ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Δήλωση Γιάννη Τόλιου: «Η εξωδικαστική ρύθμιση κόκκινων δανείων και οφειλών στο δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, εξυπηρετεί κατ’ εξοχήν τις τράπεζες, μεγάλες επιχειρήσεις και ξένα funds»
Ο Γιάννης Τόλιος, μέλος Π.Γ. της ΛΑΕ και υπεύθυνος Οικονομικής Πολιτικής, μιλώντας σε πλατιά σύσκεψη του Τμήματος ΕΒΕ της ΛΑΕ, τόνισε, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Το ιδιωτικό χρέος, νοικοκυριών και επιχειρήσεων, προς τράπεζες, δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, αποτελεί «βραδυφλεγή βόμβα» στα θεμέλια της κοινωνίας. Στο α’ δίμηνο του 2017, τα «κόκκινα» δάνεια, ανέρχονταν σε 110 δις, τα χρέη στις εφορίες τα 100 δις και στα ασφαλιστικά ταμεία τα 30 δις, ενώ ο συνολικός αριθμός των οφειλετών, μικρών και μεγάλων, ξεπερνούσε τα 5,5 εκατ. άτομα. Οι μνημονιακές κυβερνήσεις ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, με τα αλλεπάλληλα μέτρα αφαίμαξης των λαϊκών εισοδημάτων επιδείνωσαν το πρόβλημα, ενώ το ίδιο κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ με την εφαρμογή του Γ’ και Δ’ (άτυπου) Μνημονίου.
Η δημιουργία πλαισίου «εξωδικαστικού συμβιβασμού» επί του συνόλου των «κόκκινων» οφειλών υπερχρεωμένων επιχειρήσεων σε τράπεζες, εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία, έχει ως αφετηρία τα συμφέροντα των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, καθώς και των εταιριών–funds εξαγοράς «κόκκινων» και ενήμερων (πράσινων) δανείων. Παράλληλα με την εφαρμογή των «ηλεκτρονικών πλειστηριασμών», μεθοδεύεται η αρπαγή λαϊκών περιουσιών, ακόμα και α’ κατοικίας από τα αρπακτικά των αγορών. Από την άλλη προωθείται η επέκταση της διάρκειας του «αναβαλλόμενου φόρου» υπέρ των τραπεζών, σε βάρος των φορολογουμένων και η απαλλαγή από ποινικές ευθύνες, τραπεζικών και κρατικών στελεχών που θα εφαρμόσουν τον «εξωδικαστικό συμβιβασμό».
Ειδικότερα όσον αφορά την εξωδικαστική ρύθμιση των «κόκκινων» χρεών, παρ’ ότι από τεχνοκρατική άποψη εμφανίζεται να έχει «λογική», ωστόσο δεν διαθέτει ούτε την κοινωνική «ευαισθησία», ούτε πολύ περισσότερο την αναπτυξιακή διάσταση για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Για ορισμένες επιχειρήσεις, η ρύθμιση ίσως να λειτουργήσει ως «σανίδα σωτηρίας», ενώ για άλλες ως «ταφόπλακα» οριστικής εκκαθάρισης, με αβέβαιο το μέλλον των εργαζόμενων σε αυτές. Ειδικότερα η επιλογή ένταξης στον «εξωδικαστικό συμβιβασμό», αφορά τις επιχειρήσεις που χρωστούν πάνω από 20.000 € σε τράπεζες, εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία και τρίτους, ενώ αποκλείονται οι μικρές επιχειρήσεις και ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι θεωρητικά μπορούν να ενταχτούν ως φυσικά πρόσωπα στο νόμο Κατσέλη.
Επίσης, στη διαδικασία μπορούν να ενταχτούν μόνο οι επιχειρήσεις που έχουν συναίνεση 3/5 (60%) των πιστωτών και υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Βασικό «κριτήριο επιλεξιμότητας» είναι το θετικό «καθαρό αποτέλεσμα» προ φόρων, σε μια τουλάχιστον από τις τρεις τελευταίες χρήσεις. Έτσι βγάνουν εκτός ρύθμισης μεγάλο μέρος μικρομεσαίων ατομικών επιχειρήσεων, ενώ εξυπηρετούνται κυρίως θυγατρικές πολυκλαδικών και πολυεθνικών ομίλων, που μπορούν στα πλαίσια του «ενοποιημένου ισολογισμού» να εμφανίζουν κερδοφόρα χρήση ή θετική «καθαρή θέση».
