Του Χρήστου Παναγιωτόπουλου
Χρησιμοποίησε όλα τα μέσα για να μην γίνει ΑΠΕΡΓΙΑ την Τετάρτη 16 Ιουνίου
Με όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση της Ν.Δ. προσπάθησε και εμπόδισε την πραγματοποίηση νέας 24ωρης ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ την Τετάρτη 16 Ιουνίου.
Η κυβέρνηση των δήθεν αρίστων, ενώ γνώριζε πότε αρχίζουν οι πανελλαδικές εξετάσεις επέλεξε να καταθέσει το αντεργατικό νομοσχέδιο, να συζητείται και να ψηφίζεται την Τετάρτη 16 Ιουνίου στην ολομέλεια της βουλής. Τυχαία, επέλεξε αυτή τη χρονική στιγμή; Όχι Βέβαια.
Ήθελε με κάθε τρόπο να επιβάλλει και την πολιτική της και να εκβιάσει και εκθέσει στα μάτια της κοινωνίας τα συνδικάτα. Να τα παρουσιάσει ως δήθεν κοινωνικά ανάλγητα απέναντι στη μαθητική νεολαία και την κοινωνία, εάν τολμήσουν και απεργήσουν. Αν δεν απεργήσουν ακόμα καλύτερα για αυτήν.
Αρχικά η κυβέρνηση και ο κομματικός της μηχανισμός επεδίωξε να ασκήσει όλη της την επιρροή, με τους διαφόρους διαύλους επικοινωνίας που έχει με τους συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ και να εμποδίσει με κάθε τρόπο να συνεχιστούν οι απεργιακές κινητοποιήσεις ενάντια στο νομοσχέδιο έκτρωμα του Υπουργείου Εργασίας. Στην κατεύθυνση αυτή πρόθυμοι οι συνδικαλιστές της ΔΑΚΕ έβαζαν εμπόδια σε όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις με διάφορα ψευτοεπιχειρήματα και τάχτηκαν παντού σχεδόν σε όλα τα συνδικάτα κατά μιας νέας απεργιακής κινητοποίησης.
Ο έτερος σύμμαχος της αστικής πολιτικής στο συνδικαλιστικό κίνημα, η πρώην ΠΑΣΚΕ, που σήμερα εμφανίζεται με διάφορα συνδικαλιστικά ονόματα στους εργασιακούς χώρους, κυρίως του δημόσιου τομέα, έπραξε αρχικά το ίδιο. Αρνήθηκαν αρχικά, συμμαχώντας με την ΔΑΚΕ τη συνέχιση και κλιμάκωση των κινητοποιήσεων με αιχμή την Τετάρτη 16 Ιουνίου, ημέρα που ψηφίζεται το αντεργατικό έκτρωμα. Την τελευταία στιγμή, για λόγους που αυτοί ξέρουν, άλλαξαν γραμμή στην ΑΔΕΔΥ και ψηφίσαν 24ωρη απεργία.
Οι συνδικαλιστές του ΣΥΡΙΖΑ, θυμήθηκαν το αγωνιστικό τους παρελθόν, αφού το κόμμα τους είναι στην αντιπολίτευση.
Το ΠΑΜΕ περιορίστηκε στα πλαίσια επιλόγων του κόμματος. Πιο αγωνιστικά, αλλά εντός του πλαισίου, και οδηγήθηκε από την εκφυλισμένη ηγεσία της ΓΣΕΕ να αναβάλει την απεργία από τις 3 στις 10 Ιουνίου.
Οι διάφορες συνδικαλιστικές δυνάμεις της ριζοσπαστικής, ανεξάρτητης ταξικής αναφοράς και δράσης, έδωσαν και σε αυτή τη μάχη το δικό τους στίγμα, αλλά ως εκεί. Αδυνατούν να συγκροτήσουν μια πιο μαζική, ζωντανή, μαχητική δύναμη αντίστασης και ανατροπής, που να υπερβαίνει τα όρια του σημερινού σ. κινήματος.
Παρά τα όσα αναφέρθηκαν
Η συμμέτοχη στην απεργία στις 10 Ιουνίου αλλά και στις συγκεντρώσεις ήταν καλύτερη των τελευταίων χρόνων. Μπορεί να μην νέκρωσαν τα πάντα, αλλά ήταν σαφώς καλύτερη από άλλες φορές. Αυτό ήταν που θορύβησε την κυβέρνηση και επιδίωξε με κάθε τρόπο να κάνει ότι μπορούσε έτσι ώστε να μην γίνει ΑΠΕΡΓΙΑ την ημέρα ψήφισης του εκτρώματος.
