Π. ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ: Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΜΙΝΤΙΑΚΗ ΟΛΙΓΑΡΧΙΑ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΠΝΙΞΟΥΝ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΓΡΑΦΟΜΕΝΟ ΝΕΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
Ο Παν. Λαφαζάνης, μιλώντας στη συνέντευξη Τύπου όπου η ΛΑ.Ε παρουσίασε το φυλλάδιο της παράταξης για το πέρασμα από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα στη βάση του ριζοσπαστικού προγράμματός της, τόνισε μεταξύ άλλων:
«Ένα μεγάλο, συνεχώς ογκούμενο, λαϊκό κύμα σαρώνει την κοινωνία κατά του ευρώ και υπέρ του εθνικού νομίσματος. Αυτό το λαϊκό ρεύμα, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, είναι πλειοψηφικό μέσα στα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα και τείνει να διαμορφώσει ένα νέο πολιτικό σκηνικό.
Τα κατεστημένα κέντρα μιας παρακμιακής πολιτικής και μιντιακής ολιγαρχίας, η οποία μόνο μεγάλα εγκλήματα διαπράττει σε αυτήν τη χώρα, προσπαθεί με νύχια και με δόντια να αποκρύψει τη νέα πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα και φιμώνει τη ΛΑ.Ε, η οποία αναδεικνύει μια ενωτική, μετωπική και ρεαλιστική εναλλακτική πρόταση που μπορεί να την εκφράσει.
Σήμερα η μιντιακή εικονική πραγματικότητα εμφανίζει στο προσκήνιο τις ανούσιες και άθλιες αντιπαραθέσεις πάνω στα ερείπια της χώρας ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ. ΣΥΡΙΖΑ, όμως και ΝΔ, Τσίπρας και Μητσοτάκης έχουν το ίδιο καταστροφικό μνημονιακό πρόγραμμα και αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: του ευρώ.
Το πραγματικό δίλημμα της χώρας, αυτό που συζητούν οι πολίτες και η κοινωνία, είναι το διακύβευμα ευρώ ή εθνικό νόμισμα στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος ανασυγκρότησης και παραγωγικού μετασχηματισμού και αυτό το δίλημμα απουσιάζει από την ατζέντα μιας παρακμιακής πολιτικής ζωής και μιας μιντιακής ολιγαρχίας, των οποίων οι πρωταγωνιστές γρήγορα θα λογοδοτήσουν.
Δεν είμαστε «δραχμόπληκτοι», είπε ο Παν. Λαφαζάνης, «δεν έχουμε φετίχ με το εθνικό νόμισμα, αλλά είναι που έχουν μετατρέψει σε δόγμα και θρησκεία το ευρώ, ληστεύοντας τον τόπο και τον λαό. Εμείς θέλουμε το εθνικό νόμισμα όχι ως αυτοσκοπό αλλά για να μπορέσουμε να απαλλάξουμε την χώρα από τα μνημόνια και την λιτότητα, για να διαγράψουμε το χρέος, για να προωθήσουμε μια ευρεία σεισάχθεια στα ιδιωτικά χρέη των πιο αδύνατων, για να εθνικοποιήσουμε τις τράπεζες και να θέσουμε σε κίνηση ένα καινοτόμο πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης και μετασχηματισμού της χώρας».
Στη συνέχεια τοποθετήθηκαν για το ίδιο θέμα τα μέλη της ΠΓ της ΛΑ.Ε, Γ. Τόλιος, Μαρ. Τσίχλη, Παν. Σωτήρης και Παν. Μαντάς.
Γιάννης Τόλιος:
«Θεωρώ αναγκαίο να τονίσω εξ αρχής, ότι το ευρώ δεν είναι ένα συνηθισμένο νόμισμα, αλλά αποτελεί τον πυρήνα του ευρωσυστήματος της λεγόμενης «ευρωπαϊκής ενοποίησης» και επηρεάζει καταλυτικά τις οικονομικές, πολιτικές και διεθνείς σχέσεις κάθε χώρας και ιδιαίτερα της Ελλάδας με τα Μνημόνια. Το ευρώ αναιρεί θα λέγαμε, την πεμπτουσία της εθνικής και της λαϊκής κυριαρχίας.
