Υποβάθμιση του ΟΑΕΔ και των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους ανέργους
των Νίκου Γεωργακάκη και Γιάννη Δούκα
Ο ΟΑΕΔ είναι ο οργανισμός ο οποίος για πάνω από μισό αιώνα ασχολείται με τη μισθωτή εργασία, την ανεργία, την απαιτούμενη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση και την παροχή οικονομικών βοηθημάτων στους ανέργους. Την τελευταία δεκαετία κατ’ επιταγή των μνημονίων εντάχθηκαν ως διευθύνσεις στον ΟΑΕΔ οι παρεχόμενες υπηρεσίες των οργανισμών Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) και Εργατικής Εστίας (ΟΕΕ).
Ο ΟΑΕΔ αντίθετα από ότι πιστεύουν οι περισσότεροι δεν χρηματοδοτείται από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά αποκλειστικά από κρατήσεις εργαζομένων και εργοδοτών οι οποίες εισπράττονται από τον e – ΕΦΚΑ και αποδίδονται σ’ αυτόν.
Βασικό λοιπόν και κυρίαρχο θέμα ήταν η απουσία κρατικής χρηματοδότησης τόσο για αυτό καθ’ εαυτό τον ΟΑΕΔ όσο και για τους ενταχθέντες φορείς ΟΕΚ και ΟΕΕ.
Η σημερινή κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια προχώρησε στη δραστική μείωση των εισφορών υπέρ του ΟΑΕΔ και των ενταχθέντων οργανισμών πράγμα που στέρησε απ’ αυτούς έσοδα της τάξης του 1,2 δις € ετησίως γεγονός που είχε τον αντίκτυπό του στις κοινωνικές παροχές.
Τα βασικότερα προβλήματα που έχουν παρουσιαστεί στον μισό αιώνα και πλέον λειτουργίας είχαν να κάνουν με το ότι ο ΟΑΕΔ διαχρονικά δεν ήταν ο φορέας επεξεργασίας ή έστω ο φορέας που συμμετείχε στην επεξεργασία των πολιτικών απασχόλησης αλλά ο φορέας υλοποίησης των εκάστοτε κυβερνητικών πολιτικών. Οι δύο βασικοί πυλώνες ήταν η παροχή κοινωνικών επιδομάτων στους ανέργους και η επεξεργασία και εφαρμογή προγραμμάτων κατάρτισης και επιμόρφωσης προκειμένου ο άνεργος να μπορέσει να αποκτήσει νέες δεξιότητες και να βρει δουλειά σε ένα περιβάλλον που απαιτούσε ολοένα και περισσότερα επαγγελματικά προσόντα.
Σε ότι αφορά τη στεγαστική πολιτική που υποτίθεται ότι έχει περάσει στον ΟΑΕΔ αυτή δεν υπάρχει, ο ΟΕΚ έχει σταματήσει την ανέγερση εργατικών κατοικιών και τα κεφάλαια του πρώην ΟΕΚ διατέθηκαν και συνεχίζουν να διατίθενται σε προγράμματα επιχορήγησης επιτοκίου των δικαιούχων (ο άστεγος παίρνει δάνειο από τράπεζα για 15 η και περισσότερα χρόνια και ο ΟΕΚ επιχορηγεί ένα μέρος του επιτοκίου και μέχρι 9 χρόνια). Σε ότι αφορά το νέο νόμο αντί να επανεισάγει την δυνατότητα ανέγερσης εργατικών κατοικιών προβλέπεται ότι η νέα υπηρεσία θα μπορεί να εκμισθώνει κτίρια σε ιδιώτες και θα συμπράττει συμφωνίες με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Τέλος και σε ότι αφορά την επιχορήγηση ενοικίου από τον πρώην ΟΕΚ και τις κοινωνικές παροχές του πρώην ΟΕΕ αυτές συνεχώς συρρικνώνονται με αιτιολόγηση την μείωση των εσόδων που η ίδια η κυβέρνηση δρομολόγησε.
Ο νόμος πλέον που ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση αντί να αντιμετωπίζει τα υπαρκτά προβλήματα του ΟΑΕΔ τα μεγεθύνει.
Σε ότι αφορά τη χρηματοδότηση συνεχίζεται η απουσία του κράτους ενώ την ίδια ώρα στη διοίκηση της νέας υπηρεσίας που ιδρύεται στη θέση του ΟΑΕΔ (Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης) ενισχύεται η παρουσία της κυβέρνησης και αποδυναμώνεται η συμμετοχή των εκπροσώπων εργαζομένων και εργοδοτών οι οποίοι στο κάτω κάτω της γραφής είναι αυτοί που βάζουν τα λεφτά. Ταυτόχρονα γίνεται ακόμη περισσότερο σαφές ότι η νέα υπηρεσία δεν είναι φορέας που συμμετέχει στην επεξεργασία πολιτικών για την αντιμετώπιση της ανεργίας και των προβλημάτων που πηγάζουν απ’ αυτήν αλλά είναι φορέας υλοποίησης των εκάστοτε κυβερνητικών πολιτικών.
Σε ότι αφορά την απαιτούμενη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση ο νόμος αποδέχεται τις κατευθυντήριες γραμμές της έκθεσης Πισσαρίδη και περίπου μας λέει ότι η έλλειψη δεξιοτήτων των ανέργων οφείλεται αφ’ ενός στο εκπαιδευτικό σύστημα και αφ’ ετέρου στους ίδιους τους ανέργους εισάγοντας και εδώ τη λογική της ατομικής ευθύνης. Ταυτόχρονα αντιμετωπίζει τους καταρτιζόμενους ανέργους σαν απατεώνες θεωρώντας ότι η κατάρτιση χρησιμοποιήθηκε για παράνομη επιδότηση των ανέργων.