Κατά την προσφιλή τους τακτική στελέχη της κυβέρνησης όπως η υπουργός Παιδείας κ. Κεραμέως κατέθεσε αγωγή κατά της απεργίας της ΑΔΕΔΥ ζητώντας να βγει παράνομη και καταχρηστική η απεργία στο όνομα της προστασίας των πανελλαδικών εξετάσεων. Ταυτόχρονα τα καλοπληρωμένα Μ.Μ. Ενημέρωσης άρχισαν να καλλιεργούν τον κοινωνικό αυτοματισμό, σε βάρος των συνδικάτων και όλων όσων θέλουν να αγωνιστούν ενάντια στο αντεργατικό νομοσχέδιο.
Γνώριζε η κυβέρνηση και η υπουργός Παιδείας ότι η ΟΛΜΕ είχε ζητήσει από την ΑΔΕΔΥ οι εκπαιδευτικοί να εξαιρεθούν από την απεργία, έτσι ώστε να μην δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα στις εξετάσεις. Κάτι το οποίο και έγινε. Ανάλογη στάση κράτησαν και τα συνδικάτα των αστικών συγκοινωνιών, τροποποιώντας τις κινητοποιήσεις τους για να μην δημιουργηθούν προβλήματα στην μεταφορά των μαθητών στα εξεταστικά κέντρα.
Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ, εξάντλησε την αγωνιστική της δράση στην απεργία στις 10 Ιουνίου και έχει μπει στο καβούκι της, -περιορίστηκε σε μια στάση εργασίας-συμβάλλοντας ουσιαστικά στο πέρασμα του αντεργατικού νομοσχεδίου, αφού, όπως λέει, βλέπει και θετικές διατάξεις.
Την Τετάρτη, τελικά, απέργησε η ΑΔΕΔΥ που καλύπτει τους εργαζόμενους σε όλο το δημόσιο, τα εργατικά κέντρα Αθήνας, Πειραιά και άλλων νομών, ομοσπονδίες του ιδιωτικού τομέα και δεκάδες σωματεία. Με μικρή όμως συμμετοχή, που δεν έμοιαζε με την πανεργατική απεργία στις 10 Ιουνίου.
Για άλλη μια φορά έγιναν ξεχωριστές απεργιακές συγκεντρώσεις! Το πρωί στις 10.30 στο Σύνταγμα, στις 11 στην Κλαυθμώνος και τα Προπύλαια. Συγκεντρώσεις έγιναν και το απόγευμα 5ηώρα, που ψηφιζόταν στην ολομέλεια της βουλής το αντεργατικό νομοσχέδιο.
Απέναντι στην κυβέρνηση βρέθηκαν και ορισμένα δικά της στελέχη, όπως οι έξι πρώην υπουργοί και βουλευτές της Ν.Δ. με κοινή δήλωση τους στέφονται κατά του νομοσχεδίου. Πρόκειται για τους: Χρήστο Ζώη, Άρη Σπηλιωτόπουλο, Σάββα Τσιτουρίδη, τον πρώην κυβερνητικό εκπρόσωπο των κυβερνήσεων Καραμανλή Ευάγγελο Αντώναρο και τους πρώην βουλευτές Νίκο Σταυρογιάννη και Κρινιώ Κανελλοπούλου.
Κοινοβουλευτικά απομονωμένη η κυβέρνηση της Ν.Δ, επέμενε μέχρι τέλος στη ψήφιση στη Βουλή του αντεργατικού της εκτρώματος και συγκέντρωσε μόνο τους ψήφους των δικών της βουλευτών.
Συγκεκριμένα, υπερψήφισαν επί της αρχής μόνο οι 158 βουλευτές της ΝΔ, ενώ καταψήφισαν οι 142 βουλευτές της αντιπολίτευσης. Στην ψηφοφορία κατ’ άρθρο, ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε 56 άρθρα του νομοσχεδίου, ψήφισε «παρών» σε 17, ενώ το ΚΙΝΑΛ υπερψήφισε 74 άρθρα. Υπέρ σε 6 άρθρα είπε και το ΜΕΡΑ25, ενώ η Ελληνική Λύση υπερψήφισε 21 άρθρα, που θεωρούν ότι κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, όπως εκείνα για τις πατρικές άδειες και τη βία και τη σεξουαλική παρενόχληση στους χώρους εργασίας. Το νομοσχέδιο περιλάμβανε 128 άρθρα.
Μόνο το ΚΚΕ καταψήφισε στο σύνολό του, τόσο επί της αρχής όσο και επί όλων των άρθρων το αντεργατικό τερατούργημα, εκφράζοντας την ομόθυμη λαϊκή καταδίκη στο σύνολο του κατάπτυστου νομοσχεδίου και την απαίτηση να αποσυρθεί.
Μπορεί το αντεργατικό έκτρωμα, να έγινε νόμος του αστικού κράτους, αφού ψηφίστηκε έστω και μόνο από τους βουλευτές της Ν.Δ, όμως δεν θα μπορέσει να σταθεί στη ζωή, γιατί επιστρέφει το καθεστώς εργασίας στην εποχή του μεσαίωνα, αν εφαρμοστεί, και βάζει επιπρόσθετα εμπόδια στην συνδικαλιστική δράση και την απεργία. Καταργεί το 8ωρο, διευρύνει και κάνει ποιο φτηνές τις υπερωρίες, σε μια εποχή που η ανεργία αυξάνεται. Απορυθμίζει ακόμα περισσότερο την αγορά εργασίας και εντείνει την εκμετάλλευση.
Την ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική τους την βαφτίζουν ως δήθεν πρόοδο. Μέσα από ένα νομοσχέδιο βαθιά συντηρητικό και οπισθοδρομικό, ως κερασάκι στην τούρτα ενσωματώνουν ευρωπαϊκές οδηγίες και ελάχιστες θετικές ρυθμίσεις, που θα μπορούσαν να ερχόντουσαν με άλλο νομοσχέδιο.
Πρόοδος στη σημερινή εποχή, της ρομποτικής, της ψηφιακής τεχνολογίας και της βιομηχανικής επανάστασης είναι η ριζική μείωση του χρόνου εργασίας, των ορίων ηλικίας για τη σύνταξη. Η δημιουργία νέων θέσεων σταθερής εργασίας, η ουσιαστική αύξηση σε μισθό και σύνταξη. Έτσι ώστε να έχουν όλοι εργασία και ταυτόχρονα να ζούμε με αξιοπρέπεια από το μισθό και τη σύνταξη. Μια τέτοια πολιτική θα δημιουργούσε και τις προϋποθέσεις επιστροφής στην χώρα μας, εκατοντάδων χιλιάδων νέων και νέων επιστημόνων, που αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό.
Η εμμονή της κυβέρνησης δείχνει ότι είναι προσκολλημένη στο παρελθόν
Έχει αλλεργία στα εργασιακά συνδικαλιστικά δικαιώματα και τη συνδικαλιστική δράση. Θέλει να επιβάλλει την υποταγή του κόσμου της εργασίας για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των μεγαλοεργοδότων. Δείχνει τη βαθιά συντηρητική σχολή σκέψης που διαπερνά την Ν.Δ., αλλά και πόσο ευάλωτη είναι στην πίεση των οικονομικών συμφερόντων. Μας γυρνούν πίσω στο 1976, όταν με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, πρωθυπουργός είναι ο Κων. Καραμανλής και υπουργός Εργασίας ο Κων. Λάσκαρης στις 29 Μαρτίου 1976 φέρνουν για συζήτηση στη Βουλή ένα νομοσχέδιο -νόμος 330- με τίτλο «Περί επαγγελματικών σωματείων και ενώσεων και διασφαλίσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας», με το οποίο η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει τέρμα στην… συνδικαλιστική ασυδοσία. Τότε ο αλήστου μνήμης υπουργός Εργασίας Κ. Λάσκαρης, υπερασπιζόμενος το νομοσχέδιο, δηλώνει το ανεπανάληπτο: ότι δεν υπάρχει πλέον «εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο» και δηλώνει στους δημοσιογράφους: «Δεν θα επιτρέψομεν την πάλην των τάξεων»!
[Παρένθεση: Το 1982 το ΠΑΣΟΚ με υπουργό Εργασίας τον Απόστολο Κακλαμάνη καταργεί τον Ν. 330/1976 και ψηφίζεται ο νόμος 1264/1982 για τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων.]
Από αυτή την λογική συνεχίζει να διακατέχεται και η σημερινή Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη και ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης που νομίζει ότι θα καταφέρει αυτό που δεν κατάφερε ο Λάσκαρης, να καταργήσει την πάλη των τάξεων. Οι προσπάθειες τους θα πέσουν και πάλι στο κενό.
Η κυβέρνηση πέρασε τον νόμο – τερατούργημα για τα εργασιακά με την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που διαθέτει, όμως αυτό απέχει πάρα πολύ από το να χαρακτηριστεί πολιτική της επιτυχία. Εκατομμύρια εργαζόμενοι, που θα υποστούν από εδώ και εμπρός τις δυσμενείς μεταβολές που προωθούνται με τον νέο νόμο, αντιλαμβάνονται πεντακάθαρα για ποιον δουλεύει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ποιους ενδιαφέρεται να εξυπηρετήσει, πόσο προσκολλημένη είναι στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εργοδοσίας.
Δεν θα ζήσουμε σαν σκλάβοι στον 21ο αιώνα!