Επίσης η οικονομική διάσταση του ευρώ, δεν αφορά μόνο στο πεδίο της νομισματικής-συναλλαγματικής πολιτικής, αλλά επηρεάζει άμεσα όλες τις πτυχές της οικονομικής πολιτικής, μέσα από τους λεγόμενους θεσμικούς πυλώνες. Δηλ. εκτός από την ΕΚΤ, το Σύμφωνο Σταθερότητας, το ΕΜΣ, το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, την Τραπεζική Ενοποίηση, τα 6μηνα συντονισμού, κ.ά. Κατά συνέπεια η ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, αποτελεί κρίσιμο βήμα για την ουσιαστική ανάκτηση του ελέγχου της οικονομικής πολιτικής και «εν πολλοίς» της εθνικής κυριαρχίας.
Η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα παρ’ ότι είναι αναγκαίο βήμα, δεν επαρκεί από μόνο του, να εξασφαλίσει την έξοδο από την κρίση σε φιλολαϊκή κατεύθυνση. Χρειάζεται παράλληλα η εφαρμογή σειράς μέτρων, για την παραγωγική ανόρθωση, τη δραστική μείωση της ανεργίας, την ενίσχυση λαϊκού εισοδήματος, κ.ά., πράγματα που αναφέρονται στο αναλυτικό κείμενο της πρότασης της ΛΑ.Ε.
Εθνικό Νόμισμα, ισοτιμία και ευέλικτη συναλλαγματική πολιτική
Υπάρχει μεγάλο μπέρδεμα, άλλοτε από άγνοια, αλλά κυρίως συνειδητά από τα κυρίαρχα «μ.μ.ε.» και τις μνημονιακές δυνάμεις, γύρω από το θέμα της ισοτιμίας, της ενδεχόμενης υποτίμησης, κ.ά., τα οποία τροφοδοτούν τα στερεότυπα της «κινδυνολογίας».
Δεν υπάρχει a priori πλεονέκτημα ή μειονέκτημα, σε μια υποτίμηση ή ανατίμηση του νομίσματος. Είναι θέμα να εκτιμήσεις, με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα της οικονομίας και τις κοινωνικές-πολιτικές προτεραιότητες, για τις κατευθύνσεις συναλλαγματικής πολιτικής που χρειάζεται να εφαρμοστεί.
Η διαμόρφωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας εξαρτάται κατ’ αρχήν από την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (έχει ως πυρήνα την παραγωγικότητα), η οποία εκδηλώνεται κυρίως στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, αλλά επηρεάζεται και από το δημοσιονομικό ισοζύγιο, τα επιτόκια, κ.ά.
Στην οικονομική θεωρεία υπάρχουν «πρότυπα» ή «μοντέλα» συναλλαγματικής πολιτικής. Σχηματικά θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τρεις εναλλακτικές δυνατότητες στον καθορισμό της ισοτιμίας.
Α) Καθορισμός της συναλλαγματικής ισοτιμίας από την κυβέρνηση και ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, αλλά χωρίς δυνατότητα ρύθμισης επιτοκίων. Β) Ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και ρύθμιση επιτοκίων, αλλά χωρίς δυνατότητα ρύθμισης της ισοτιμίας (αυτή γίνεται από τις διεθνείς αγορές συναλλάγματος με ανοικτά τα κερδοσκοπικά παιγνίδια). Γ) Καθορισμός ισοτιμίας από την κυβέρνηση και ρύθμιση ύψους επιτοκίων, αλλά και έλεγχο της κίνηση κεφαλαίων.
Αυτήν την τελευταία εκδοχή θεωρούμε ως καταλληλότερο όχημα για την περίπτωση μας, κατά τη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα, παράλληλα με όλα τα υπόλοιπα μέτρα που αναφέραμε.