Επίσης, δεν μπορούν να υποβάλλουν αίτηση, οι επιχειρήσεις που έχουν οφειλές πάνω από 85% σε έναν μόνο πιστωτή. Το τελευταίο εκτός από δυσμενή μεταχείριση, δεν διευκολύνει την επίλυση του προβλήματος για σειρά επιχειρήσεων.
Παρ’ ότι το αρχικό κείμενο του Ν/Σ δεν προέβλεπε διαγραφή «βασικής οφειλής» προς το δημόσιο (παρακρατούμενοι φόροι υπέρ του δημοσίου, χρέη από ΦΠΑ, εισφορές προς ασφαλιστικά ταμεία, ποσά και καταπτώσεις εγγυήσεων που έχουν χορηγηθεί για δάνεια με εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, κά), κάτω από την πίεση των υπερεθνικών αφεντικών και της εθελόδουλης ολιγαρχίας, γίνονται πολύ ευνοϊκές ρυθμίσεις. Εκτός από αφαίρεση τόκων υπερημερίας πιστωτικών ιδρυμάτων και μεγάλου μέρους των προστίμων και προσαυξήσεων χρεών προς δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, προβλέπεται και διαγραφή χρεών από ΦΠΑ!
Όσον αφορά για τις επιχειρήσεις που χρωστούν ως 20.000 ευρώ «βασικής οφειλής» στο δημόσιο, προβλέπεται ειδική ρύθμιση. Από 3.000-20.000 ευρώ, η αποπληρωμή γίνεται σε 120 δόσεις, με ελάχιστη δόση 50 ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής της «βασικής οφειλής», ενώ για οφειλές ως 3.000 ευρώ, η αποπληρωμή μαζί και των προσαυξήσεων, γίνεται τμηματικά ως 36 μηνιαίες δόσεις και ελάχιστο ποσό 50 ευρώ, χωρίς δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού. Κι εδώ παρατηρείται δυσμενέστερη μεταχείριση των ασθενέστερων!
Τέλος, το πλαίσιο εξωδικαστικής ρύθμισης, δεν προβλέπει καμιά διασφάλιση για καταβολή «δεδουλευμένων» (μισθών και ημερομισθίων) στους εργαζόμενους των επιχειρήσεων που μπαίνουν στην εξωδικαστική ρύθμιση.!
Όσον αφορά στο τελικό αποτέλεσμα των ρυθμίσεων, ουσιαστικά αφήνεται στη βούληση οφειλετών και πιστωτών και τελικά στους μηχανισμούς της αγοράς. Πρόκειται για παθητική θεώρηση ενός κρίσιμου οικονομικού, κοινωνικού και αναπτυξιακού προβλήματος. Όταν μιλάμε για εξωδικαστικό διακανονισμό χρεών εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, χωρίς να υπάρχει κανένα σχέδιο σύνδεσης της ρύθμισης με δημόσιες πολιτικές (πχ. κλαδικές πολιτικές, διαδικασίες αναδιάρθρωσης κλάδων, πολιτική εξαγορών και συγχωνεύσεων, δημιουργίας δικτυώσεων κά), και τον ενεργό ρόλο του δημοσίου, τότε η διαδικασία παραγωγικής ανόρθωσης της οικονομίας και εξόδου από την κρίση αφήνεται στην τύχη της.
Η εναλλακτική πρόταση της ΛΑΕ
Η εναλλακτική πρόταση της ΛΑΕ προβλέπει, την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και των οφειλών στο δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, στα πλαίσια ενός μεταβατικού προγράμματος φιλολαϊκής εξόδου από την κρίση με ορίζοντα τη σοσιαλιστική προοπτική.
Ειδικότερα για τις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις προτείνει τη γενναία διαγραφή χρεών σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις που έκλεισαν λόγω κρίσης, σε επαγγελματίες που έχασαν τη δουλειά τους, σε αυτοαπασχολούμενους και σε αγρότες, εφόσον έχουν χαμηλά εισοδήματα και μικρή περιουσία. Μερικό «κούρεμα» κόκκινων δανείων σε μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις ανάλογα με τη μείωση του τζίρου και του εισοδήματος, καθώς ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις υπόλοιπες (χαμηλό επιτόκιο, παράταση χρόνου εξόφλησης, κά) με διατήρηση της απασχόλησης.