Η επιδίωξη να βάλουν στον «γύψο» την εργατική – λαϊκή πάλη δεν θα περάσει.
Δεν είναι πρώτη φορά που το πολιτικό προσωπικό των αφεντικών παρεμβαίνει νομοθετικά και επιτίθεται στους εργαζόμενους, στα δικαιώματά τους. Θέλουν τους εργαζόμενους αδύναμους, φοβισμένους, διασπασμένους απέναντι στην εργοδοσία και το κράτος της.
Η πολιτική τους, γεννά και νομοθετεί την εκμετάλλευση και την αδικία και αυτό είναι που οδηγεί στην ανυπακοή, την αντίσταση και τον αγώνα.
Από σήμερα η εργατική τάξη είναι αντιμέτωπη με μια άλλη πιο δύσκολη κατάσταση. Η εργοδοσία διευκολύνεται για να βαθαίνει την εκμετάλλευση και να αυξάνει τα κέρδη της.
Όσα όμως εμπόδια και αν βάζουν η ταξική πάλη δεν θα σταματήσει, αντίθετα θα ενταθεί και στην πράξη ο νόμος αυτός δεν θα εφαρμοστεί. Η δράση μέσα από τα σωματεία θα βάλει εμπόδια στην εφαρμογή του εκτρώματος στους χώρους δουλειάς.
Κινηματικά το αντεργατικό έκτρωμα, θα αμφισβητείται διαρκώς, θα επιδιωχθεί να μείνει ανενεργό, μέχρι να καταργηθεί.
Οι εργαζόμενοι, τα συνδικάτα οφείλουν και θα βρουν το δρόμο τους, ξεπερνώντας προβλήματα και αδυναμίες. Να γυρίσουν σελίδα σε ταξική κατεύθυνση.
Χρειάζεται νέο εργατικό κίνημα. Επανεκκίνηση των συνδικάτων, ανασυγκρότηση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και της οργάνωσης των αγώνων των εργαζομένων. Με ταξική ενότητα και αλληλεγγύη. Ανεξαρτησία στη διαμόρφωση και τη λήψη των αποφάσεων. Να πάψουν τα συνδικάτα να είναι, είτε συναινετικά- συμβιβαστικά απέναντι σε κυβερνήσεις και εργοδοσία, είτε ιμάντας μεταφοράς των κομματικών γραμμών και σκοπιμοτήτων. Τα συνδικάτα που λειτουργούν με τα παραπάνω χαρακτηριστικά, μόνο τα εργατικά, συλλογικά, ταξικά συμφέροντα δεν υπηρετούν. Με δυο λόγια, χρειαζόμαστε ένα νέο εργατικό κίνημα, στη νέα εποχή. Νέους αγώνες, με σχέδιο, αιτήματα, πολύμορφους, δυναμικούς, που δεν θα περιορίζονται στην ανάδειξη και καταγραφή της διαμαρτυρίας. Αλλά να φθάνουν μέχρι την σύγκρουση, την ανατροπή και την νίκη. Μόνο έτσι τα συνδικάτα θα εμπνέουν τους εργαζόμενους, θα έχουν αποτελέσματα οι αγώνες, θα δημιουργούν ρωγμές στις αντιλαϊκές πολιτικές των αστικών κυβερνήσεων και θα τους φοβούνται και οι εργοδότες, έτσι ώστε να καμφθεί η αυθαιρεσία των αφεντικών και η καταπάτηση των εργατικών δικαιωμάτων.
Οι νέοι εργαζόμενοι, που σήμερα στην πλειοψηφία τους δεν συμμετέχουν στα συνδικάτα, για πολλούς και διάφορους λόγους, πλήττονται περισσότερο από τις αντεργατικές πολιτικές, από την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, από τις ατομικές συμβάσεις κ.λπ. Πρέπει να πάρουν την κατάσταση των συνδικάτων στα χέρια τους. Όχι απλά να εγγραφούν, αλλά να ενδιαφερθούν ουσιαστικά για τη ζωή, λειτουργία, οργάνωση και δράση των σωματείων. Να γίνουν τα σωματεία όργανα ανειρήνευτης ταξικής πάλης, σχολεία ταξικής διαπαιδαγώγησης και εργατικής χειραφέτησης.
Ο νέος κόσμος της εργασίας σήμερα, είναι ποιο μορφωμένος, διαθέτει όλα εκείνα τα εφόδια ώστε να συμβάλει η τάξη μας να γίνει τάξη για την κοινωνική της απελευθέρωση.
Σε αυτό τον δρόμο, σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να αναζητηθεί η ελπίδα για μια καλύτερη ζωή με αξιοπρέπεια και δικαιώματα.