Αυτό που έγινε όλα τα προηγούμενα χρόνια είναι η επαγγελματική κατάρτιση να χρησιμοποιηθεί ως έμμεση αν όχι άμεση επιχορήγηση των εργοδοτών με την παροχή εργατικού δυναμικού την αμοιβή των οποίων αναλάμβανε ο ΟΑΕΔ (π. χ. προγράμματα stage) με την χρησιμοποίηση ανέργων σε θέσεις εργασίας του δημόσιου τομέα (π.χ. ασφαλιστικά ταμεία, ακόμα και στον ίδιο τον ΟΑΕΔ) ονομάζοντάς τα σεμινάρια που πληρώνονται επίσης από τον ΟΑΕΔ. Τέλος πραγματοποιήθηκαν άπειρα σεμινάρια κατάρτισης τα οποία ουδέποτε ελέγχθηκαν σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητά τους, το αν και κατά πόσο βοήθησαν ένα άνεργο να βρει δουλειά. Τα θέματα αυτά δεν αντιμετωπίζονται, συνεχίζει να υπάρχει η κατασπατάληση πόρων σε ιδιωτικούς φορείς για σεμινάρια αμφιβόλου ποιότητας και αποτελεσματικότητας και την ίδια ώρα περνάει η λογική της ατομικής ευθύνης των ανέργων. Παράλληλα ανοίγει θέμα ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης και μάλιστα χωρίς να είναι σαφές το πλαίσιο.
Σε ότι αφορά τα επιδόματα ανεργίας τα βασικά προβλήματα ήταν το ύψος του επιδόματος και ο χρόνος χορήγησής του. Σε ότι αφορά μάλιστα το ύψος, αυτό όχι μόνο δεν κάλυψε στοιχειώδεις ανάγκες αλλά ουδέποτε τηρήθηκε ακόμη και ο νόμος που ρύθμιζε το θέμα και έλεγε ότι το επίδομα ανεργίας ισούται με τα δύο τρίτα του βασικού μισθού αλλά πάντα ήταν κατά πολύ μικρότερο. Σήμερα το μηνιαίο επίδομα ανεργίας είναι 407 € και μετά την πολυδιαφημισμένη αύξηση του κατώτατου μισθού θα γίνει 438 €. Σε ότι αφορά τον χρόνο χορήγησης αυτός εξαντλείται στην καλύτερη περίπτωση στο ένα έτος και με τον τρόπο αυτό αποκλείονται οι μακροχρόνια άνεργοι που είναι και η συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων.
Ούτε τα θέματα αυτά αντιμετωπίζονται ενώ αντίθετα εισάγονται ρυθμίσεις που προβλέπουν εξόφθαλμες ποινές για σταμάτημα της χορήγησης του επιδόματος όπως για παράδειγμα σε άνεργο που δεν μπόρεσε να πιστοποιηθεί σε πρόγραμμα κατάρτισης. Παρά την ύπαρξη όμως τέτοιων ποινών δεν θεσπίζεται διαδικασία έφεσης δηλαδή κάποιο όργανο στο οποίο ο άνεργος θα μπορούσε να προσφύγει ζητώντας την ακύρωση της ποινής.
Τέλος και σε ότι αφορά την πρόβλεψη για ίδρυση βρεφονηπιακών σταθμών εντός επιχειρήσεων θα πρέπει να πούμε ότι η υποχρέωση για ίδρυση και λειτουργία βρεφονηπιακών σταθμών δεν μπορεί να εξαντλείται σε μεγάλες επιχειρήσεις αλλά αφορά τους εργαζόμενους όλης της χώρας.
Στο νόμο υπάρχει και η πολυδιαφημισμένη ρύθμιση της fast track συνταξιοδότησης με δύο πόλους. Ο πρώτος πόλος αφορά την άντληση στοιχείων χρόνου ασφάλισης ηλεκτρονικά από το σύστημα ΑΤΛΑΣ. Αυτό είναι κάτι αυτονόητο. Ο δεύτερος όμως που αφορά την κατά δήλωση χρόνου πλασματικής ασφάλισης και ιδιαίτερα με την πιστοποίησή της από εντεταλμένους «ειδικούς» εκτός των υπαλλήλων των ασφαλιστικών οργανισμών είναι προβληματική και θα δημιουργήσει σωρεία προβλημάτων τόσο στα ασφαλιστικά ταμεία που ενδεχομένως θα χορηγήσουν συντάξεις χωρίς να υπάρχουν οι προϋποθέσεις και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο αλλά και σε ασφαλισμένους στους οποίους αν γίνει αργότερα έλεγχος και αποδειχθεί ότι δεν είχαν τις προϋποθέσεις θα υποχρεωθούν στην πληρωμή εισφορών και στην επιστροφή συντάξεων.
Δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο το ότι το νομοσχέδιο παραπέμπει σημαντικά ζητήματα σε Υπουργικές αποφάσεις. Είναι δεκάδες οι προβλεπόμενες Υ.Α. με τις οποίες δίνεται στους υπουργούς λευκή επιταγή για να καθορίσουν σημαντικά θέματα που σχετίζονται με τις κοινωνικές παροχές, με τη συνεχιζόμενη επαγγελματική κατάρτιση αλλά και με τις αμοιβές όλων των οργάνων διοίκησης και συμβουλευτικών ή γνωμοδοτικών επιτροπών που προβλέπονται στο νόμο.
Η ΝΔ με το νόμο αυτό επιβεβαιώνει άλλη μια φορά την αφοσίωσή της στο δόγμα της υποβάθμισης των δημόσιων υπηρεσιών, την αδιαφορία για τις παρεχόμενες υπηρεσίες, τα προβλήματα που θα επιφέρει και την με κάθε τρόπο εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων.