του Παναγιώτη Μωράκη
Διαψεύσεις
Οι πρόσφατες βουλευτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές απέδειξαν πως ήταν λανθασμένη η ανάλυση πολλών αριστερών οργανώσεων για παγίωση ενός νέου δικομματισμού ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα φαίνεται πως η μεταμνημονιακή κανονικότητα εμπέδωσης της λιτότητας σε συνδυασμό με συνεχόμενες κρισιακές καταστάσεις (πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία, πληθωρισμός, φυσικές καταστροφές, μεσανατολικό) για τις οποίες το κράτος δεν μπορεί, γιατί δεν θέλει, να παρέμβει ουσιαστικά δημιουργούν ένα πολύ ασταθές κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον το οποίο με την σειρά του διατηρεί ή και εντείνει την κρίση αντιπροσώπευσης. Φυσικά η τελευταία εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο συγκριτικά με μια δεκαετία πριν, λόγω συλλογικών εμπειριών αλλά και των συλλογικών υποκειμένων που παίζουν ρόλο στο σήμερα.
Τα γεγονότα του 2015 παγίωσαν σταδιακά την αντίληψη στην κοινωνία πως οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας είτε θα κινούνται εντός ενός προκαθορισμένου και ασφυκτικού πλαισίου (ΤΙΝΑ) είτε θα έχουν τον πολύ δύσκολο έως ακατόρθωτο στόχο να το υπερβούν. Μετά την ήττα του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 και την ευρύτερη απογοήτευση που αυτή προκάλεσε, κυριάρχησαν στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό δυνάμεις που κινούνται εντός του πλαισίου. Η έλλειψη σοβαρής εναλλακτικής που να μπορεί να συσπειρώνει οδήγησε σταδιακά στην αύξηση της αποχής, η οποία αποτελεί και το βασικότερο χαρακτηριστικό της “νέας” κρίσης εκπροσώπησης. Με άλλα λόγια ένα πολύ μεγάλο μέρος των “από τα κάτω” δεν βρίσκει καν κίνητρο να ψηφίσει γιατί θεωρεί ότι δεν αλλάζουν τα πράγματα ή, καλύτερα, θεωρεί ότι η ψήφος τους δεν έχει την δύναμη να καθορίσει την κατεύθυνση που αλλάζουν τα πράγματα. Άλλες όψεις της κρίσης εκπροσώπησης είναι η απολίτικη προσωποπαγής ψήφος (να τον δοκιμάσουμε και αυτόν), η τιμωρητική ψήφος (να φύγει ο Μπακογιάννης) ή ακόμα χειρότερα η ακροδεξιά ψήφος. Ταυτόχρονα αποδείχθηκε πως δεν υπάρχει δημοκρατία για την δημοκρατία, καθώς η τελευταία δεν είναι απλά μια κατάσταση αλλά τρόπος για την επίτευξη στόχων. Όταν επιβάλλεται μια μονολιθική οικονομική και κοινωνική κατεύθυνση , οι πολίτες δεν έχουν κανένα κίνητρο να υπερασπιστούν έστω και τη λειψή αστική δημοκρατία, με αποτέλεσμα να γίνονται ανεκτά φαινόμενα όπως αυτά των υποκλοπών κλπ.
Τέλος, οι πρόσφατες εκλογές απέδειξαν την διατρητότητα της θεωρίας του ώριμου φρούτου. Φαίνεται πως ακόμα και η “χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης” δεν πρόκειται να πέσει από μόνη της αλλά χρειάζεται να βρεθεί απέναντι σε μαζικό κίνημα και ανταγωνιστικό πολιτικό σχέδιο. Κάποιος βέβαια θα ισχυριζόταν ότι ο β’ γύρος των αυτοδιοικητικών εκλογών απέδειξε ότι μπορεί η τιμωρητική ψήφος να ανατρέψει (πολλές φορές εντυπωσιακά) τους εκπροσώπους της κυβέρνησης. Όμως στις επερχόμενες ευρωεκλογές και στις μετέπειτα βουλευτικές εκλογές δεν υπάρχει β’ γύρος, ο οποίος να συσπειρώσει όλους εκείνους που ανήκουν στον προοδευτικό χώρο ή τους ευρύτερα δυσαρεστημένους . Αυτό σε συνδυασμό με την ενισχυμένη αναλογική και την διαλυμένη αξιωματική αντιπολίτευση αποτελεί μαξιλάρι ασφαλείας για την ΝΔ.
