Η αντίστροφη μέτρηση για τις εθνικές εκλογές έχει αρχίσει, λίγες μέρες έμειναν ακόμα και διάφορες σκέψεις στριφογυρίζουν στο κεφάλι πολλών. Να απέχω ή να ψηφίσω, να ψηφίσω ΣΥΡΙΖΑ για να φύγει η ΝΔ ή να στηρίξω ένα μικρό αριστερό κόμμα και ποιό τελικά, ίσως το ποιό αντισυστημικό -για να τους τα λέει έξω απ’ τα δόντια- και ποιό είναι αυτό άραγε, το ΚΚΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ή το ΜεΡΑ 25 – Συμμαχία για τη ρήξη… ;
Καταρχάς, οι ερωτήσεις αυτές δεν αφορούν απλά αριστερούς ή αριστερόστροφους ανθρώπους και γενικότερα όσους δε θα ψηφίσουν δεξιά και πόσο μάλλον αυτή του Μητσοτάκη, με τον Άδωνη στο πλευρό του, αλλά αφορούν τους συνανθρώπους μας εκεί έξω, που ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, καθημερινά παλεύουν να επιβιώσουν.
Και δεν είναι λίγοι όλοι αυτοί, αντίθετα μάλλον είναι πολλοί. Γιατί, δεν είναι λίγοι οι άνεργοι, δεν είναι λίγοι οι νέοι που φεύγουν, είναι αρκετοί οι μικροί επαγγελματίες που δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν και είναι σίγουρα πολλοί οι χαμηλόμισθοι που δουλεύουν σχεδόν μισή μέρα, ενώ την ίδια στιγμή η ζωή μας ακριβαίνει, με τον πληθωρισμό να τρέχει και τα ενοίκια να ανεβαίνουν. Όλοι αυτοί και άλλοι είναι τα θύματα μιας Ελλάδας που μεταμορφώθηκε μετά το ξέσπασμα της μεγάλης κρίσης του πρόσφατου παρελθόντος, μιας Ελλάδας όμως που μεταμορφώνεται ακόμα.
Τα νούμερα είναι πολλά και εκκωφαντικά και δεν ξέρεις ποιο να διαλέξεις που να αντανακλά το μέγεθος της κοινωνικής καταστροφής. Το 2008 ο μέσος μισθός στον ιδιωτικό τομέα ήταν 1.250 ευρώ και σήμερα είναι 1.000 ευρώ… Η ανεργία πριν την κρίση ήταν περίπου 8%, έφτασε το 2013 πάνω από 20% και σήμερα είναι περίπου 14%. Το ΑΕΠ από το 2008 μέχρι σήμερα συρρικνώθηκε περίπου κατά 25% και φυσικά το περιβόητο δημόσιο χρέος -ας αφήσουμε το ιδιωτικό στην άκρη- από το 2008, που ήταν περίπου το 110% του ΑΕΠ και καμιά 300αριά δις, έως σήμερα αυξήθηκε κατά 100 δισεκατομμύρια ευρώ για να είναι τώρα περίπου το 180% του ΑΕΠ. Ευτυχώς οι θυσίες μας δεν πήγανε χαμένες!
