Πως φτάσαμε στην αναζωπύρωση του οργανωμένου φασισμού με θέατρο επιχειρήσεων τα σχολεία της Θεσσαλονίκης;
Πλατύ αντιφασιστικό και δημοκρατικό μέτωπο – αγώνας ενάντια στη φτώχεια και τη διάλυση της προοπτικής της νεολαίας για να τελειώσουμε το φασισμό
Επί δύο ημέρες, οργανωμένες φασιστικές ομάδες επιτίθενται με λοστούς, βόμβες μολότοφ, μαχαίρια, σε φοιτητές και φοιτήτριες που πραγματοποιούν αντιφασιστικές διαδηλώσεις. Είχε προηγηθεί η επίθεση ακροδεξιών μέσα από το ΕΠΑΛ Σταυρούπολης σε μέλη των φοιτητικών συλλόγων που μοίραζαν κείμενο σε σχολεία για το μέτρο της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και θέματα της εκπαίδευσης. Στο εσωτερικό του ΕΠΑΛ Σταυρούπολης φασίστες ξυλοκοπούν μαθητές και μαθήτριες επειδή κατήγγειλαν δημόσια τη δράση τους. Παράλληλα, επιχείρησαν να επεκταθούν και σε άλλα σχολεία και να μετατρέψουν και το ΕΠΑΛ Ευόσμου σε νέο ορμητήριο ακροδεξιών επιθέσεων, αλλά και να τρομοκρατήσουν τον λαό προσπαθώντας ανεπιτυχώς να διαλύσουν τη μεγάλη αντιφασιστική διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη στις 29.9.2021 και επιτιθέμενοι σε δημοσιογράφους στο ΕΠΑΛ Ευόσμου στις 1.10.2021. Πέρα από τη λειτουργία και δράση των φασιστικών ομάδων μέσα στα σχολεία, αποτελεί πρόκληση η συγκέντρωση που καλέστηκε από ανοιχτά ναζιστική ομάδα το Σάββατο 2 Οκτωβρίου.
Ένα χρόνο μετά την εμβληματική καταδίκη της ΧΑ, η επανεμφάνιση της οργανωμένης ακροδεξιάς με πρακτικές που θυμίζουν την άνοδό της το 2012 – 2013, και μάλιστα αυτή τη φορά με επίκεντρο των «επιχειρήσεων» τα σχολεία, απαιτεί απαντήσεις σε μια σειρά ζητήματα. Ποιες συνθήκες επέτρεψαν στους φασίστες να μετατρέπουν σχολεία σε ορμητήρια επιθέσεων, αλλά και την καταδικασμένη ΧΑ να επανεμφανίζεται στην πολιτική σκηνή ως τιμητής της σημερινής δράσης της ακροδεξιάς;
- Οι νέες παραφυάδες του φασισμού και η σταδιακή προσπάθεια επανεμφάνισης της ακροδεξιάς πάνω στα ιδεολογικά μέτωπα που ανοίγει η κυβέρνηση
Η καταδίκη της ΧΑ και των στελεχών της αποτέλεσε σταθμό στο αντιφασιστικό κίνημα, ωστόσο ο φασισμός δεν τελείωσε με το πέρας της δίκης. Αντιθέτως, φαίνεται ότι όχι απλώς η ακροδεξιά, αλλά ούτε καν η ίδια η ΧΑ δεν έχει ακόμη διαλυθεί, αφού έσπευσε να εκδώσει επίσημη πολιτική ανακοίνωση την επομένη της επίθεσης των φασιστοειδών στο ΕΠΑΛ Σταυρούπολης στις 28.9.2021, διεκδικώντας την πολιτική εκπροσώπηση αυτών των δράσεων. Ο αγώνας ενάντια στο φασισμό, στους κοινωνικούς χώρους, στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς, στις γειτονιές, συνεχίζει να είναι αναγκαίος για να αποτρέψει την ανασυγκρότηση του νεοναζισμού, των πρακτικών και ιδεολογικών του αντιλήψεων, είτε μέσα από τα υπολείμματα της ΧΑ είτε από τις «νέες» παραφυάδες των κινήσεων Κασιδιάρη, Λαγού ή και πιο «ευπρόσωπες» ακροδεξιές επιλογές όπως η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου.