Πολιτικό σύστημα σε κρίση
Από την άλλη φαίνεται πως η κυβέρνηση θα πορεύτει σε αυτή την τετραετία χωρίς το μεγαλύτερο αβαντάζ της, που ήταν η δημοσιονομική χαλαρότητα εξαιτίας του covid. Πράγματι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας είχε προειδοποιήσει από πριν της βουλευτικές εκλογές ότι πρέπει τα κόμματα να είναι φειδωλά στις υποσχέσεις τους καθώς από το 2024 επιστρέφει, ακόμα άγνωστο σε τι βαθμό και με ποιον τρόπο, η δημοσιονομική πειθαρχία. Για την Ελλάδα αυτό θα σημαίνει πρωτογενή πλεονάσματα , ενδεχόμενες έκτακτες μεταρρυθμίσεις και σίγουρα τον δραστικό περιορισμό ή την παντελή κατάργηση επιδομάτων και των έκτακτων pass κάθε είδους. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τον καλπάζοντα πληθωρισμό μειώνουν τον πραγματικό μισθό, ακυρώνοντας τις όποιες μικρές ονομαστικές αυξήσεις, γεγονός που θα δοκιμάσει σοβαρά την ανοχή των μισθωτών και των νέων που ψήφισαν ΝΔ και της χάρισαν άνετη εκλογική νίκη. Στην κυβέρνηση αναγνωρίζουν το πρόβλημα διαβάζοντας και τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων. Δεν ήταν τυχαία η επιδίωξη να ψηφιστούν από την πρώτη Κυριακή οι υποψήφιοι της σε περιφέρειες και μεγάλους δήμους, με τους φόβους να επιβεβαιώνονται. Χωρίς το χαρτί της σταθερής οικονομίας που να μπορεί να μοιράζει έστω και ψίχουλα, το αφήγημα της ΝΔ θα δεχτεί ισχυρό πλήγμα.
Στον ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται πως οι αντιφάσεις του πολιτικού του σχεδίου (οι οποίες υπήρχαν από το 2015) εκδηλώθηκαν με τον πιο αρνητικό τρόπο. Μετά την μνημονιακή συνθηκολόγηση ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να απορροφήσει τον χώρο του ΠΑΣΟΚ ώστε να εγκαθιδρυθεί ως ο προοδευτικός πόλος του πολιτικού συστήματος, κάνοντας στροφή στην, κυριολεκτικά ανύπαρκτη, μεσαία τάξη. Ταυτόχρονα, λόγω του αριστερού του παρελθόντος παραμένουν , σε επίπεδο εκφώνησης και όχι εφαρμοσμένης πολιτικής,αρκετές ισχυρές αριστερές φωνές που παίζουν ουσιαστικό ρόλο στην συλλογική ζωή του κόμματος. Ο ιδιαίτερος δυισμός του ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώθηκε καθ όλη την διάρκεια της τετραετίας καθιστώντας τον αναξιόπιστο σε όλα τα ακροατήρια. Δεν χρειάζεται να έχει σπουδάσει κανείς οικονομικά ή πολιτικές επιστήμες για να αντιληφθεί ότι δεν χωρούν στο ίδιο εκλογικό πρόγραμμα η φορολογική ελάφρυνση των επιχειρήσεων και η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών. Αποκομμένος απο τα λαϊκά στρώματα, ο ΣΥΡΙΖΑ διακύρητε χωρίς ενσυναίσθηση ότι χάρη στις πολιτικές του η χώρα βγήκε από τα μνημόνια , την ίδια ώρα που οι επιπτώσεις τους παραμένουν καθημερινό βίωμα. Έθεσε ως πολιτικό στόχο αρχών την απλή αναλογική για να την αποκηρύξει την επόμενη επειδή “δεν βγαίνουν τα κουκιά”. Την κρίσιμη ώρα των βουλευτικών εκλογών ούτε το αριστερό παρελθόν ούτε η χαρισματική προσωπικότητα του Αλέξη Τσίπρα μπόρεσαν να αποτρέψουν την συντριβή.