Μετά τη μετάβαση – από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα – σε αναλογία 1:1, εφαρμόζουμε ευέλικτη συναλλαγματική πολιτική. Δηλ. με βάση τα αντικειμενικά δεδομένα της οικονομίας και έχοντας πάντα σημαία το μεταβατικό πρόγραμμα προοδευτικής εξόδου από την κρίση, αναπροσαρμόζουμε αν χρειαστεί την ισοτιμία του εθνικού νομίσματος (όχι φυσικά κάθε …Σαββατοκύριακο), αλλά μετά από κάποιο εύλογο διάστημα, έχοντας πάντα στο επίκεντρο, τα συμφέροντα των εργαζόμενων, του ελληνικού λαού, τις ανάγκες παραγωγικού μετασχηματισμού της χώρας».
Μαριάννα Τσίχλη:
Η συζήτηση για την έξοδο από την ΟΝΕ μοιάζει σαν να είναι απαγορευμένη στο δημόσιο λόγο. Και σε όλες τις περιόδους που αναζωπυρώθηκε η συζήτηση για το ζήτημα του νομίσματος, χαρακτηρίσθηκε, όπως και τώρα, από απίστευτη κινδυνολογία. Μάλιστα, οι ισχυρισμοί που διατυπώνονται είναι τόσο αδιανόητοι, που αποδίδονται σε «τραπεζικούς κύκλους» και «παράγοντες της αγοράς», φυσικά χωρίς όνομα, αφού κανείς στοιχειωδώς σοβαρός άνθρωπος δε θα αναπαρήγαγε τόσο αντιεπιστημονικούς και αβάσιμους ισχυρισμούς, όσο και αν ήθελε να τρομοκρατήσει.
Η παραφιλολογία και η δαιμονοποίηση για τις υποτιμήσεις δεν είναι τυχαία, ούτε ουδέτερη. Προκύπτει από το γεγονός ότι οι υποτιμήσεις υπονομεύουν εν δυνάμει τη σταθερότητα των αποδόσεων και των κερδών στο χρηματοπιστωτικό τομέα, διαμορφώνοντας συνθήκες μη αποδεκτές για το νεοφιλελευθερισμό. Όμως, σε ότι αφορά στα λαϊκά στρώματα, οι πολιτικές αυτές μπορούν εν δυνάμει να τα προστατεύσουν.
Η μεγαλύτερη τρομοκρατία γύρω από το θέμα της υποτίμησης, είναι ότι θα προκαλέσει εκτόξευση των τιμών και ελλείψεις σε αγαθά.
Τίποτα από αυτά δεν είναι αλήθεια. Ο ισχυρισμός ότι η υποτίμηση μεταφέρεται ισοδύναμα στην αγοραστική δύναμη, ότι δηλαδή μία υποτίμηση οδηγεί σε αντίστοιχη μείωση της μέσης αγοραστικής δύναμης, είναι ψευδής και αντιεπιστημονικός. Είναι γνωστό ότι ένα σύνολο προϊόντων και υπηρεσιών παράγονται εσωτερικά, ενώ άλλα μπορούν να υποκατασταθούν. Στο κόστος παραγωγής των προϊόντων αυτών ενσωματώνεται το κόστος εργασίας ή και πρώτες ύλες που παράγονται εσωτερικά, που δε θα ανατιμηθούν, αλλά μπορούν να διατηρηθούν σταθερές.
Τα λαϊκά στρώματα σε μεγαλύτερο βαθμό καταναλώνουν εσωτερικά παραγόμενα προϊόντα και έτσι τα όποια αποτελέσματα της υποτίμησης θα έπλητταν κυρίως τα πιο εύπορα στρώματα. Σίγουρα δε, θα έπλητταν πολύ λιγότερο τα φτωχότερα στρώματα, από ότι έχουν κάνει τα οριζόντια μνημονιακά μέτρα, όπως είναι για παράδειγμα η αύξηση του ΦΠΑ. Άλλωστε, τα φτωχότερα στρώματα και το λαϊκό εισόδημα θα ενισχυθούν με ένα σύνολο μέτρων, με την αύξηση μισθών και συντάξεων, με την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων και των εγγυήσεων του εργατικού δικαίου, εκτεταμένο πρόγραμμα δημόσιων επενδύσεων με συλλογικό, δημοκρατικό και κοινωνικό σχεδιασμό κ.λ.π. Έτσι, δεν έχει καμία απολύτως βάση ο ισχυρισμός ότι θα αυξηθούν δραματικά οι τιμές των αγροτοδιατροφικών προϊόντων (στα οποία η Ελλάδα έχει παραγωγική επάρκεια, δηλ. η εγχώρια παραγωγή μπορεί να καλύψει την εγχώρια ζήτηση), ή ότι θα σημειωθούν τεράστια προβλήματα στην αγορά, όπως δεν έχουν και καμία βάση οι ισχυρισμοί ότι τα αυτοκίνητα θα κοστίζουν το βάρος τους σε χρυσάφι. Αντίθετα, μία τέτοια επιλογή θα οδηγήσει στην μείωση των εισαγωγών και στην αύξηση των εξαγωγών.
Από μελέτες που έχουμε κάνει προκύπτει ότι η ελαστικότητα τιμών των εισαγόμενων προϊόντων σε σχέση με τη διακύμανση των συναλλαγματικών ισοτιμιών είναι υψηλή για την Ελλάδα, υψηλότερη από ότι για άλλες χώρες της ΟΝΕ. Επομένως, είναι πιο εύκολο να υποκατασταθούν οι εισαγωγές και με τη διακύμανση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και μία περιορισμένη σχετικά υποτίμηση θα οδηγηθούμε γρήγορα σε αύξηση των εξαγωγών και μείωση των εισαγωγών.
Επομένως, οι κινδυνολογίες δεν έχουν καμία απολύτως βάση και απλώς χρησιμοποιούνται για να δημιουργούν τρομοκρατία.
Όπως ειπώθηκε, η έξοδος από την ΟΝΕ και η επιστροφή σε εθνικό νόμισμα είναι ένα αναγκαίο και αναντικατάστατο μέτρο του ριζοσπαστικού μεταβατικού προγράμματος, αλλά δεν είναι το μοναδικό. Αντίθετα, το πρόγραμμα της ΛΑ.Ε περιλαμβάνει ορισμένους συνεκτικούς στόχους, η εφαρμογή των οποίων είναι η μόνη εναλλακτική λύση για την έξοδο από την κρίση προς όφελος των λαϊκών τάξεων και για τη ριζική αλλαγή των συσχετισμών δύναμης.
Πρώτο, αυτονόητο μέτρο, η κατάργηση των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων και η λήψη μέτρων στήριξης του λαϊκού εισοδήματος.
Δεύτερο και κρίσιμο μέτρο είναι η παύση πληρωμών, η μη αναγνώριση και η διαγραφή του χρέους. Αυτό είναι ένα στρατηγικό μέτρο, χωρίς το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος από την κρίση. Το ελληνικό χρέος, όπως ομολογεί ακόμα και το ΔΝΤ, δεν είναι βιώσιμο και αποτελεί θηλιά στο λαιμό των λαϊκών στρωμάτων. Η εξυπηρέτησή του προϋποθέτει την εκροή τεράστιων πόρων από το εσωτερικό της χώρας, οι οποίοι έτσι χάνονται από τη χρηματοδότηση των αναγκών της κοινωνίας και από τη δυνατότητα να στραφούν σε παραγωγικές επενδύσεις. Χωρίς ριζική διαγραφή του χρέους, και μάλιστα μονομερή, δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος από την κρίση προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων.
Τρίτο μέτρο είναι η εθνικοποίηση του πιστωτικού συστήματος και η λειτουργία του, στο σύνολό του από ένα δημόσιο πιστωτικό ίδρυμα.
