Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
Στη χώρα που γέννησε τον κοινοβουλευτισμό, το να χάνει πρωθυπουργός κρίσιμη ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων συνιστούσε σπάνιο φαινόμενο. Η Τερέζα Μέι κατάφερε να μετατρέψει την εξαίρεση σε κανόνα: μέχρι τώρα έχει χάσει 19 ψηφοφορίες μείζονος σημασίας για το μέλλον της χώρας της. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να διατηρεί το πρωθυπουργικό αξίωμα, κάτι που ενδεχομένως να της έχει ήδη χαρίσει μία θέση στο βιβλίο των ρεκόρ Γκίνες. Πρόκειται για ένα από τα πολλά παράδοξα που βιώνει η Βρετανία, καθώς η περιπέτεια του Brexit εξελίσσεται σε θέατρο του παραλόγου.
Οι μεταφορές περί χάους και Τιτανικού ακούγονται σαν κοινοτοπίες μπροστά στα όσα διαδραματίστηκαν την εβδομάδα που πέρασε στο Ουεστμίνστερ. Την Τρίτη, η πρωθυπουργός έκανε μια δεύτερη προσπάθεια να περάσει από τη Βουλή το σχέδιό της για το Brexit, που πήρε το πράσινο φως από τις Βρυξέλλες, αλλά καταψηφίστηκε πανηγυρικά από τους Βρετανούς βουλευτές τον Ιανουάριο. Το μόνο που κατάφερε ήταν να μειώσει τη συντριπτική διαφορά των 230 ψήφων σε 149. Μια δεύτερη ταπείνωση μέσα σε δύο μήνες, λίγες μόνον ημέρες πριν από την 29η Μαρτίου, ημερομηνία εξόδου της χώρας από την Ε.Ε. σύμφωνα με ψηφισμένο νόμο.
Η κορύφωση του δράματος ήρθε την επομένη. Η κυβέρνηση έφερε για ψήφιση πρόταση για τον αποκλεισμό του άτακτου Brexit χωρίς συμφωνία με τις Βρυξέλλες, ώστε να δοθεί λίγος ακόμη χρόνος για συμβιβασμό της τελευταίας στιγμής, χωρίς ωστόσο να αποκλείει την άτακτη έξοδο σε επόμενο χρόνο. Καθώς η Μέι δεχόταν σφοδρές πιέσεις από τις δύο ακραίες πτέρυγες των Συντηρητικών –τους θιασώτες του σκληρού Brexit, που συσπειρώνονται στην ομάδα ERG, και τους οπαδούς της παραμονής στην Ε.Ε. που ελπίζουν σε ένα δεύτερο δημοψήφισμα– άφησε τους βουλευτές της να ψηφίσουν κατά συνείδηση. Το αποτέλεσμα ήταν να εγκριθεί, με οριακή διαφορά τεσσάρων ψήφων, τροπολογία βουλευτών που απέκλειε σε οποιαδήποτε στιγμή και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες το ενδεχόμενο της άτακτης εξόδου.
Νιώθοντας να χάνει τον έλεγχο των εξελίξεων, η Μέι προσπάθησε να επιβάλει κομματική πειθαρχία στους βουλευτές της, καλώντας τους να καταψηφίσουν το τροποποιημένο σχέδιο απόφασης στην τελική ψηφοφορία. Η σπασμωδική αντίδραση έγινε μπούμερανγκ. Η Μέι έχασε τη μάχη με διαφορά όχι τεσσάρων, αλλά 43 ψήφων. Πέντε κορυφαίοι υπουργοί αρνήθηκαν να πειθαρχήσουν. Προηγουμένως, ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ είχε αυτονομηθεί για πρώτη φορά από την πρωθυπουργό, τείνοντας χείρα συνεργασίας προς τον ηγέτη των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν για μια συναινετική λύση. Το σενάριο για ένα πιο μαλακό Brexit, με παραμονή της Βρετανίας τουλάχιστον στην τελωνειακή ένωση (όπως προτείνει ο Κόρμπιν), αν όχι και στην ενιαία αγορά, είχε τεθεί στην ημερήσια διάταξη. Εν ολίγοις, η Μέι εμφανιζόταν πλέον ως πρωθυπουργός περιορισμένης ευθύνης, χωρίς πραγματική εξουσία.