Μέσα από τις πολλαπλές διασπάσεις του ακροδεξιού χώρου, ως αποτέλεσμα της πίεσης που άσκησε η ποινική δίωξη της ΧΑ, προκύπτουν οι μελλοντικοί υποψήφιοι εκφραστές της ίδιας αντικοινωνικής ιδεολογίας και των ίδιων τρομοκρατικών πρακτικών, σε όποιες ευκαιρίες θα τους δοθούν. Ο ακροδεξιός χώρος επιχείρησε έτσι με διάφορες «αποχωρήσεις» και πόλεμο των «προδοτών» να διατηρήσει τις εφεδρείες του. Αλλά και η ίδια η ΧΑ, παρά την καταδίκη της που είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση ολόκληρων πυρήνων, το κλείσιμο των κεντρικών της γραφείων και των περισσότερων γραφείων της σε πόλεις της επαρχίας, επιχείρησε να ανασυγκροτηθεί δίνοντας έμφαση στην Βόρεια Ελλάδα και την πόλη της Θεσσαλονίκης, που συγκέντρωνε μεγαλύτερες δυνάμεις συντηρητικού «ριζοσπαστισμού» μέσα από την αντιδραστική αξιοποίηση του προσφυγικού, τα συλλαλητήρια για το μακεδονικό, ρεύματα αρνητών του κορονοϊού κ.ά. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Θεσσαλονίκη η ΧΑ διατηρεί ακόμη γραφεία, ενώ και η ίδια η εμφάνιση οργανωμένων φασιστικών ομάδων δείχνει οργανωτική προετοιμασία και δουλειά στρατολόγησης των φασιστών.
Η κυβέρνηση με την πολιτική της στο ζήτημα της υγείας και της αντιμετώπισης της πανδημίας του κορονοϊού τόνωσε και ενθάρρυνε τα ρεύματα ανορθολογισμού αφού εγκατέλειψε το ΕΣΥ και κατέστησε σαφές ότι δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για την προστασία της υγείας των λαϊκών στρωμάτων και την οικονομική τους στήριξη στη δύσκολη αυτή περίοδο. Αντιμετωπίζοντας την δημόσια υγεία και το ζήτημα του αναγκαίου εμβολιασμού τυχοδιωκτικά, με μοναδικό άξονα την επιβολή αυταρχικών πολιτικών, απολύσεων κ.ά., τροφοδότησε μια άμορφη δυσπιστία, που εκμεταλλεύτηκαν μηχανισμοί και δίαυλοι του ακροδεξιού χώρου, της Εκκλησίας ώστε να επανεμφανιστούν συχνά (και ιδιαίτερα στη βόρεια Ελλάδα) ως εκφραστές αυτών των κοινωνικών ρευμάτων. Είχαν προηγηθεί άλλες κινήσεις ακροδεξιών θυλάκων, όπως οι επιθέσεις για να μην ενταχθούν προσφυγόπουλα σε σχολεία, οι δράσεις και τα «μπάρμπεκιου» ακροδεξιών έξω από προσφυγικά καμπς. Είναι προφανές από την αλληλουχία των γεγονότων ότι η εκλογή της ΝΔ και το επιθετικό, ρατσιστικό και αυταρχικό της πρόγραμμα, ενθάρρυναν εξαρχής την ακροδεξιά να προχωρήσει σε αρχικά δειλά και αργότερα πιο επιθετικά βήματα επανεμφάνισης στο κοινωνικό πεδίο.