Σώσαμε το ευρώ και δεν χρεοκοπήσαμε… και τώρα ο Κούλης θα μας αυξήσει τους μισθούς, έτσι μας λέει. Παρεμπιπτόντως τα κέρδη των μεγαλύτερων οικονομικών ομίλων από το 2017 έως σήμερα αυξήθηκαν περίπου κατά 300%! Παρεμπιπτόντως από τότε που ξεκίνησαν όλα αυτά μεγαλώσαμε 15 χρόνια και η επίγεια ζωή δεν είναι αιώνια…
Είναι αλήθεια πως μετά τα Τέμπη, αυτός που βαυκαλιζόταν ως σωτήρας μας, τώρα με λίγη μετριοπάθεια και ψήγματα αυτοκριτικής μας ζητάει να τον εμπιστευθούμε ξανά, παραδεχόμενος λίγα λάθη και παραλήψεις -που αυτός βέβαια γνωρίζει καλύτερα από εμάς ποιά είναι αυτά- που για πολλά από αυτά δεν ήξερε, δεν άκουσε… Η μεγαλειώδης παρουσία των μαζών στους δρόμους, ταρακούνησε την κυβέρνηση, αλλά και όλους όσους είναι συνυπεύθυνοι για αυτό το έγκλημα και συνολικά για τη ζοφερή πραγματικότητα αυτής της μεταμορφωμένης Ελλάδας που ακόμα μεταμορφώνεται… Αυτή η συνταρακτική διείσδυση του λαού στο προσκήνιο αποτελεί από μόνη της ένα ιστορικό γεγονός και ήδη έχει επηρεάσει σημαντικά το εκλογικό αποτέλεσμα, παρά τη συντονισμένη προσπάθεια των κυρίαρχων ΜΜΕ και της κάθε λογής δημοσκοπικής εταιρείας για το αντίθετο. Τα Τέμπη αποτέλεσαν την αφορμή, τη θρυαλλίδα αυτού του λαϊκού ξεσπάσματος, που έφερε στο παρόν τις μέρες του 2012 και του 2015, ενός προδομένου λαού, που για 8 ολόκληρα χρόνια ήταν απογοητευμένος και κλεισμένος στο καβούκι του, ίσως σήμερα όμως ενός λαού πιο έτοιμου να ακούσει σκληρές αλήθειες.
Ο ταρακουνημένος πρωθυπουργός μας λοιπόν, έχοντας κατανοήσει με τη βοήθεια των επιτελείων του, αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, μας υπόσχεται τώρα καλύτερους μισθούς, δηλαδή μια καλύτερη καθημερινότητα, πάντα όμως όσο αντέχει η οικονομία μας, μην ξεφύγουμε και έρθει (πάλι) το χάος. Γιατί είναι σίγουρο ότι αν ο λαός δεν πλημμύριζε τους δρόμους, ελάχιστες αναφορές θα είχαν γίνει για αυξήσεις των μισθών, έστω και λελογισμένες -μην ξεχνιόμαστε- και ακόμα θα μιλούσαμε για το καλάθι του νοικοκυριού τη μεγάλη κοινωνική πολιτική της τετραετίας.
Μέσα σε αυτήν την προεκλογική υπόσχεση όμως αλλά και τον τρόπο που προβάλλεται, κρύβεται το βασικότερο, διακύβευμα, αυτών των εκλογών και αυτό είναι το αν, το πότε και το τι, θα μας παραχωρείται κάθε φορά, διαμέσου αυτών που μας κυβερνούν. Το περιεχόμενο που δίνει ο καθένας σε αυτό το τρίπτυχο, ενιαίο και αδιαίρετο ερώτημα είναι η ουσία της πολικής. Αυτό που κρίνεται όμως σε αυτές τις εκλογές δεν είναι απλά το πως απαντάει κανείς στο ίδιο το ερώτημα, αλλά και η ίδια η ύπαρξη του ερωτήματος. Ο Μητσοτάκης και οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, όχι απλά θέλουν να κόψουν και ράψουν την απάντηση στα μέτρα τους, αλλά πολύ περισσότερο και την ίδια την ερώτηση και η στρατηγική τους είναι το πως αλλά και το από ποιούς θα τίθεται η ίδια η ερώτηση στη συζήτηση.
Κάθε κοινωνική διαμαρτυρία και διεκδίκηση δεν είναι τίποτα άλλο από την ευθεία αμφισβήτηση των πάνω από τους κάτω. Είναι η άρνηση να γίνεται αποδεκτό πως οι πολιτικές που εκπορεύονται από τους πάνω και ορίζουν τη ζωή των κάτω, πρέπει να μένουν στο απυρόβλητο, γιατί δεν μπορεί να γίνει αλλιώς, γιατί δεν μπορεί να αλλάξει ριζικά κάτι, άρα κάθε φορά πρέπει να βαδίζουμε σε έναν ατελείωτο μονόδρομο και απλά να φτιάχνουμε τις λακκούβες…
Η κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθεί σήμερα να επιβάλει πελώριους φραγμούς, ανυπέρβλητα εμπόδια στην κοινωνική διαμαρτυρία, ώστε να σβήσουν οι λίγες, αλλά καταλυτικές πολλές φορές, εστίες της αντίστασης. Οι εστίες που -σε πείσμα των καιρών- μπολιάζουν τα κοινωνικά υποκείμενα με το σπέρμα και το πνεύμα της συλλογικής πάλης και εγχαράσσουν μια διαφορετική κουλτούρα από την κυρίαρχη του άκρατου ατομισμού. Με τον τρόπο που επιτίθεται στις εναπομείναντες κοινωνικές εστίες που ακόμα μπορούν να έχουν συλλογικές και κινηματικές εκφάνσεις, που δεν είναι άλλος από τον κοινωνικό αυτοματισμό και το διαίρει και βασίλευε, δείχνει και το πως εννοεί την όποια παραχώρηση θα δίνεται. Οι από κάτω να ψάχνουν στο διπλανό τους την αιτία αυτής της ζοφερής πραγματικότητας και τελικά να διεκδικούν από το διπλανό και όχι από τον από πάνω… Να υπάρχει ένας διαρκής εμφύλιος ανάμεσα στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις και στρώματα και όταν αυτό δεν γίνεται κατορθωτό να βουλιάζουμε στην ατομική ευθύνη, γιατί αν δεν φταίνε οι άλλοι δίπλα μας φταίμε εμείς οι ίδιοι.
Έτσι ο άνεργος είναι τεμπέλης, λες και δεν έχασαν όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης τόσοι εργαζόμενοι τη δουλειά τους. Ο μετανάστης έρχεται να μας πάρει τις δουλειές, είναι εγκληματίας και όχι θύμα των εγκλημάτων του ιμπεριαλισμού. Ο δημόσιος υπάλληλος είναι και αυτός τεμπέλης και χαραμοφάης. Ο μικρός επαγγελματίας είναι φοροφυγάς, αυτός φταίει που έπεσαν έξω οι αριθμοί, την ώρα που οι εφοπλιστές δεν δίνουν μια δραχμή σε αυτό το κράτος… Εν τέλει ο κάθε φτωχός είναι άξιος της μοίρας του, γιατί μπορούσε να ανελιχθεί κοινωνικά, αλλά δεν τα κατάφερε.
Όμως ο βασικότερος εχθρός αυτής της κυβέρνησης είναι η νεολαία. Η κυβέρνηση της ΝΔ και ο συγκεκριμένος πρωθυπουργός μισούν τους νέους, γιατί δεν μπορούν να τους βάλουν σε καλούπια και να σβήσουν τη φλόγα της αμφισβήτησης που συδαυλίζει μέσα τους. Γιατί οι νέοι αμφισβητούν τα πάντα, άρα και τους από πάνω, δεν τρώνε μασημένη τροφή.