Ο Αλέξης Τσίπρας αντιλαμβανόμενος ότι το concensus του συνεδρίου του 2022 δεν είναι βιώσιμο, αποφάσισε να παραμερίσει ως ο συγκολλητικός παράγοντας, αφήνοντας χώρο στις διαφορετικές τάσεις και σχέδια να διαμορφώσουν μια νέα πλατφόρμα. Αυτό που συνέβη στην συνέχεια δεν έχει πολιτικό προηγούμενο και προφανώς συνιστά σύμπτωμα της πολιτικής και οργανωτικής μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ από αριστερό κόμμα αρχών σε πολυσυλλεκτικό αρχηγοκεντρικό κόμμα. Η υποψηφιότητα Κασελάκη, που πιθανότατα είχε ως αρχικό στόχο μια καλή καταγραφή του μπλοκ των “μη παραδοσιακά αριστερών στελεχών” του ΣΥΡΙΖΑ, κατέληξε ως σίφουνας να πάρει το κόμμα. Πολλά έχουν ειπωθεί από τότε. Ότι διανύουμε την μεταπολιτική, ότι πίσω από τον Κασελάκη βρισκόταν ο Τσίπρας ή ότι ο Κασελάκης είναι φυτευτός οικονομικών συμφερόντων ή των Αμερικάνων. Κατά την άποψή μου τα πράγματα ίσως είναι αρκετά πιο απλά. Ζητήθηκε από τους φίλους του ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσουν ποιόν θεωρούν καταλληλότερο υποψήφιο για να νικήσει τον Μητσοτάκη και να ξανακάνει τον ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση. Και αυτό ψήφισαν. Ο σκοπός αγίασε τα μέσα. Όπως και να έχει φαίνεται ότι η ομάδα Κασελάκη είναι αποφασισμένη να ολοκληρώσει την δεξιά στροφή προκαλώντας έντονες εσωκομματικές αντιδράσεις έως και διάσπαση, την ώρα που το ΠΑΣΟΚ δηλώνει οτι θα δοκιμάσει τις δυνάμεις του ώστε να κατακτήσει την δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές.
Οι επιδόσεις του ΚΚΕ στις βουλευτικές εκλογές δεν ήταν οι καλύτερες. Πάρα τον θετικό απολογισμό του κόμματος, οι πιο σοφοί στον Περισσό λογικά αντιλαμβάνονται ότι η αύξηση του ποσοστού κατά 2 μονάδες είναι αναντίστοιχη της πολιτικής συγκυρίας, με τον ΣΥΡΙΖΑ να καταρρέει και την Ριζοσπαστική Αριστερά να μένει εκτός κοινοβουλίου. Βέβαια παραμένει ως ερώτημα αν τελικά το ΚΚΕ θέλει να διεκδικήσει κάτι παραπάνω σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Αντίθετα το ΚΚΕ τα πήγε αρκετά καλύτερα στις αυτοδιοικητικές εκλογές, ως αποτέλεσμα του κεντρικού σχεδιασμού του για ουσιαστική μεγέθυνση των δυνάμεων στους κοινωνικούς χώρους (συνδικάτα, σχολές, δήμους κλπ).