Σήμερα, μετά από δύο χρόνια διακυβέρνησης ΝΔ, με βασικό κυβερνητικά έργο την ένταση της καταστολής, το μέτωπο με το συνδικαλιστικό κίνημα και κυρίως τη νεολαία και του φοιτητικό κίνημα, την επίθεση στην αριστερά και τον ιστορικό συσχετισμό της Μεταπολίτευσης, η ακροδεξιά φαίνεται αποφασισμένη να αναβαθμίσει και τη δική της δράση παρεμβαίνοντας δυναμικά στο μέτωπο που έχει ανοίξει η κυβέρνηση με τη νεολαία, το μαθητικό και φοιτητικό κίνημα, τις δημοκρατικές κατακτήσεις και την αριστερά. Οι στόχοι, τα μέσα και η ανοιχτά αντικομουνιστική, εμφυλιοπολεμική ρητορεία, των φασιστών που δρουν στη Σταυρούπολη και τον Εύοσμο δείχνουν τον «χώρο» και το κενό που επιδιώκουν να καλύψουν.
- Ο φασισμός βλέπει την ευκαιρία να ανακάμψει στη μαζική υποβάθμιση της προοπτικής της νεολαίας – βρίσκει το χώρο στον κρατικό αυταρχισμό απέναντι στο κίνημα της νεολαίας
Ο τρόπος δράσης του φασισμού θυμίζει έντονα το 2012. Ξεκινά από «επεισόδια» που πατάνε πάνω στην προσπάθεια αξιοποίησης ήδη καλλιεργημένων αντιδραστικών αντανακλαστικών, διερευνώντας το έδαφος για κλιμάκωση της δολοφονικής δράσης των ταγμάτων εφόδου. Έτσι και τότε, ξεκίνησαν μέσα από τον ξυλοδαρμό και τα πογκρόμ μεταναστών σε γειτονιές και λαϊκές, τις επιθέσεις σε συνδικαλιστές στους χώρους δουλειάς, για να κλιμακώσουν γρήγορα σε δολοφονίες αγωνιστών, αντιφασιστών, κοινωνικά αδύναμων.
Αν η διάλυση και η εξαθλίωση της κοινωνίας, η έλλειψη προοπτικής, η γενικευμένη απελπισία είναι το έδαφος στο οποίο βρίσκει ευκαιρία να αναπτυχθεί ο φασισμός, ο κρατικός αυταρχισμός είναι το νερό που τον ποτίζει. Η άνοδος της ΧΑ πάτησε πάνω στα πιο αντιδραστικά διλήμματα στο εσωτερικό της κοινωνίας και κυρίαρχα στο ερώτημα, ποιος ευθύνεται για την φτώχεια που με ταχύτατους ρυθμούς επέβαλαν τα μνημόνια οδηγώντας μαζικά στρώματα της κοινωνίας στην ανεργία και στα όρια της επιβίωσης. Η ΧΑ, όχι απλώς δεν αντιπολιτεύτηκε τις μνημονιακές κυβερνήσεις, αλλά συντάχθηκε ουσιαστικά με τις πολιτικές τους, υποδεικνύοντας τους ίδιους υπευθύνους για το γεγονός ότι ήταν «αναγκαία» τα μνημονιακά προγράμματα για να «σωθεί η Ελλάδα»: τους μετανάστες και το δήθεν «εργατικό υπερπληθυσμό», και τους κομμουνιστές και αριστερούς και γενικά τους αγώνες που «κάνουν απεργίες και χάνουμε μεροκάματα». Στοχοποιώντας μετανάστες ή συνδικαλιστές και κοινωνικούς αγωνιστές, η ΧΑ υποσχέθηκε «άμεσες λύσεις», λειτουργώντας σαν τον σκληρό οργανωτικό βραχίονα της κρατικής πολιτικής, σαν συμπλήρωμα του επίσημου κατασταλτικού μηχανισμού του κράτους. Ενός μηχανισμού που ακριβώς λόγω της συγκρότησής του μέσα από το παρακράτος, τον κύκλο το μαύρου χρήματος και τις δουλειές «της νύχτας» και της πιο βαριάς ανθρώπινης εκμετάλλευσης, ήταν ικανός να φτάσει εκεί που δεν μπορούσε ο επίσημος κρατικός μηχανισμός.
