Η οξυμένη κατάσταση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και ειδικά στη Συρία, καθώς και στα Βαλκάνια φανερώνει την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών για την εκμετάλλευση των δρόμων και των πηγών ενέργειας, αλλά επίσης αποτελούν ένα παιχνίδι ισχύος και κυριαρχίας στην ευρύτερη περιοχή. Παρόλο που οι ΗΠΑ διατηρούν την πρωτοκαθεδρία στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, βλέπουν την ηγεμονία τους να αμφισβητείται και οξύνουν την πίεση σε ανταγωνιστές τους όπως η Ρωσία. Στρατηγικού χαρακτήρα στόχος σε αυτή την φάση των ΗΠΑ και του κυρίαρχου στην ΕΕ Γερμανογαλλικού άξονα είναι η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Τα Βαλκάνια δεν είναι ιδιαίτερα σημαντικά μόνο γεωπολιτικά αλλά και οικονομικά, λόγω των αγωγών που σχεδιάζεται να περάσουν από εκεί. Η πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή στην ΠΓΔΜ και η πίεση των Αμερικανών για ένταξη της γείτονος χώρας στο ΝΑΤΟ, ξαναέφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα της ονοματοδοσίας και την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.
Στο «μακεδονικό ζήτημα», η ελληνική κυβέρνηση ακολουθεί πιστά τον σχεδιασμό των αμερικανών προσπαθώντας να αντλήσει εσωτερικό πολιτικό κέρδος, επιλύοντας μια μεγάλη εκκρεμότητα. Το ζήτημα της ονομασίας έδωσε χώρο στη συντηρητική δεξιά, αλλά και πιο σε πιο ακραία τμήματα της όπως η Χρυσή Αυγή, να διοργανώσει συλλαλητήρια τα οποία καθορίστηκαν από ένα εθνικιστικό περιεχόμενο και φυσιογνωμία. Την ίδια στιγμή στα ανατολικά μας, πέρα από την ιδιαίτερη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί απο τον Ερντογάν στο εσωτερικό της Τουρκίας, η Τουρκία οξύνει την επιθετικότητα της στο Αιγαίο στο πλαίσιο του διαρκούς ανταγωνισμού των αστικών τάξεων των δυο χωρών για την ηγεμονική θέση στην περιοχή και για το ποιος θα είναι ο διαμεσολαβητής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού τοπικά.
Η χώρα μας, αντί να παίζει στην περιοχή το ρόλο του βραχίονα των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, οφείλει να πρωταγωνιστήσει για μια διαφορετική πορεία. Στόχος πρέπει να είναι η διεκδίκηση της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και μιας άλλης «εξωτερικής πολιτικής», που σημαίνει χώρα δίχως ιμπεριαλιστικές δεσμεύσεις, ικανή να οικοδομεί σχέσεις στις βάσεις της αλληλεγγύης, της ειρήνης, της συνεργασίας και της ευημερίας των λαών. Η προώθηση ενός τέτοιου σχεδίου προϋποθέτει την καταπολέμηση κάθε μορφής εθνικισμού, αλυτρωτικών ή επεκτατικών βλέψεων, καχυποψιών και ηγεμονισμού στα Βαλκάνια και την αποδέσμευση απο κάθε ιμπεριαλιστικό μηχανισμό και ολοκλήρωση. Αγωνιζόμαστε για ειρήνη των λαών, έξω από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Αγωνιζόμαστε για το κλείσιμο των βάσεων και για τη μη εμπλοκή της χωράς μας σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και τυχοδιωκτικές πολεμικές περιπέτειες.