Το ραντεβού με Γιούνκερ
Και όμως, η εβδομάδα είχε ξεκινήσει κάπως καλύτερα γι’ αυτήν. Υστερα από ένα Σαββατοκύριακο εντατικών διαπραγματεύσεων του υπουργού Brexit Στίβεν Μπάρκλεϊ και του γενικού εισαγγελέα Τζέφρι Κοξ στις Βρυξέλλες, η Τερέζα Μέι πέταξε το βράδυ της Δευτέρας στο Στρασβούργο για ένα σημαντικό ραντεβού με τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ. Καρπός της συνάντησης ήταν η παροχή, από την πλευρά της Ε.Ε., κάποιων «νομικών εγγυήσεων», οι οποίες, αν και δεν άλλαζαν ούτε κατά ένα γιώτα το υπάρχον σχέδιο συμφωνίας, επιχειρούσαν να διασκεδάσουν τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο να εγκλωβιστεί επ’ άπειρον η Βρετανία στην τελωνειακή ένωση μέσω του περίφημου μηχανισμού ασφαλείας για το ιρλανδικό σύνορο. Με αυτή τη μικρή παραχώρηση των Βρυξελλών, η Μέι ήλπιζε ότι θα καταφέρει το εκ πρώτης όψεως ακατόρθωτο: να μεταστρέψει τους 75 σκληρούς του ERG και τους 10 βουλευτές του βορειοϊρλανδικού κόμματος DUP, από το οποίο εξαρτάται η επιβίωση της κυβέρνησής της.
Παραδόξως, το επόμενο πρωί ήταν ο Τζέφρι Κοξ εκείνος που έριξε τη χαριστική βολή στο σχέδιο της Μέι. Στην πολυαναμενόμενη γνωμάτευσή του προς τους βουλευτές, ο γενικός εισαγγελέας τόνισε ότι η όποια απόφαση πρέπει να ληφθεί όχι με νομικά, αλλά με πολιτικά κριτήρια. Ωστόσο, έσπευσε να αραδιάσει μια σειρά νομικίστικα επιχειρήματα για να αποφανθεί ότι η φρενήρης διαπραγματευτική δραστηριότητά του αποκόμισε μια τρύπα στο νερό, καθώς ο κίνδυνος μακρόχρονου εγκλωβισμού της Βρετανίας στην τελωνειακή ένωση παραμένει. Χωρίς ένα φύλλο συκής από τον γενικό εισαγγελέα, όσοι εκ των σκληροπυρηνικών πιέζονταν να αλλάξουν στάση δυσκολεύονταν πολύ να το αποτολμήσουν.
Θα ήταν άδικο, πάντως, να ενοχοποιηθεί η νομική στενοκεφαλιά ενός γενικού εισαγγελέα για τον πολιτικό κυκεώνα. Την ευθύνη για το σημερινό αδιέξοδο μοιράζεται το σύνολο των βρετανικών ελίτ. Πρώτα απ’ όλα, το Συντηρητικό Κόμμα, που επέλεξε την Τερέζα Μέι, μια χαμηλών τόνων οπαδό της παραμονής, να διαχειριστεί την έξοδο από την Ε.Ε. Μέλος των Τόρις από τα εφηβικά χρόνια της, η Τερέζα Μέι δεν θα ήθελε για τίποτα στον κόσμο να επιτρέψει μια ιστορική διάσπαση του κόμματος λόγω των διαφωνιών για το Brexit όσο αυτή είναι αρχηγός.
Ατολμη διαχείριση
Αποτέλεσμα ήταν μια άνευρη διαχείριση, γεμάτη παλινωδίες και ατολμία, που κατέληξε όχι να συμφιλιώσει, αλλά να ερεθίσει και τις δύο πτέρυγες.
