή υποχρέωση, κατεύθυνση της έκθεσης Πισσαρίδη, με στόχο τάχα την αύξηση της μισθωτής εργασίας. Αυτό είναι καθαρή απάτη. Ο μεγάλος αριθμός μικροεπαγγελματιών στην Ελλάδα οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι δεν υπάρχει βιομηχανική παραγωγή, ώστε να απορροφήσει εργατικό δυναμικό, είναι μια χώρα κυρίως υπηρεσιών και ο εξαναγκασμός μικροεπαγγελματικών – αυτοαπασχολούμενων να εγκαταλείψουν το επάγγελμά τους, θα τους οδηγήσει στην ανεργία, ο δε τομέας της οικονομικής δραστηριότητα, που κάλυπταν μέχρι τώρα, θα απορροφηθεί από μεγάλους εμπορικούς ομίλους.
(Οι επιλογές της κυβέρνησης για υπερφορολόγηση μισθωτών, συνταξιούχων και μικροεπαγγελματιών φαίνονται και από τα στοιχεία του προϋπολογισμού του 2024, σύμφωνα με τα οποία ΑΕ και ΕΠΕ θα πληρώσουν λιγότερους φόρους από φέτος (από 7 δις σε 6,7 δις), ενώ η αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 8,1% (θα φτάσουν τα 62,9 δις €) θα προέλθει από την αύξηση των έμμεσων φόρων λόγω ακρίβειας (θα φτάσουν τα 35,1 δις €) και των άμεσων φόρων, που θα φτάσουν τα 13 δις €, από τα συνήθη βέβαια υποζύγια!
(Αντιθέτως οι παροχές και οι φοροαπαλλαγές προς το μεγάλο κεφάλαιο αυξάνονται διαρκώς. Συγκεκριμένα δίνει 12,1 δις € μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, όπως επίσης και νέες φοροαπαλλαγές (π.χ. μείωση του φόρου συγκέντρωσης κεφαλαίου, μείωση κατά 50% του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών, κατάργηση του φόρου τόκων ομολόγων σε κρατικά ομόλογα κ.ά.). Χαρακτηριστικό είναι ότι οι τράπεζες μόνο το πρώτο 9μηνο του 2023 είχαν 6 δις € επιπλέον έσοδα από την αύξηση των επιτοκίων, δηλ. τα επιπλέον κέρδη τους για 9 μόνο μήνες είναι ίσα με τα 6,2 δις € επιπλέον φορολογικά έσοδα του Δημοσίου, που θα προέλθουν όμως από την φορολεηλασία του Ελληνικού λαού!!!
( Η κυβέρνηση για να αμβλύνει τις αντιδράσεις προσπάθησε να παρουσιάσει κάποιες αλλαγές, που ουδόλως αλλάζουν την ουσία του νομοσχεδίου, π.χ. μειώνει κατά 50% το τέλος επιτηδεύματος, το οποίο όμως έπρεπε ήδη να έχει καταργηθεί ή δίνει τη δυνατότητα στον επαγγελματία για ένσταση και μετά θα του διενεργηθεί έλεγχος. Και εδώ είναι η μεγάλη απάτη της κυβερνητικής προπαγάνδας. Παρουσιάζεται ο έλεγχος ως απειλή, ενώ το Υπουργείο Οικονομικών υποχρεούται να κάνει ελέγχους σε όλους και όχι να απειλεί με έλεγχο όσους δεν δέχονται το τεκμαρτό εισόδημα, υπονοώντας ότι σε αυτή την περίπτωση ο έλεγχος θα επεκταθεί και σε περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκτηθεί από άλλες πηγές!
Συνολικά η κυβέρνηση προωθεί ένα νομοσχέδιο τομή με στόχο την μείωση του αριθμού των ελευθέρων επαγγελματιών, την ελάφρυνση όσων έχουν μεγαλύτερα εισοδήματα και των μεγάλων εταιρειών και την συγκέντρωση φόρων κυρίως από έμμεση φορολογία και από τα λαϊκά στρώματα.
Οι κινητοποιήσεις των ελευθέρων επαγγελματιών, που ήταν μαζικότατες και συνεχίζονται, είναι απολύτως δικαιολογημένες και έχουν την συμπαράσταση όλων μας. Οι επιθέσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που ανοίγει διαρκώς μέτωπα προς όλα τα κοινωνικά στρώματα, εξαιρώντας μόνο την μεγαλοαστική τάξη, θα πάρουν απάντηση από τον λαό.
Δέσποινα Σπανού είναι πρώην Αντιπρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, Στέλεχος της ΛΑΕ – ΑΑ