Στο εσωτερικό της χώρας, η κυβέρνηση προσπαθεί να διαμορφώσει ένα κλίμα «κανονικότητας» και προοπτικής «τέλους των μνημονίων» προβάλλοντας δημοσιονομικούς δείκτες, επενδύοντας στην «επιστροφή στην ανάπτυξη» και στην «έξοδο στις αγορές». Ωστόσο ,η τυπική έξοδος από τα μνημόνια που προαναγγέλλεται σε διάφορους τόνους ούτε σίγουρη είναι ούτε πρόκειται να αλλάξει τη μνημονιακή καθημερινότητα αλλά να την παγιώσει. Τόσο γιατί έχουν αναληφθεί και θεσπιστεί όλες οι σχετικές δεσμεύσεις όσο και επειδή ο μηχανισμός της επιτροπείας από το ευρωσύστημα θα παραμείνει για πολλές δεκαετίες. Είναι σαφές ότι το τίμημα που πλήρωσαν οι υποτελείς τάξεις για παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν πολύ μεγάλο: τεράστια απώλεια εισοδήματος, θέσεων εργασίας, δικαιωμάτων και προοπτικής για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα παράλληλα με τη ριζική απώλεια κυριαρχίας και δημοκρατίας εξαιτίας της συνθήκης επιτροπείας. Παράλληλα, μέσα στην κοινωνία, μέσα στους εργαζόμενους, τους άνεργους και τη νεολαία, η οργή και η δυσαρέσκεια συνδυάζονται συχνά με την αίσθηση ανημπόριας, την αποδιάρθρωση προηγούμενων συλλογικών μορφών και την αίσθηση ότι δεν υπάρχει εναλλακτική προοπτική. Αντιστάσεις και κινήματα ξεσπούν σε διάφορους χώρους, όπως οι κινητοποιήσεις για τους πλειστηριασμούς, ο αγώνας των αναπληρωτών καθηγητών, ο αγώνας των εργαζόμενων στους ΟΤΑ, χωρίς όμως να συντονίζονται και να συνολικοποιούνται σε ένα συνολικό κίνημα ανατροπής
Είμαστε σε μια νέα φάση. Η κοινωνική κρίση είναι εδώ, το ίδιο και οι βαθύτερες δυναμικές της πολιτικής κρίσης, όμως ο συσχετισμός έχει αλλάξει όχι μόνο λόγω της μετατόπισης του ΣΥΡΙΖΑ στις μνημονιακές πολιτικές, αλλά και λόγω της στρατηγικής ανεπάρκειας της αριστεράς. Μπορεί τα μνημόνια να συνεχίζουν να καθορίζουν την πολιτική και κοινωνική ζωή για πολύ ακόμα, όμως η ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτική δυναμική που ορίστηκε ως «αντιμνημονιακό κίνημα» σήμερα δεν υπάρχει στον ίδιο βαθμό και δεν “αναμένει” απλώς να εκπροσωπηθεί πολιτικά. Για αυτό, η υπόθεση οτι αυτό που χρειαζόμαστε στο σήμερα είναι η συσπείρωση γύρω απο ένα “αντιμνημονιακό μέτωπο” όπου πρέπει να συσπειρώσουμε και δυνάμεις που δεν αναφέρονται στην αριστερά και το κοινωνικό κίνημα αλλά στον «πατριωτικό» χώρο δεν θα μας φέρει κοντά στον λαϊκό κόσμο αλλά σε μια επαφή με προσωπικότητες και ομαδοποιήσεις που απέδειξαν με τη στάση τους οτι είναι εκτός αριστεράς και δεν έχουν κοινωνικές εκπροσωπήσεις στο κίνημα. Ούτε φυσικά μπορεί να δώσει διέξοδο στις υπαρκτές αντιφάσεις της ελληνικής αριστεράς μία κατεύθυνση «υπερεπαναστατικού βερμπαλισμού» και αυτοαναφορικότητας, η οποία καταλήγει, στον βωμό μιας πολιτικής καθαρότητας να θυσιάζει κάθε προοπτική μετωπικής συμπόρευσης.