Σήμερα η βασικότερη εστία πολιτικοποίησης της νεολαίας είναι το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο, το οποίο έχει μπει στο στόχαστρο των θιασωτών αυτού του μετακρισιακού νεοφιλελευθερισμού, που θέλει να κατασπαράξει ότι έχει απομείνει. Επιδιώκουν να μεταλλάξουν το δημόσιο πανεπιστήμιο από ένα χώρο που παράγει ριζοσπαστισμό σε ένα αποστειρωμένο από κάθε συλλογική πρακτική χώρο, που θα παράγει έναν άλλο τύπου απόφοιτο. Ο καθένας μας μπορεί να ανατρέξει στο παρελθόν του και να θυμηθεί όλο αυτόν τον πλούτο κοινωνικοπολιτικών εμπειριών που έζησε και τελικά τον επηρέασε ουσιαστικά στη ζωή του, για να μπορεί σήμερα να βλέπει από μια άλλη σκοπιά τα πράγματα, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις, από μια σκοπιά που δεν είναι κομμένη και ραμμένη στα ερωτήματα και της απαντήσεις του Μητσοτάκη και των παροικούντων την Ιερουσαλήμ. Ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να ποινικοποιηθούν οι φοιτητικοί αγώνες, αφού πρώτα κατασυκοφαντηθούν και διαστρεβλωθούν. Το δημόσιο πανεπιστήμιο παρουσιάζεται ως άντρο ανομίας και οι φοιτητές ως βάνδαλοι. Σήμερα όμως δεν αρκούν απλά οι μηνύσεις και οι αγωγές ή η κατάχρηση εξουσίας του κάθε λογής πρύτανη… Απαιτείται κάτι παραπάνω, χρειάζεται ένα θεσμικό πλαίσιο που να ορίζει ως αδικήματα τις εντός του πανεπιστημίου συλλογικές πρακτικές, από την απλή διαμαρτυρία έως την κατάληψη και που να επισύρει σκληρές ποινές για τους φορείς τους, από την απλή επίπληξη έως τη διαγραφή, ώστε να κάθονται σούζα οι φοιτητές απέναντι στους πρυτάνεις και τα συνεταιράκια τους. Αυτό το θεσμικό πλαίσιο το έχει ψηφίσει ήδη η ΝΔ και είναι ο νόμος της Κεραμέως, της χειρότερης υπουργού παιδείας της μεταπολίτευσης, που προσπαθεί να βάλει την πανεπιστημιακή αστυνομία για να το υλοποιήσει. Αποτελεί μια τομή, ένα κάθετο βίαιο διαχωρισμό του πριν με το μετά και για αυτό το λόγο δεν υπάρχουν ενδιάμεσες λύσεις ή θα εφαρμοστεί πάνω σε όσους μπουν μπροστά να το εμποδίσουν ή θα συντριφτεί. Ο αγώνας αυτός έχει ήδη ξεκινήσει και σήμερα 8 φοιτητές του Πολυτεχνείου Κρήτης στα Χανιά έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τη δικαιοσύνη, με εντολή της ίδιας της υπουργού Κεραμέως, επειδή τόλμησαν να υπερασπίσουν τις συλλογικές αποφάσεις των συλλόγων τους, των φοιτητικών συλλόγων που προσπαθεί διακαώς να διαλύσει η κυβέρνηση. Ο αγώνας αυτός οδήγησε την κυβέρνηση το καλοκαίρι του 2022 μέσα στο ΑΠΘ μέρα μεσημέρι να χτυπήσει με ευθεία βολή κρότου λάμψης φοιτητή στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί σοβαρά, επειδή στάθηκε απέναντι στις δυνάμεις καταστολής. Ήταν τόσο τρομακτικό το γεγονός αυτό που ο ίδιος ο πρωθυπουργός έκανε διάγγελμα και παρουσίασε το φοιτητή σαν ταραξία και επαγγελματία τραυματία. Γι’ αυτό μισεί τη νεολαία αυτή η κυβέρνηση, γιατί ένα 20χρονό αγόρι, που παλεύει για ένα καλύτερο μέλλον, ενοχοποιείται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό.
Συνολικότερα ο τρόπος που το κράτος θα στέκεται απέναντι στις κοινωνικές διεκδικήσεις αλλάζει. Διανύουμε μια μεταβατική περίοδο, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια περίοδος μετασχηματισμού τους κράτους και των ιδεολογικών μηχανισμών του. Μετά από τη χιονοστιβάδα των οικονομικών μέτρων της κρίσης του 2008, όπου ακυρώθηκαν ιστορικές κατακτήσεις των λαϊκών στρωμάτων και φορτώθηκαν τα βάρη της κρίσης στις πλάτες τους, διαμορφώθηκε μια νέα οικονομική κατάσταση, που με τη σειρά της επέδρασε στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο, ωθώντας τα σε πιο δεξιά κατεύθυνση, που απαιτεί ένα νέο πιο αυταρχικό κράτος. Ένα λιγότερο ανεκτικό κράτος απέναντι στις από τα κάτω διαμαρτυρίες, αυθόρμητες ή οργανωμένες, αλλά και πιο έτοιμου να προλάβει τέτοιες καταστάσεις. Καταστάσεις που οδήγησαν σε γεμάτες πλατείες και στο περήφανο Όχι του λαού στο δημοψήφισμα, όταν οι τεχνοκράτες της ΕΕ έκλειναν τις τράπεζες…
Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια πολύ κρίσιμη φάση της κοινωνικής -της ταξικής- πάλης, που η έκβασή της σε μεγάλο και σε καταλυτικό ίσως βαθμό, θα διαμορφώσει τους όρους όπου θα διεξάγεται αυτή στο μέλλον. Θα επικαθορίσει τόσο τους όρους με τους οποίους θα μπορεί να παρεμβαίνει και δρα η αριστερά -άρα και τους όρους με τους οποίους θα αναπαράγεται και θα υπάρχει- όσο και τους όρους παρέμβασης και συγκρότησης του ευρύτερου συνδικαλιστικού και λαϊκού κινήματος.
Πως φτάσαμε όμως σε αυτήν την κατάσταση, όπου ένα σκληροπυρηνικά νεοφιλελεύθερο κόμμα με διάφορους “πρώην” χουντικούς και ναζιστές, αξιώνει να επιβάλει αυτά τα οργουελιανά σχέδια ;
Το 2015 με το Όχι στο δημοψήφισμα άνοιξε μια χαραμάδα στην ελληνική κοινωνία. Δόθηκε μια ευκαιρία στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις. Ουσιαστικά τότε θα ξεκινούσαν οι πραγματικές και επίπονες διαπραγματεύσεις, τότε που ο αντίπαλος, η ξένη και ντόπια ολιγαρχία, δεν έδειχνε απλά τα δόντια του και γρύλιζε, αλλά έριξε και την πρώτη δαγκωματιά, κλείνοντας αμέσως τις τράπεζες μετά την ανακοίνωση του δημοψηφίσματος, για να εκβιάσει την κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό. Η κυβέρνηση αντί να αντλήσει δύναμη από το συνταρακτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις, συνθηκολόγησε, βάπτισε το κρέας ψάρι και λίγο αργότερα κατέφυγε σε εκλογές για να κερδίσει και άλλο χρόνο. Τα πράγματα είχαν πάρει το δρόμο τους ή καλύτερα μπήκαν ξανά στο ίσιο δρόμο, το γνωστό μονόδρομο με τις λακούβες…
Δυστυχώς, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί εναλλακτική λύση σήμερα για τα προβλήματα που μας βαραίνουν και τους κινδύνους που ανοίγονται μπροστά μας. Αν και βρίσκεται σε μια συνεχή και αναμφισβήτητη πορεία από το καλοκαίρι του 2015 προς τα δεξιά, αποτελεί σίγουρα μια ηπιότερη επιλογή από τη ΝΔ, όμως ούτε θέλει, ούτε μπορεί να αλλάξει τη ρότα των πραγμάτων. Είναι συνειδητά εγκλωβισμένος στα όρια που διαγράφουν οι επιλογές του, όχι μόνο ως κυβέρνησης, αλλά και ως αντιπολίτευσης και η τροχιά του ορίζεται από την κεντρομόλο δύναμη όλων εκείνων των εξωτερικών, αλλά και των εσωτερικών μηχανισμών, που τον σπρώχνουν συνεχώς σε στενότερα όρια. Έτσι, κάθε φορά βρίσκεται σε έναν μικρότερο κύκλο από τον προηγούμενο, όπου περιορίζονται οι δυνατότητες του να κάνει βελτιώσεις, έστω συμπληρωματικές στις κυρίαρχες πολιτικές. Ως κυβέρνηση κατάφερε να τεκμηριώσει από τα αριστερά πως δεν υπάρχει εναλλακτική, να σπείρει την απογοήτευση στον κόσμο και να επαναφέρει δικαιωμένη τη ΝΔ. Έτσι ήρθε η χειρότερη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης με το χειρότερο πρωθυπουργό στην εξουσία…
Και αν η ΝΔ προσπαθεί να σπείρει τον εμφύλιο μεταξύ των φτωχών, δίνοντάς τους ψίχουλα, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να ανακυκλώσει τη φτώχια τους, πετώντας τους ξεροκόμματα. Όμως ούτε και αυτό το ελάχιστο είναι εύκολο, γιατί αν πάρει από τους μεσαίους για να δώσει στους μικρούς, θα χάσει προς τα δεξιά του. Χάσαμε πάρα πολλά όλα αυτά τα χρόνια για να δεχθούμε ψίχουλα και ξεροκόμματα.
Αν πράγματι τα Τέμπη έφεραν στο παρόν τις μέρες του 2012 και του 2015, αυτού του προδομένου λαού, που για 8 ολόκληρα χρόνια ήταν κλεισμένος στο καβούκι του, τότε εδώ έρχεται και στέκεται η αναγκαιότητα της πολιτικοποίησης των αγώνων, του μετασχηματισμού της οργής σε συνείδηση, σε πολιτική συνείδηση. Για να κατανοήσουμε πως υπάρχει άλλος δρόμος στο σήμερα και όχι σε μια άλλη στιγμή του μακρινού μέλλοντος, ένας δρόμος μιας εναλλακτικής πολιτικής που θα υπηρετεί τους πολλούς. Με ένα πολιτικό πρόγραμμα που θα ενοποιεί τα κατακερματισμένα και χτυπημένα κοινωνικά στρώματα, που η επιβολή του απαιτεί το λαό στο δρόμο, αλλά όπως αποδείχθηκε με την πρόσφατη εμπειρία του 2015 όχι μόνο αυτό. Απαιτεί ένα πολιτικό μέτωπο που θα σπάσει το φόβο και θα πείσει πως πρέπει και μπορούμε να έρθουμε σε ρήξη με την ντόπια και ξένη ολιγαρχία, ακόμα και αν τελικά χρειαστεί η έξοδος από το ευρώ, ώστε να δώσει προοπτική στους αγώνες, να δώσει κεντρικό χαρακτήρα στην πολιτική αντιπαράθεση. Απαιτείται δηλαδή ένα μέτωπο ευρύτερων αριστερών δυνάμεων, που δεν θα βάζει όμως ως προϋπόθεση τη μέγιστη ιδεολογική συμφωνία.
Έτσι θα κρατήσουμε ανοιχτή τη χαραμάδα που άνοιξε το 2015. Μια χαραμάδα που δεν έκλεισε τότε, γιατί όλοι αυτοί που έφυγαν από το ΣΥΡΙΖΑ, διέσωσαν την τιμή και την υπόληψη της αριστεράς, εγκαταλείποντας τα υπουργεία και την εξουσία. Με αυτούς συναντηθήκαμε τότε, ως οφείλαμε, και μαζί τους φτιάχνοντάς τη ΛΑΕ συνεχίσαμε να αναζητούμε μια διέξοδο από το τέλμα, συνεχίσαμε να αναμετριόμαστε με την πραγματικότητα. Με αυτούς συναντιόμαστε και τώρα για να συνεχίσουμε αυτήν την πορεία της δημιουργίας ενός μεγάλου αριστερού μετώπου, που θα είναι η φωνή των πολλών, που θα κάνει πραγματική αντιπολίτευση μέσα και έξω από τη βουλή.
Ένα βήμα, σημαντικό και ελπιδοφόρο προς ένα τέτοιο μέτωπο αποτελεί σήμερα το ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη ρήξη, για να επισυμβούν οι τομές και οι ρήξεις που φέρνοντας την αξιοπρέπεια στη ζωή μας θα ανοίξουν νέους δρόμους για ακόμα μεγαλύτερες αλλαγές.
Λευτέρης Μπέτσης ,
μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου της Λαϊκής Ενότητας-Ανυπότακτη Αττική