Μετατρέπουν και τα τρόφιμα σε χρηματιστηριακό προϊόν.
Της Δέσποινας Σπανού*
Μπορεί τα ΜΜΕ να εξαντλούν όλη την επικαιρότητα στις εσωκομματικές αντιπαραθέσεις στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο ελληνικός λαός έχει μεγαλύτερα προβλήματα να αντιμετωπίσει και το πιο σημαντικό είναι η ακρίβεια. Η Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση των χωρών του μπλοκ με τους ταχύτερους ρυθμούς αύξησης των γεωργικών προϊόντων (21%), πίσω μόνο από την Πορτογαλία (22%), όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία της EUROSTAT. Οι καταναλωτές πλήρωσαν σε Super-market το οκτάμηνο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2023, 524 εκατ. περισσότερα από όσα έδωσαν το αντίστοιχο διάστημα του 2022 για τα ίδια προϊόντα! Συγκεκριμένα η αξία των πωλήσεων της αγοράς καταναλωτικών προϊόντων, ανήλθε στα 585 εκατ. ευρώ, έναντι 457 εκατ. της αντίστοιχης περσινής περιόδου, δηλαδή αυξημένη κατά 9,8%. Οι πολίτες δείχνουν την αγωνία και την αγανάκτησή τους για την ακρίβεια, σύμφωνα με μεγάλη έρευνα της Pulse RC σε συνεργασία με το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, το 87% των πολιτών θεωρεί την ακρίβεια το μεγαλύτερο πρόβλημα, εκ των οποίων των 57% θεωρεί ότι είναι κυρίως θέμα της χώρας μας και μόνο το 38% πιστεύει ότι είναι διεθνές θέμα.
Μεγάλες αυξήσεις παρουσιάζονται στα τρόφιμα, στο ηλεκτρικό ρεύμα και στα καύσιμα, ενώ οι αυξήσεις στο ελαιόλαδο τείνουν να μετατρέψουν αυτό το πολύτιμο είδος για τη ζωή, σε χρηματιστηριακό προϊόν. Η κατάσταση είναι τέτοια, που ενώ κατά την περίοδο της κρίσης αντιμετώπισαν προβλήματα επιβίωσης όσοι έχασαν τη δουλειά τους, ή μειώθηκε δραστικά το εισόδημά τους, τώρα αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης και αναγκάζονται να μειώσουν προμήθειες τροφίμων πολίτες με εισόδημα, το οποίο όμως εξανεμίζεται στα μέσα του μήνα λόγω της ακρίβειας. Οι μόνοι που κερδίζουν είναι οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι της ενέργειας, των καυσίμων, των τροφίμων.
Συγκεκριμένα:
Η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος που ήδη είχε αυξηθεί τρομερά το προηγούμενο διάστημα, αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Για το Νοέμβριο έχουν ήδη ανακοινωθεί αυξήσεις από τις εταιρείες από 50%-80%! Οι αιτίες όμως δεν είναι αντικειμενικές, όπως θέλουν να τις παρουσιάσουν, προβάλλοντας τον πόλεμο ή τη κρίση στη Μέση Ανατολή. Βασικός λόγος της διαμόρφωσης της τιμής είναι η σύνδεση της χονδρεμπορικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας με τις εξελίξεις της αγοράς του Χρηματιστηρίου ενέργειας και του Χρηματιστηρίου των ρύπων.
Το Χρηματιστήριο της ενέργειας ψηφίστηκε από τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και φυσικά συνεχίστηκε από την N.Δ. με πολύ χειρότερες προϋποθέσεις. Αυτό σε συνδυασμό με τη ρήτρα αναπροσαρμογής (ψηφίστηκε επί κυβέρνησης Σαμαρά και συνεχίζεται μέχρι σήμερα), έχει σαν αποτέλεσμα να είναι η Ελλάδα πρωταθλήτρια στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος.
Γνωρίζουμε ότι οι χρηματιστηριακές τιμές διαμορφώνονται και με βάση το κλίμα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Σήμερα λοιπόν με άλλοθι τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή ανεβαίνουν οι τιμές και οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι των καυσίμων και της ενέργειας, ενώ έχουν αγοράσει και έχουν παράξει με πολύ μικρότερο κόστος, πωλούν σε πολύ μεγαλύτερες τιμές και αποκομίζουν τεράστια κέρδη, λεηλατώντας τα λαϊκά εισοδήματα. Οι αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας μεταφέρονται σε όλα τα είδη και κυρίως στα τρόφιμα. Και πάλι κερδισμένες είναι οι μεγάλες αλυσίδες Super-market που είδαν τα κέρδη τους να αυξάνονται κατά 39,9% κατά το πρώτο οκτάμηνο του 2023 σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό, ενώ ο όγκος των πωλήσεων μειώθηκε. Κερδίζουν δηλαδή περισσότερα από λιγότερα είδη, αφού οι τιμές παρουσίασαν αύξηση κατά 10,9%. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως που αντιμετωπίζουμε είναι η εκρηκτική αύξηση της τιμής του ελαιολάδου, που πλέον έχει μετατραπεί σε χρηματιστηριακό προϊόν. Η ελιά και το λάδι είναι συνυφασμένα με τον τόπο μας. Η διατροφή μας στηρίζεται στο λάδι. Η καλλιέργειά της χάνεται στους αιώνες. Την ελιά τίμησαν, τραγούδησαν και ζωγράφισαν ποιητές και ζωγράφοι όλων των εποχών, ήταν το έπαθλο των αθλητών στους ολυμπιακούς αγώνες της αρχαιότητας και αποτελεί την βάση της μεσογειακής, της πιο υγιεινής διατροφής. Σήμερα όμως τείνει να γίνει είδος πολυτελείας. Υπάρχει μια απίστευτη αισχροκέρδεια από την οποία κερδίζουν πολλοί, όχι όμως στον ίδιο βαθμό. Κερδίζουν οι ελαιοπαραγωγοί, πολύ περισσότερο όμως οι έμποροι και φυσικά η κυβέρνηση μέσω του αυξημένου Φ.Π.Α., που μπαίνει στα κρατικά ταμεία. Μεγάλος χαμένος είναι ο καταναλωτής που δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του σπιτιού του. Επικαλούνται διάφορους λόγους για την αύξηση, που όμως δεν συμβάλουν στον ίδιο βαθμό. Συγκεκριμένα:
- Έχει μειωθεί η παραγωγή λόγω κλιματικής κρίσης. Η Ισπανία που έβγαζε 1,8-2 εκατ. τόνους, το 2022-2023 έβγαλε 700 χιλ. τόνους, η Ελλάδα από 280 χιλ. τόνους έπεσε στους 190 χιλ.-200 χιλ. τόνους. Η μείωση όμως δεν μπορεί να δικαιολογήσει την αυξημένη τιμή του διατιθέμενου ελαιόλαδου που είναι περσινής παραγωγής.