Το ΜΕΡΑ25-Συμμαχία για την ρήξη δεν κατάφερε να μπει στην βουλή. Ένας πρώτος λόγος είναι πως η συμμαχία δεν στηρίχθηκε από περισσότερες αριστερές συλλογικότητες ώστε να δημιουργηθεί μια θετική πολλαπλασιαστική δυναμική. Δεύτερον, το ΜΕΡΑ25 αν και κοινοβουλευτική δύναμη δεν είχε δουλέψει τα τελευταία 4 χρόνια ώστε να αποκτήσει παρουσία στους κοινωνικούς χώρους. Τρίτον και βασικότερο, υπήρξε πολιτική ατολμία σε μία σειρά από βασικές θέσεις, η οποία επιχειρήθηκε να κρυφτεί πίσω από τακτικούς ελιγμούς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η άρνηση συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ στο ενδεχόμενο συγκρότησης προοδευτικής κυβέρνησης με το επιχείρημα ότι δεν διεξήχθη προεκλογικά προγραμματικός διάλογος, αντί της αυτονόητης καθαρής άρνησης συνεργασίας με μνημονιακές δυνάμεις. Άλλο παράδειγμα η αποφυγή μιας καθαρής απάντησης στο ενδεχόμενο η “πρώτη φορά ρήξη” να οδηγήσει σε έξοδο από ΕΕ. Όμως οι πολίτες μετά την εμπειρία του 2015 αναγνωρίζουν πολύ εύκολα πότε ένας; πολιτικός χώρος τα “μασάει” και είναι ιδιαίτερα αυστηροί με την Αριστερά . Εάν μια συλλογικότητα δεν έχει το θάρρος του εαυτού της , πως περιμένει να εμπνεύσει σπάζοντας τα στεγανά της αποχής;
Υπάρχει ακόμα προοπτική αν υπάρχει ειλικρίνεια
Η ασταθής κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα, η κρίση αντιπροσώπευσης και το πολιτικό κενό αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν μπορεί να καλυφθεί απο το ΚΚΕ, σημαίνουν ότι υπάρχει ακόμα σοβαρή πιθανότητα για την ριζοσπαστική-ανατρεπτική-αντικαπιταλιστική-απυπότακτη-κλπ Αριστερά να επιχειρήσει με σοβαρούς και μαζικούς όρους κοινωνική και πολιτική παρέμβαση με όραμα τον σοσιαλισμό. Εάν δεν το κάνει όχι μόνο θα συνεχιστεί η κοινωνική μετατόπιση προς τα δεξιά, αλλά υπάρχει μεγάλος κίνδυνος γιγάντωσης της ακροδεξιάς ως υποτιθέμενης αντισυστημικής δύναμης, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά δυο ρεύματα. Το πρώτο ρεύμα δίνει όλο του το βάρος στο κοινωνικό πεδίο απορρίπτοντας συνειδητά την ουσιαστική παρέμβαση στην κεντρική πολιτική σκηνή. Συνειδητά, γιατί μόνο μία επαναστατική διαδικασία που θα προκύψει από τα κάτω μπορεί πραγματικά να ανατρέψει το κυρίαρχο πολιτικό σκηνικό προς μια αντικαπιταλιστική και σοσιαλιστική κατεύθυνση. Οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια είναι καταδικασμένη να αποτύχει και να ενσωματωθεί. Για να το κάνουμε πιο λιανά, το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν απέτυχε επειδή έγιναν τραγικά λάθη, υπήρξαν ανεπάρκειες, ελλιπές πολιτικό σχέδιο κλπ, αλλά γιατί ήταν εξαρχής μάταιο. Το δεύτερο ρεύμα δίνει ισόπλευρο βάρος στο κοινωνικό και το πολιτικό πιστεύοντας ότι το ένα τροφοδοτεί το άλλο, αλλά και ότι μία πιθανή κυβερνητική εξουσία (η οποία θα προχωρήσει σε τομές) σε σύνδεση με ένα μαζικό ανατρεπτικό κίνημα μπορεί να φέρει πιο κοντά την λαϊκή εξουσία.
Τα δύο ρεύματα μπορούν να συνεργάζονται σε κοινωνικούς χώρους ή ακόμα και να συνυπάρχουν προωθητικά σε συνδικάτα και σχήματα , όμως μάλλον φαίνεται αδύνατο να συνθέσουν ενιαίο πολιτικό σχέδιο. Οι αριστερές εξωκοινωβουλευτικές δυνάμεις θα πρέπει εν τέλει να αποφασίσουν ειλικρινά σε πιο από τα δύο ρεύματα ανήκουν. Το υπόλοιπο του κειμένου θα καταπιαστεί με το δεύτερο ρεύμα γιατί αυτό, υπό προϋποθέσεις, είναι ικανό να καλύψει αποτελεσματικότερα το προαναφερθέν πολιτικό κενό.