Σήμερα, δεν είναι τυχαία η προσήλωση που δείχνουν οι φασίστες στην δημιουργία ορμητηρίων σε σχολεία και ιδίως σε Επαγγελματικά Λύκεια σε φτωχότερες λαϊκές περιοχές. Η πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ, πολιτική διάλυσης ιστορικών κεκτημένων δεκαετιών, εμβάθυνσης του νεοφιλελευθερισμού, έχει ειδικό αποδέκτη τη νεολαία. Μέσα από ένα συνολικό πλέγμα μέτρων, η ΝΔ επιχειρεί να ανατρέψει οριστικά την όποια προοπτική εγγυάτο μέχρι σήμερα η εκπαίδευση για τους νέους δημιουργώντας στρατιές νέων αποφοίτων με χαμηλές προοπτικές και προσδοκίες, υπαμειβόμενους, ελαστικά εργαζόμενους, προορισμένους κυρίαρχα να στελεχώσουν την ανάπτυξη των κλάδων «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας, τον τουρισμό, την εστίαση. Το μέτρο της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής που ήδη από την πρώτη εφαρμογή του οδήγησε 40.000 παιδιά εκτός τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δείχνει την έκταση αυτής της μεταβολής της προοπτικής της νεολαίας στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση με το νόμο Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη εκκαθαρίζει και τα πανεπιστήμια από «περιττούς» υποψηφίους πτυχιούχους προωθώντας τη διαγραφή χιλιάδων φοιτητών, αλλά και επιχειρεί να καταστείλει την πολιτική και αγωνιστική δράση των φοιτητών και των συλλογικών τους οργάνων μέσα από την πανεπιστημιακή αστυνομία, τη θέσπιση πειθαρχικών συμβουλίων και ποινών κ.ά.
Η νεολαία βρίσκεται στο στόχαστρο και στο μεταίχμιο μιας ιστορικής απαξίωσης των σημερινών γενιών μαθητών, ενώ συγχρόνως βιώνει τις πιέσεις από το συνολικό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον, την πτώση του βιοτικού επιπέδου, την αύξηση της ανασφάλειας και της ανέχειας. Οι συνθήκες αυτές είναι που έχουν γεννήσει άλλωστε την ανάπτυξη αγώνων του μαθητικού κινήματος, μαθητικών καταλήψεων και διαδηλώσεων με τη μαζική συμμετοχή μαθητών και μαθητριών σε όλη την Ελλάδα, παράλληλα με την δυναμική και νικηφόρα παρουσία του φοιτητικού κινήματος που έχει μέχρι σήμερα καταφέρει να εμποδίσει την εφαρμογή του νόμου Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η πολιτική που εφαρμόζει στην εκπαίδευση μπορεί να γεννήσει εκρηκτικές καταστάσεις, ακριβώς γιατί διαλύει βίαια όχι μόνο το μέλλον των νέων, μαθητών και φοιτητών, αλλά και τις προσδοκίες ευρύτατων στρωμάτων της κοινωνίας, των γονιών, του κόσμου της εκπαίδευσης, που ιστορικά στην Ελλάδα επενδύουν στον κρατικό μηχανισμό της ελπίδες και τις προοπτικές μιας βελτίωσης της ζωής και του επιπέδου διαβίωσης. Γι’ αυτό και δε διστάζει να κινηθεί κατασταλτικά, όχι μόνο θέτοντας το φοιτητικό κίνημα στο επίκεντρο της εκστρατείας καταστολής, αστυνομικής βίας και διώξεων, αλλά και τους ίδιους του μαθητές, οδηγώντας ανήλικα παιδιά στα κρατητήρια, κινώντας ποινικές έρευνες σε βάρος μαθητών, τραβώντας μαθητές στα τμήματα για ανακρίσεις και προειδοποιήσεις «συμμόρφωσης», με σκοπό την αναχαίτιση των μαζικών μαθητικών κινητοποιήσεων που της προκαλούν σημαντική πολιτική φθορά.