Για κακή της τύχη, η Μέι γνώρισε την πιο φονική αντιπολίτευση όχι από τους Εργατικούς, αλλά από το ίδιο της το κόμμα. Οταν μιλούσε, σχεδόν ψιθυριστά από την εξάντληση, στη Βουλή των Κοινοτήτων, η Τερέζα Μέι είχε τα νώτα της εκτεθειμένα σε βουλευτές των Τόρις σαν τον ηγέτη του ERG Τζέικομπ Ρις – Μογκ, ο οποίος, πάντα με πένθιμο ύφος, εξαπέλυε δηλητηριώδη βέλη εναντίον της πρωθυπουργού, εγκαλώντας τη για προδοσία του Brexit. Είναι εντυπωσιακό για ένα λαό που φημίζεται για το ψύχραιμο, ρεαλιστικό του πνεύμα, να βλέπει τις τύχες του να εξαρτώνται από πολιτικούς που διαπνέονται από φαντασιώσεις αυτοκρατορικού μεγαλείου και ιδεοληψίες ρομαντικού εθνικισμού, που καταδίκασαν άλλες μεγάλες χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης.
Εξίσου ιδεοληπτική, όμως, υπήρξε η στάση του πιο φιλοευρωπαϊκού τμήματος των βρετανικών ελίτ και των συμμάχων τους στις Βρυξέλλες. Η εκστρατεία τρόμου για τον οικονομικό πυρηνικό χειμώνα που θα προκαλούσε το Brexit δεν μπορούσε παρά να ερεθίσει πατριωτικά αισθήματα. Αλλωστε, η βρετανική οικονομία έχει ισχυρότερη ανάπτυξη από τη γερμανική, η ανεργία βρίσκεται στο ναδίρ και η χώρα κατατάσσεται στην τέταρτη θέση στον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας, μπροστά από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Επιπλέον, η ακύρωση του δημοψηφίσματος θα προκαλούσε κρίση αξιοπιστίας των πολιτών στο δημοκρατικό σύστημα και απαξίωση μιας «μετανοημένης» Βρετανίας στον διεθνή στίβο.
Παρασκήνιο
Οπως και να εξελιχθούν τα πράγματα, ο πολιτικός χρόνος της Τερέζα Μέι φαίνεται ότι εξαντλείται, ύστερα από τις αλυσιδωτές αποτυχίες της σύντομης πρωθυπουργίας της. Ωστόσο το σχέδιό της για το Brexit έχει ακόμη μία τελευταία ευκαιρία για να επιβιώσει. Υστερα από την απόφαση που έλαβε το Κοινοβούλιο την Πέμπτη για αναστολή της εξόδου μέχρι τα τέλη Ιουνίου, η κυβέρνηση θα φέρει για τρίτη φορά σχέδιο συμφωνίας προς ψήφιση, στις αρχές της εβδομάδας. Η ελπίδα της Μέι είναι ότι οι σκληροπυρηνικοί των Τόρις θα έρθουν στα συγκαλά τους και θα ψηφίσουν το σχέδιό της ως το λιγότερο κακό, καθώς τα ρεαλιστικά ενδεχόμενα μακρόχρονης αναστολής του Brexit, συμμετοχής της Βρετανίας στις ευρωεκλογές του Μαΐου και, τελικά, δεύτερου δημοψηφίσματος απειλούν να ακυρώσουν την ιστορική ευκαιρία της εξόδου από την Ε.Ε. Ηδη από την Τετάρτη το βράδυ, όπως έγραψαν οι Times, οργιάζουν στο παρασκήνιο επαφές της κυβέρνησης με την ομάδα του ERG και το DYP της Βόρειας Ιρλανδίας για μια συμβιβαστική συμφωνία, η οποία θα μπορούσε να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Στις διαβουλεύσεις συμμετέχουν ο υπουργός Brexit Στίβεν Μπάρκλεϊ και ο γενικός εισαγγελέας Τζέφρι Κοξ, ο οποίος πιέζεται να εγκαταλείψει τη νομική ακαμψία του και να διευκολύνει τη μετατόπιση των σκληροπυρηνικών. Παράλληλα, η κυβέρνηση ελπίζει ότι το σχέδιό της θα υπερψηφιστεί από ορισμένους βουλευτές των Εργατικών, οι οποίοι εκλέγονται από φτωχές περιφέρειες, που τάχθηκαν υπέρ του Brexit στο δημοψήφισμα του 2016. Προς διευκόλυνση των πιθανών «ανταρτών», η κυβέρνηση έδωσε τις τελευταίες ημέρες εγγυήσεις για τον σεβασμό των εργατικών δικαιωμάτων στη μετά Brexit εποχή και νομοθέτησε μέτρα για την οικονομική ενίσχυση προβληματικών περιοχών, ιδίως στη βόρεια Αγγλία.
*Πηγή: Καθημερινή