Σαφώς έχουν υπάρξει πολύ πληρέστερες συλλογικές προσπάθειες (Αριστερή Πρωτοβουλία Διαλόγου και Δράσης) και εκτενέστερα κείμενα για μία ενδεχόμενη πολιτική συνύπαρξη των αριστερών εξωκοινοβουλευτικών οργανώσεων. Η μικρή συμβολή του γράφοντα βάσει όλων των παραπάνω είναι τα εξής:
1)Ενότητα ώστε να συγκεντρωθεί ένα απαραίτητο δυναμικό που με την καθημερινή του δράση θα σπάει το φράγμα της αορατότητας. Ενότητα ώστε να εμπνευστεί και να επανεργοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος των συντρόφων που αποστρατεύτηκαν μετά το 2015. Όχι στην ενότητα για την ενότητα που δεν παράγει πολιτικό σχέδιο και καταλήγει να απογοητεύει ακόμα περισσότερο.
2)Ειλικρίνεια για τον δύσκολο δρόμο που θα έχει μπροστά της μια αριστερή προοπτική. Το “στρογγύλεμα των γωνιών” δεν κάνει τον πολιτικό λόγο της αριστεράς πιο εύπεπτο αλλά λιγότερο διεισδυτικό.
3)Στόχος στο κεντρικό πολιτικό δεν μπορεί να είναι η δημιουργία ενός κόμματος διαμαρτυρίας, αλλά η κατάληψη της κυβέρνησης ως αναγκαίο βήμα για την κατάληψη της εξουσίας.
4)Ως εκ τούτου χρειάζεται συνεκτικό πολιτικό σχέδιο τομών και ρεαλιστικές προγραμματικές θέσεις, ο συνδυασμός των οποίων να μπορεί να περιγράφει πειστικά στα λαϊκά στρώματα πως θα είναι η ζωή τους την επόμενη μέρα.
5)Σε βάθος χρόνου κοινή κινηματική και συνδικαλιστική δράση μέσα από κοινά αριστερά σχήματα ή συμμαχίες σχημάτων.
6)Εξωστρέφεια. Πολλές φορές οι απαντήσεις σε απλά και σύνθετα ζητήματα δεν έρχονται ύστερα από μαραθώνιες συζητήσεις σε κλειστές κομματικές αίθουσες, αλλά μέσα από την συμμετοχή στους κοινωνικούς αγώνες, η επιτυχία των οποίων παράγει μετατοπίσεις και ευνοϊκότερα δεδομένα.
7)Η αριστερά χρειάζεται να πάρει διαζύγιο από τον ελιτισμό και την αντίληψη ότι προνομιακός της χώρος είναι κυρίως τα φοιτητικά αμφιθέατρα. Αυτό μπορεί να σημαίνει τριβή με λαϊκά στρώματα που κινούνται εκτός μιας αριστερής αισθητικής.
Διαψεύσεων συνέχεια
Σε αντίθεση με μία σχετικά κοινή πεποίθηση, δεν πιάσαμε ακόμα πάτο στο βαρέλι. Για την ακρίβεια ο σύγχρονος καπιταλισμός έχει βαλθεί να αποδείξει ότι μάλλον δεν υπάρχει πάτος και πως μπροστά στον άγριο και χωρίς όρους ανταγωνισμό δεν κινδυνεύουν απλά τα κοινωνικά συμβόλαια του παρελθόντος, η αναπαραγωγή της εργατικής τάξης ή η κοινωνική ειρήνη, αλλά η ίδια η ύπαρξη του ανθρώπινου είδους (βλέπε κλιματική κρίση). Πάτο στο βαρέλι θα βάλουμε εμείς, πριν κάνουμε την έφοδο στον ουρανό.