- Η κυβερνητική επίθεση στις δημοκρατικές ελευθερίες δίνει τον τόνο στην αποχαλίνωση της ακροδεξιάς στα σχολεία
Μέσα σε μια τέτοια συγκυρία, η δράση του οργανωμένου φασισμού μπορεί να αναδειχθεί ιδιαίτερα χρήσιμη για την κρατική στρατηγική. Οργανώνοντας επιθέσεις φασιστοειδών σε σχολεία, κάνουν για άλλη μια φορά τη «βρώμικη δουλειά», διασπείροντας την τρομοκρατία στους μαθητές που αγωνίζονται, προς συμμόρφωση και παραδειγματισμό, επιτελώντας δηλαδή το βασικό ιστορικό ρόλο του φασισμού και της παρακρατικής ακροδεξιάς, που είναι το αποφασιστικό συμπλήρωμα της καταστολής και τους κρατικού αυταρχισμού απέναντι στους αγώνες. Γι’ αυτό και για άλλη μια φορά, οι φασιστικές ομάδες ουσιαστικά συλλειτουργούν με την αστυνομία, που καταδιώκει και καταστέλλει με χημικά και δακρυγόνα τους αντιφασίστες και τους φοιτητικούς συλλόγους και αφήνει τους φασίστες να επιτίθενται ανενόχλητοι επανειλημμένα. Γι’ αυτό και οι φασίστες βρίσκουν συμμάχους, που διευκολύνουν και συνδράμουν το «έργο» τους, σε πρόσωπα και φορείς σε θέσεις εξουσίας, στους αντιδραστικούς διευθυντές των σχολικών συγκροτημάτων που βρίσκουν στα φασιστοειδή έναν τρόπο αντιμετώπισης των μαθητικών αγώνων και όχι μόνο υποθάλπουν την ανάπτυξη και οργανωμένη δράση φασιστών μέσα στα σχολεία, αλλά δε δίστασαν και να τους φυγαδεύουν στο ΕΠΑΛ Σταυρούπολης μέσα στο σχολείο την ώρα της αντιφασιστικής διαδήλωσης. Πρόσωπα που είναι υπόλογα ως προς τις τεράστιες ευθύνες τους για την κατάσταση στην οποία έχει φτάσει σήμερα η δράση δολοφονικών φασιστικών ταγμάτων στα σχολεία.
Έτσι, οι φασίστες επιχειρούν να βγουν από το κοινωνικό και πολιτικό περιθώριο, στο έδαφος της υποβάθμισης της προοπτικής της νεολαίας, και ιδίως των νέων που προέρχονται από το φτωχά περιβάλλοντα, αλλά για άλλη μια φορά πατάνε πάνω σε βήματα που χάραξε ο επίσημος κρατικός μηχανισμός μέσα από την εφαρμογή ενός επιθετικού δόγματος καταστολής, αυταρχισμού, κοινωνικού συντηρητισμού. Η αυταρχική πολιτική που στιγματίζει την κυβερνητική θητεία Μητσοτάκη έχει ιδιαίτερο βάρος στους κόλπους της νεολαίας, όταν για πρώτη φορά συμπράττουν και συν-νομοθετούν το Υπουργείο Παιδείας με το Υπουργείο προστασίας του Πολίτη! Μια κυβέρνηση που στηρίζει το πρόγραμμά της και τις κοινωνικοπολιτικές συμμαχίες της πάνω στην ανάγκη για άμεση κατάργηση ιστορικών δημοκρατικών κατακτήσεων, του δικαιώματος στη διαδήλωση, στην απεργία, στο συνδικαλισμό, με έναν πρωθυπουργό που αναπαράγει από τα έδρανα της Βουλής τη θεωρία των δύο άκρων καλώντας μετά την καταδίκη της ΧΑ «να τελειώσουμε με τον κόκκινο φασισμό», μια κυβέρνηση που το κύριο έργο της εδώ και δύο έτη είναι η μαζικοποίηση και ο εξοπλισμός της αστυνομίας με μέσα παρακολούθησης και καταστολής πολιτών, που έχει καταστήσει την ελληνική αστυνομία διεθνώς διάσημη για την διαρκή παραβίαση δικαιωμάτων και την αυθαιρεσία, συνειδητά τροφοδοτεί το χώρο της ακροδεξιάς, που θρέφεται και θεριεύει από τη στρατηγική της έντασης.
Όταν εν χωρώ κυβέρνηση, ΜΜΕ και κέντρα εξουσίας κλιμακώνουν την ένταση αναδεικνύοντας έναν υποτιθέμενο κίνδυνο «τάξης και ασφάλειας» που απειλούνται από κάθε λογής «αντιφρονούντες, αντεθνικά στοιχεία» κλπ. δίνεται το σήμα, αλλά και η νομιμοποίηση στο χώρο της ακροδεξιάς να «δράσει» για την αντιμετώπιση του «κινδύνου». Την ίδια προσπάθεια εγκόλπωσης του ακροδεξιού ακροατηρίου σηματοδότησε άλλωστε και η επιλογή Μητσοτάκη να τοποθετήσει σε θέσεις κλειδιά στον τελευταία ανασχηματισμό τα βασικά πρόσωπα της περιόδου ΛΑΟΣ, δηλαδή της περιόδου εμφάνισης της ακροδεξιάς στην κεντρική πολιτική σκηνή (Γεωργιάδης, Βορίδης, Πλεύρης), αλλά και η ανοιχτή υπεράσπιση της υλοποίησης από την κυβέρνηση πρακτικών σε βάρος προσφύγων κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, που λίγα έχουν να ζηλέψουν από τις δράσεις των φασιστών, με παράνομες επαναπροωθήσεις, push-backs, εξαφάνιση προσφύγων.
Η ΝΔ ξέρει ότι η επιθετική πολιτική που εφαρμόζει προκαλεί κοινωνική δυσαρέσκεια και επιχειρεί να θωρακιστεί με τη συσπείρωση του δεξιού ακροατηρίου πάνω στους πυλώνες του νόμου και της τάξης, αλλά και να αποτρέψει τις διαρροές από την ανάπτυξη ρευμάτων ανορθολογισμού που σχετίζονται με το ξέσπασμα της πανδημίας και τα μέτρα που εφαρμόστηκαν. Αλλά είναι και ακριβώς αυτή η προσπάθειά της να ενσωματώσει το άλλοτε σημαντικό ακροατήριο της ΧΑ, που τροφοδοτεί την αναζωπύρωση της ακροδεξιάς με τις αυτοτελείς της πρακτικές και τον δυνητικά ανεξέλεγκτο χαρακτήρα της.
- Από το «μαχαιρώθηκαν για τη μπάλα» στο «βίαιες ομάδες στα σχολεία»
Είναι ξεκάθαρο ότι η αναζωπύρωση της δημόσιας δράσης του φασισμού και διευκολύνεται αλλά και διευκολύνει την πολιτική που εφαρμόζει σήμερα η κυβέρνηση, καθώς της δίνει τη δυνατότητα να προωθήσει την ιδεολογική επίθεση στα λαϊκό κίνημα και τις ιστορικές του παρακαταθήκες μέσα από τη διευρυμένη αναπαραγωγή της θεωρίας των δύο άκρων, της συσκότισης, με σκοπό την απονομιμοποίηση και καταστολή των αγωνιστικών πρακτικών και της αριστεράς. Ούτε αυτό είναι κάτι καινούριο. Ακόμη και μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, που αποκάλυψε πλέον σε ολόκληρη την κοινωνία το πραγματικό πρόσωπο του φασισμού, ένα σύνολο κύκλων και μηχανισμών διέδιδαν ότι «μαχαιρώθηκαν για τη μπάλα». Γι’ αυτό και η καταδίκη της ΧΑ και η ανάδειξη των εγκλημάτων της ως συγκροτημένο έργο του φασισμού δεν ήταν καθόλου δεδομένη εξέλιξη, αλλά αντίθετα ήταν το αποτέλεσμα ενός δύσκολου και πολύχρονου αγώνα του αντιφασιστικού κινήματος, με πρωταγωνιστή τη νεολαία. Ακόμη και μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα στις 18 Σεπτεμβρίου 2013, η ΧΑ αναδείχθηκε στις Ευρωεκλογές του 2014 και στις Βουλευτικές εκλογές του 2015 τρίτο κόμμα, παρότι ο δολοφονικός και τρομοκρατικός χαρακτήρας της δράσης της ήταν πλέον απροκάλυπτος. Χρειάστηκε η διαρκής και μαζική κινητοποίηση των νέων, του εργατικού κινήματος και ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων για να αποκαλυφθεί και απονομιμοποιηθεί ο ρόλος του φασιστικού μορφώματος, κινητοποίηση που αντιμετώπισε συχνά καταστολή των αντιφασιστικών διαδηλώσεων, συλλήψεις και διώξεις αντιφασιστών, και ιδίως το δόγμα των «δύο άκρων» που κυριαρχούσε στον επίσημο πολιτικό λόγο.