Για τις μεγάλες επιχειρήσεις, εφαρμογή διαχειριστικού ελέγχου για εντοπισμό «θαλασσοδανείων» και δόλιων πρακτικών δημιουργίας «κόκκινων δανείων» και με καταλογισμό ευθυνών. Προσδιορισμός δυνατοτήτων συνέχισης λειτουργίας της επιχείρησης (business plan) και μετοχοποίηση δανείων σε τράπεζες υπό δημόσιο έλεγχο, με τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας. Για τις επιχειρήσεις που συνεχίζουν τη λειτουργία τους με «αυτοδιαχειριστικά» και «συνεταιριστικά» σχήματα, ευνοϊκές ρυθμίσεις με διατήρηση των θέσεων εργασίας. Τέλος κατάργηση εισπρακτικών εταιριών και μνημονιακών νόμων που ανοίγουν δρόμο στην αρπαγή κατοικιών και λαϊκών περιουσιών από τράπεζες, ειδικές εταιρίες και ξένα funds.
Ειδικότερα για χρέη στο δημόσιο, θεωρεί αναγκαία τη διαγραφή χρεών σε οφειλέτες με χαμηλά εισοδήματα και μικρή περιουσία, καθώς χρεών ευπαθών κοινωνικών ομάδων (χρόνια άνεργοι, ασθενείς, κ.ά.). Ευνοϊκές ρυθμίσεις (μακρόχρονη εξόφληση, διαγραφή προσαυξήσεων, κ.ά.), για χρέη οφειλετών μεσαίου εισοδήματος και περιουσίας και μερική διαγραφή ανάλογα με τη μείωση του εισοδήματος. Στις περιπτώσεις συνυπολογισμού χρεών σε τράπεζες και δημόσιο, το ύψος της δόσης να μην ξεπερνά το 1/3 του ετήσιου εισοδήματος. Στις υπόλοιπες κατηγορίες οφειλετών, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα περί αναγκαστικής είσπραξης. Σε κάθε περίπτωση δεν θίγεται το ακατάσχετο της Α’ κατοικίας, μέχρι ενός ορίου που δεν συνεπάγεται κατοχή αφανούς πλούτου και πολυτελούς διαβίωσης.
Όσον αφορά στις οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία, η αντιμετώπιση τους επιβάλλει την επαναφορά της ρύθμισης των 100 δόσεων, όπως προέβλεπε ο Ν.4321/2015, το πάγωμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών επαγγελματιών – για δικές τους εισφορές – και δυνατότητα μεταφοράς στο τέλος του ασφαλιστικού βίου, με επιλογή είτε εξαγοράς, είτε αφαίρεσής τους από το χρόνο ασφάλισης, για τον υπολογισμό της σύνταξης. Τέλος, απόλυτη προστασία της α’ κατοικίας από πλειστηριασμούς και κατασχέσεις, καθώς και έρευνα με τιμωρία των υπευθύνων της κακοδιαχείρισης των αποθεματικών, πάταξη της εισφοροδιαφυγής και «μαύρης εργασίας», κά.
Η εφαρμογή των πιο πάνω μέτρων αντιμετώπισης της υπερχρέωσης χιλιάδων επιχειρήσεων, εντάσσεται στα πλαίσια μιας γενικότερης πολιτικής φιλολαϊκής εξόδου την κρίση, η οποία προϋποθέτει επίσης, δημόσια ιδιοκτησία και κοινωνικό έλεγχο των τραπεζών, φορολογική ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων, κατάργηση φορολογικών και άλλων προνομίων της ολιγαρχίας, βαθιά διαγραφή δημόσιου χρέους και αναστολή πληρωμής τοκοχρεολυσίων, ενίσχυση αγοραστικής δύναμης μισθών, συντάξεων και λαϊκών εισοδημάτων, απαλλαγή από την ευρωζώνη και μετάβαση στο Εθνικό Νόμισμα, εφαρμογή προγράμματος παραγωγικού μετασχηματισμού της οικονομίας και μείωσης της ανεργίας, κά.
Εξυπακούεται ότι όλα αυτά απαιτούν την ανάπτυξη ισχυρού κινήματος αντίστασης και ανατροπής των μνημονιακών μέτρων, που θα λειτουργήσει ως «όχημα» ανάδειξης κυβέρνησης των αριστερών, αντιμνημονιακών, ριζοσπαστικών, πατριωτικών δυνάμεων, που θα κάνει πράξη τις πιο πάνω θεμελιακές επιλογές που ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές στην ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα στη νέα γενιά.
Το Γραφείο Τύπου
3/4/2017