Τέταρτο μέτρο είναι η εθνικοποίηση των μεγάλων παραγωγικών μονάδων και των στρατηγικών επιχειρήσεων και η λειτουργία τους κάτω από ένα συλλογικό, δημοκρατικό, κοινωνικό σχεδιασμό. Οι τομείς αυτοί σίγουρα περιλαμβάνουν, χωρίς να περιορίζονται εκεί, την ύδρευση, την ενέργεια, τις μεταφορές, τις τηλεπικοινωνίες, την κατασκευή και λειτουργία βασικών υποδομών (δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια κλπ.)
Φυσικά, γνωρίζουμε πολύ καλά ότι αυτά τα μέτρα είναι ασύμβατα με την ΕΕ και με τους οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς της. Γνωρίζουμε ότι η ΕΕ αποτελεί μηχανισμό σταθεροποίησης και επέκτασης του νεοφιλελευθερισμού. Έτσι, το μεταβατικό πρόγραμμα είναι μια πορεία σύγκρουσης και ρήξης με τους νεοφιλελεύθερους κανόνες της ΕΕ, που ανοίγει τις διαδικασίες, με την θέληση και τους αγώνες του λαού, για την αποδέσμευση της χώρας και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Για την εφαρμογή του προγράμματος είναι απαραίτητη και μια άλλη συνθήκη. Το αριστερό, ριζοσπαστικό κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο. Κοινωνικό μέτωπο, με την έννοια της συμμαχίας για την επιβολή αυτών των ριζοσπαστικών μέτρων, όλων εκείνων των κοινωνικών στρωμάτων που έχουν αντικειμενικό συμφέρον στην υλοποίηση μίας τέτοιας πολιτικής. Των στρωμάτων που τσακίστηκαν από την καπιταλιστική κρίση και τη μνημονιακή της διαχείριση και δεν έχουν καμία προοπτική εντός των κυρίαρχων πλαισίων. Της εργατικής τάξης, των ευρύτατων στρωμάτων της ελαστικής και κακοπληρωμένης διανοητικής εργασίας, των στρωμάτων που δεν διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία ή τα είδαν να εξανεμίζονται την επταετία των μνημονίων, της νεολαίας ιδιαίτερα, που η μόνη της σχεδόν προοπτική είναι η μετανάστευση.
Πολιτικό μέτωπο, με την έννοια της συμμαχίας των δυνάμεων της αριστεράς που μπορούν να συμφωνήσουν στα βασικά σημεία του προγράμματος που περιγράψαμε. Η έλλειψη της πολιτικής συμμαχίας της αριστεράς υπό ένα κοινό, ριζοσπαστικό πρόγραμμα έπαιξε ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων χρόνων, όπως πολύ μεγάλο ρόλο παίζει και σήμερα. Και εδώ πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Εμείς πιστεύουμε ότι οι προγραμματικοί άξονες που περιγράφουμε συνιστούν μία υπαρκτή, σημαντική και επαρκή ενιαία βάση, που θα μπορούσε να είναι λίγο – πολύ κοινή για τις δυνάμεις της σημερινής ελληνικής αριστεράς. Οι διαγκωνισμοί, η μικροπολιτική, οι διαφωνίες για ζητήματα που στο σημερινό συσχετισμό δύναμης είναι πραγματικά περί του φύλου των αγγέλων, προσφέρουν αρνητικές υπηρεσίες στο λαό και στο κίνημα. Κατά τη δική μας άποψη, οι κοινές βάσεις υπάρχουν, αυτό που λείπει είναι η πολιτική βούληση και η συναίσθηση ότι βρισκόμαστε σε μια περίοδο καμπής, που η αριστερά πρέπει να βρει τους τρόπους να αναδειχθεί σε αντίπαλη κοινωνική δύναμη. Έτσι, το κάλεσμά μας σε όλες τις δυνάμεις της αριστεράς που αποδέχονται τους προγραμματικούς άξονες που θέσαμε, είναι διαρκές, όχι μόνο για να έχουμε κοινή δράση στους αγώνες και στους επιμέρους χώρους, αλλά και για την από κοινού πολιτική υποστήριξη της εναλλακτικής προοπτικής διεξόδου προς όφελος των εργαζόμενων τάξεων».
Παναγιώτης Σωτήρης:
«Δεν κρύβουμε ότι η πρόταση που κάνουμε κρύβει πραγματικές δυσκολίες. Όμως, αυτές οι δυσκολίες είναι πολύ λιγότερες από την συνθήκη ταπείνωσης που βιώνει η κοινωνία μετά το 2010 και την οποία θα συνεχίσει να υφίσταται, αν δεν αλλάξουν τα πράγματα, για πολλές δεκαετίες ακόμη. Δεν προτείνουμε απλώς μια αλλαγή νομίσματος ή οικονομικής πολιτικής, αλλά έναν άλλο δρόμο για την ελληνική κοινωνία, σε ρήξη με το νεοφιλελεύθερο και ταξικό πυρήνα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Έναν άλλο δρόμο που συνεπάγεται συγκρούσεις και τις μερίδες του πολυεθνικού κεφαλαίου που εκμεταλλεύονται την αρχιτεκτονική του ευρώ αλλά και με τις μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου, της ελληνικής ολιγαρχίας που απαιτούν την με κάθε κόστος παραμονή στην ευρωζώνη και στηρίζουν τις μνημονιακές πολιτικές για να ενισχύσουν την κερδοφορία τους. Έναν άλλο δρόμο αγώνα και συλλογικής προσπάθειας για τον παραγωγικό μετασχηματισμό, για να πάρουν τις τύχες του τόπου στα χέρια τους οι δυνάμεις της εργασίας, της γνώσης και του πολιτισμού. Στις λαϊκές δυνάμεις υπάρχει ακόμη μεγάλο απόθεμα οργής και διάθεση αγώνα, που τώρα δεν βρίσκει διέξοδο. Βοηθώντας να φανεί ότι όντως μπορούν τα πράγματα να πάνε αλλιώς, ότι δεν είναι μονόδρομος η καταστροφή και η απελπισία, βοηθάμε στο να ξαναγυρίσει η ελπίδα και η αυτοπεποίθηση στο λαό».
Παναγιώτης Μαντάς:
«Στο κραχ του 1929 στις ΗΠΑ η ανεργία έφτανε το 25% και η απώλεια των εισοδημάτων το 50% Αν συγκρίνει κανείς αυτούς τους δείκτες με τους αντίστοιχους της Ελλάδας του 2017 καταλαβαίνει το σημείο που βρισκόμαστε και έπεται η συνέχεια με τα νέα μέτρα, το νέο μεσοπρόθεσμο και το 4ο Μνημόνιο. Μόνο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ μαζί με τους δορυφόρους ισχυρίζονται πως είναι δυνατό μέσα στο καθεστώς της δικτατορίας του ΕΥΡΩ να υπάρξει ανάσχεση. Στην πραγματικότητα όμως διαπραγματεύονται και πολιτεύονται για το πώς ο ένας θα πετάξει την βόμβα για να σκάσει στα χέρια του άλλου. Κατά τα άλλα η περαιτέρω παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη εγγυάται την κατάληξη στην βέβαιη τελική χρεοκοπία. Προς τα εκεί μας ζητάνε να βαδίσουμε όσοι επιμένουν να παραμείνουμε στο καθεστώς της Ευρωκατοχής και επισείουν κίνδυνους από την έξοδο από το Ευρώ. Στην ουσία μας ζητάνε να αυτοκτονήσουμε για να μην κινδυνεύσουμε δήθεν από μια πορεία σε αχαρτογράφητα νερά! Φτάνει πια. Με το σημερινό κείμενό της η ΛΑ.Ε συμβάλλει στην δημιουργία μιας σχολής σκέψης που μπορεί να μετεξελιχθεί σε πολιτικό ρεύμα έκφρασης ευρύτερων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας, όλων όσων αντιπαρατίθενται ή ασφυκτιούν από τα μνημόνια».
Το Γραφείο Τύπου της ΛΑ.Ε
Αθήνα, 07/02/2017