Σήμερα, η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται σαν τραγωδία. Κυβέρνηση και Υπουργείο Παιδείας, δημοσιογράφοι της κυβερνητικής αυλής και της λίστας Πέτσα, παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης όπως ο Δήμαρχος του Δήμου Π. Μελά, συσκοτίζουν την κατάσταση αθωώνοντας το φασισμό, μιλώντας γενικά φαινόμενα «βίας και επεισοδίων», εξισώνουν τα δολοφονικά τάγματα των φασιστών με το αντιφασιστικό κίνημα και τους αγώνες του. Για άλλη μια φορά η αστυνομία προστατεύει τους φασίστες και επιτίθεται στους διαδηλωτές και τους φοιτητικούς συλλόγους. Παρότι, υπό το βάρος των μαζικών κινητοποιήσεων και της γενικευμένης κατακραυγής η κυβέρνηση πιέστηκε να επέμβει κατασταλτικά, οδηγώντας σε δεκάδες προσαγωγές και συλλήψεις συμμετεχόντων στα γεγονότα της Σταυρούπολης, με την πάροδο των ημερών ο κυβερνητικός λόγος μετατοπίζεται ολοένα και περισσότερο στην επαναφορά της θεωρίας των «δύο άκρων» και σε μία επικίνδυνη αφήγηση όχι απλά εξίσωσης των φασιστών με τους αγωνιστές φοιτητές, μαθητές και εκπαιδευτικούς, αλλά και πρόκλησης των φασιστών από τις κινητοποιήσεις. Ανέχονται, αξιοποιούν και τροφοδοτούν το φασισμό γιατί εξυπηρετεί τους ευρύτερους σκοπούς της κυβερνητικής πολιτικής, που είναι η ιστορική αναμέτρηση της κυβέρνησης με τις παρακαταθήκες, τις κοινωνικές και πολιτικές ρίζες της αριστεράς, τα σύμβολα και τους αγώνες της. Ωστόσο, δεν πρόκειται για ένα εύκολο έργο, τόσο λόγω της έκτασης των γεγονότων, όσο και των διαρκών κινητοποιήσεων. Ιδιαίτερα η διαδήλωση της Πέμπτης, 29 Σεπτεμβρίου, με τη συμμετοχή πλέον των 4000 διαδηλωτών, ήταν ένας πολιτικός σεισμός για την περιοχή, ενδεικτικός της συσσωρευμένης δυσαρέσκειας και της λαϊκής οργής απέναντι στο φασιστικό δηλητήριο.