- 67% του ελαιολάδου παράγεται στην Ε.Ε., που είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός καταναλωτής και εξαγωγέας ελαιολάδου παγκοσμίως, ο δε Έλληνας μέχρι τώρα κατανάλωνε 12 Kg ετησίως ανά άτομο, που ήταν η μεγαλύτερη κατά κεφαλή κατανάλωση στην Ε.Ε., η οποία όμως ήδη έχει μειωθεί κατά 16% και τείνει να μειωθεί ακόμη περισσότερο. Εργαζόμενοι δηλώνουν ότι αντικαθιστούν με ηλιέλαιο ή καλαμποκέλαιο (που δεν έχουν την ίδια διατροφική αξία), διότι πρέπει να επιλέξουν μεταξύ του πετρελαίου θέρμανσης ή της καλής διατροφής! Οι συνέπειες λοιπόν είναι τραγικές.
- Η κυβέρνηση υποκριτικά επικαλείται μόνο τους παραγωγούς και αρνείται τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου, όπως είναι η διατίμηση ή η μείωση του Φ.Π.Α.. Ισχυρίζεται ότι στην Ισπανία που μειώθηκε δεν έφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα, διότι ο πληθωρισμός στα τρόφιμα έφθασε 10,54% το Σεπτέμβρη, έναντι 9,4% στην Ελλάδα. Αποκρύπτει όμως ότι στην Ελλάδα οι αγορές για είδη διατροφής καλύπτουν το 21% του οικογενειακού προϋπολογισμού, ενώ στην Ισπανία το 13%, όπως επίσης ότι στην Ελλάδα ο μέσος μισθός είναι 1.098 € καθαρά, ενώ στην Ισπανία 1.820 €! Αποκρύπτει επίσης ότι σύμφωνα με την Eurostat ο δείκτης τιμών τροφίμων στην Ελλάδα κινήθηκε σε υψηλότερα επίπεδα από την Ισπανία, 105,3 έναντι 98,2 με το 100 να είναι ο μέσος όρος στην Ε.Ε. Η Ελλάδα μάλιστα στην κατηγορία «έλαια – λίπη» που είναι και το ελαιόλαδο, είναι κατά 23,6% ακριβότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με πολύ χαμηλότερους βέβαια μισθούς.
- Ο κυριότερος λόγος που δεν παρεμβαίνει η κυβέρνηση είναι για να μην θίξει τα συμφέροντα των μεγάλων αλυσίδων Super-market, τα οποία έχουν αγοράσει το λάδι από τον παραγωγό πέρυσι 4,5-5 € και το πωλούν φέτος 13,5-14 €!!! Ακόμη και οι πρόσφατες αγορές από τον παραγωγό στη τιμή των 8 €, όταν πωλούνται 13,5-14 €, καταλαβαίνουμε τα τεράστια κέρδη που αποκομίζουν!
Το λάδι είναι βασικό είδος διατροφής. Ζούμε στην εποχή που ο εργαζόμενος αναγκάζεται να περικόψει και τρόφιμα για να μπορέσει να ανταπεξέλθει. Γυρίζουμε δεκαετίες πίσω. Οι μεγάλες επιχειρήσεις με τη στήριξη της κυβέρνησης, χρησιμοποιούν και την κλιματική κρίση (πυρκαγιές, πλημμύρες) ως νέα ευκαιρία για μεγαλύτερα κέρδη.
Ο Χειμώνας που έρχεται θα είναι πολύ σκληρός. Κινδυνεύει και η θέρμανση και η διατροφή του μέσου εργαζόμενου. Η Ελλάδα αναδεικνύεται σε μια από τις ακριβές χώρες.
Μην αποδεχθούμε αυτή την κατάσταση. Η μοναδική απάντηση στις πολιτικές αυτές που οδηγούν στην φτώχεια ακόμη και στην πείνα, είναι η ανάπτυξη μαζικών κοινωνικών αγώνων κατά της ακρίβειας, της αισχροκέρδειας, των συνεχών στερήσεων και της εξαθλίωσης του Ελληνικού λαού.
*Δέσποινα Σπανού είναι πρώην Αντιπρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, Στέλεχος της ΛΑΕ – ΑΑ