Το διακύβευμα είναι το εάν και πως θα συνεχίσει να υπάρχει η αριστερά, με ριζοσπαστισμό και μαζική αναφορά, ώστε να μπορέσουμε να ανασυνθέσουμε και να ανασυγκροτήσουμε τη δυνατότητα μιας πολιτικής ανατροπής στο σήμερα. Εάν θέλουμε να μιλήσουμε ξανά για αριστερή πολιτική, δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε απλώς τον χαρακτήρα του «αντιμνημονίου» ή της «καθαρότητας» της επαναστατικής αριστεράς. Όχι γιατί δεν χρειάζεται ξεκάθαρος λόγος και λυσσαλέος αγώνας ενάντια σε αυτές τις πολιτικές, αλλά γιατί στην πραγματικότητα το ερώτημα είναι εάν οι υποτελείς τάξεις, οι ανησυχίες, οι ανάγκες και η συλλογική τους αγωνία και δημιουργικότητα θα θέσουν αυτές το ερώτημα, θα διαμορφώσουν ξανά τους όρους για ένα ιστορικό σταυροδρόμι που θα δώσει όντως προοπτική.
Σήμερα, οι δυνάμεις, τα ρεύματα, οι συλλογικότητες, οι αγωνίστριες και αγωνιστές που αναφέρονται στη δυνατότητα της ρήξης με τα μνημόνια, τον νεοφιλελευθερισμό, την ευρωζώνη και την Ε.Ε., από τη σκοπιά ενός προγράμματος ανατροπών και μετασχηματισμών σε σοσιαλιστική κατεύθυνση υπάρχουν. Και καθημερινά βάζουν πλάτη στις υπαρκτές αντιστάσεις, στην αποτροπή των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας, στην προσπάθεια για ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, στα κινήματα και τις πρωτοβουλίες γειτονιάς, στους αγώνες της νεολαίας, στην πάλη κατά του φασισμού, του ρατσισμού και του εθνικισμού, στα δίκτυα αλληλεγγύης και στα κινήματα κατά του σεξισμού και πρέπει να βρεθούν σε πιο ουσιώδη πολιτική συνεννόηση:
– Για να στηρίξουν πιο αποτελεσματικά την ανασυγκρότηση αντιστάσεων και κινημάτων και το σπάσιμο του κλίματος ηττοπάθειας και απογοήτευσης.
– Την κοινή δράση και τη διαμόρφωση κοινών αριστερών αγωνιστικών σχημάτων στο εργατικό κίνημα, τα τοπικά κινήματα και την αυτοδιοίκηση, το κίνημα νεολαίας, την αντιφασιστική και αντιρατσιστική δράση
– Για τη συλλογική επεξεργασία ριζοσπαστικών εναλλακτικών και ενός μεταβατικού προγράμματος που να προκύπτει από την εμπειρία των ίδιων των αγωνιστών και των αγωνιστριών και πολύ περισσότερο του απλού κόσμου ευρύτερα, δείχνοντας ότι μπορεί να υπάρξει άλλος δρόμος, χωρίς μνημόνια και επιτροπεία, έξω από το ευρώ και την Ε.Ε., με τις δυνάμεις της εργασίας στα ηνία.
– Για τη διαμόρφωση του αναγκαίου αριστερού ριζοσπαστικού μετώπου, του σημείου συνάντησης ανάμεσα σε κινήματα, αναζητήσεις, επεξεργασίες, εμπειρίες που πρέπει να γίνει πολιτικό εργαστήρι για τον άλλο δρόμο και την ανασύνταξη ενός νικηφόρου κινήματος. Ενα μέτωπο που θα ορίζει αναγκαίο πλαίσιο πολιτικής συμφωνίας που να επικεντρώνει στη ρήξη με τα μνημόνια, τη λιτότητα, την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, στην αναγκαία σύγκρουση με τις δυνάμεις του κεφαλαίου, στην πάλη κατά του ρατσισμού και του εθνικισμού και στη δυνατότητα ενός μεταβατικού προγράμματος με σοσιαλιστικό ορίζοντα.
Παλεύουμε ώστε η Λαϊκή Ενότητα να έχει ουσιαστικό και πρωταγωνιστικό ρόλο, αναβαθμίζοντας την παρουσία της αλλά και παίρνοντας τις απαραίτητες πρωτοβουλίες για την οικοδόμηση μιας Αριστεράς που οι καιροί απαιτούν.
Το κείμενο αποφασίστηκε ομόφωνα στην ολομέλεια που διεξήχθη την Πέμπτη 19 Απριλίου 2018 στην Πάτρα.