- Μαζικός αντιφασιστικός φραγμός και δημοκρατική πάλη του λαού
Αυτή τη φορά να μην αφήσουμε το μαχαίρι να βρει το στόχο. Με παρακαταθήκη τη μεγάλη νίκη του αντιφασιστικού κινήματος με την καταδίκη της ΧΑ, είναι αναγκαία η αντιφασιστική επαγρύπνηση της κοινωνίας και η πλατύτερη δυνατή συσπείρωση στο πλαίσιο του αντιφασιστικού κινήματος. Οι μεγάλη διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη στις 29.9.2021 και οι καθημερινές μαζικές διαδηλώσεις των φοιτητών, δείχνουν ότι το λαϊκό κίνημα και ιδιαίτερα η νεολαία μπορούν να αποτρέψουν την επανεμφάνιση του φιδιού και του φασιστικού δηλητηρίου στην κοινωνία, στα σχολεία, στις γειτονιές μας για να μη περάσει η φασιστική τρομοκρατία απέναντι στο μαθητικό κίνημα και συνολικά τους νέους που αγωνίζονται. Χρειάζεται ενότητα, αποφασιστικότητα και μαζική δράση. Ούτε η πολυδιάσπαση ούτε η αχρείαστη ιδεολογική στενότητα και «πολιτική καθαρότητα» έχουν χώρο στο αντιφασιστικό κίνημα. Αντίστοιχα, η λογική της αντιπαράθεσης με το φασισμό κυρίως με οργανωτικούς όρους από τις «πρωτοπορίες», ξεκομμένα από το ευρύτερο λαϊκό κίνημα, δεν μπορεί να παράξει πραγματική οριοθέτηση. Οι 70.000 του Εφετείου είναι μια απόδειξη αυτού. Αλλά και συγχρόνως, χρειάζεται ένα πλατύ δημοκρατικό μέτωπο που θα βάζει εμπόδια στον κυβερνητικό αυταρχισμό και την στρατηγική της καταστολής και ακύρωσης ελευθεριών. Μιας στρατηγικής που ανοίγει το δρόμο στους φασίστες και βάζει σε κλοιό τους αγωνιστές και το λαϊκό κίνημα.
Τα γεγονότα της Σταυρούπολης απέδειξαν ότι υπάρχουν πλατιές δυνατότητες οριοθέτησης της επανεμφάνισης των φασιστών. Ωστόσο, αποτελεί προϋπόθεση η πολιτική ενότητα, αλλά και η πλαισίωση των παρεμβάσεων από μαζικούς φορείς και συλλογικότητες. Το βάρος των κινητοποιήσεων πρέπει να αναλάβουν συνδικάτα, σωματεία, σύλλογοι φοιτητών και εκπαιδευτικών, συλλογικά όργανα του μαθητικού κινήματος, με την ενιαία στήριξη των οργανώσεων και των πολιτικών κομμάτων της αριστεράς.
Ο φασισμός και το ακροδεξιό παρακράτος θεριεύουν σε συνθήκες αντιδημοκρατικής έξαρσης, εκτροπής από τις δημοκρατικές ελευθερίες. Μία κυβέρνηση που ανέλαβε να απαγορεύσει την πορεία του Πολυτεχνείου, που βάζει την αστυνομία να εισβάλει σε γραφεία αριστερών κομμάτων, που ανέστειλε το δικαίωμα στη διαδήλωση επανειλημμένα σε λίγους μόλις μήνες, είναι υπόλογη για το φίδι που θρέφει, ανασύροντας στην πολιτική συζήτηση τις πιο θεμελιώδεις, ιδρυτικές αρχές του φασισμού: τον αντικομμουνισμό, τη δήθεν «φυσική κατάσταση» της κοινωνικής ανισότητας, την «φυσική» υπεροχή των λίγων, των αρίστων, την εξαθλίωση και απομόνωση του ανθρώπου.
Σ’ αυτόν τον τόπο, ο λαός και η νεολαία, με τους αγώνες και τις θυσίες τους έχουν αποκαλύψει το παρακράτος, το τρίκυκλο του θανάτου που τριγυρίζει τις νύχτες και χτυπάει αγωνιστές, ποιος το κινεί, και ποιος το επιστρατεύει. Με τέτοιους, παλλαϊκούς αγώνες να πορευτούμε και σήμερα, για να στεριώσουμε την ελευθερία και τις κατακτήσεις του λαού, για να τσακίσουμε το φασισμό οριστικά.
Δέσποινα Κομπογιάννη,
μέλος του ΔΣ του Συλλόγου Φοιτητών Πολιτικών Μηχανικών ΑΠΘ
One Comment on “Πως φτάσαμε στην αναζωπύρωση του οργανωμένου φασισμού με θέατρο επιχειρήσεων τα σχολεία της Θεσσαλονίκης;”
Comments are closed.