ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Θεσσαλονίκη 19/1/2021
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΟΤΑΝ Ο ΗΛΙΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΧΑΜΗΛΑ ΣΤΟΝ ΟΡΙΖΟΝΤΑ,
ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΙ ΝΑΝΟΙ ΡΙΧΝΟΥΝ ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΚΙΕΣ
Καρλ Κράους
Μετά την κατάπτυστη τροπολογία για την ενοικίαση των μουσειακών εκθεμάτων επί…. μισό αιώνα, που ψήφισε η Ν.Δ. το Δεκέμβρη που μας πέρασε, επιχειρεί και το επόμενο καταστροφικό βήμα, να μετατρέψει πέντε μεγάλα μουσεία της χώρας (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου) σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, με νέο νόμο που θα φέρει στη Βουλή.
Από την εποχή του κ. Τατούλη (Ν.Δ.) το 2005, ο οποίος είχε κηρύξει «το τέλος του κρατικοδίαιτου πολιτισμού», του Αντώνη Σαμαρά (Ν.Δ.) το 2009 που μίλησε για «απεξάρτηση – απελευθέρωση του Υπουργείου Πολιτισμού από τα λίγα κρατικά κονδύλια που υπάρχουν με την κατά το δυνατό πιο γρήγορη ανάπτυξη του θεσμού των χορηγιών», του κ. Ξυδάκη ( ΣΥΡΙΖΑ) το 2015 που ανήγγειλε την πρόθεσή του για ίδια ακριβώς ρύθμιση μετατροπής των κρατικών μουσείων σε ΝΠΔΔ, η πολιτιστική μας κληρονομιά, δυστυχώς, αποτελεί για τους εκάστοτε κυβερνώντες «βάρος» στα οικονομικά μεγέθη του κρατικού προϋπολογισμού, από το οποίο θέλουν διακαώς να απαλλαγούν. Κι αν μέχρι σήμερα τα σχέδιά τους δεν έγιναν πραγματικότητα, είναι γιατί πάντοτε, ευτυχώς, υπήρξαν ισχυρές αντιδράσεις, κυρίως από τους αρχαιολόγους και τους εργαζόμενους στα μουσεία και στον πολιτισμό.
Με την απόσπαση των μουσείων από το Υπ. Πολιτισμού και τη μετατροπή τους σε ΝΠΔΔ, αφού θα μειωθεί δραστικά ή θα περικοπεί παντελώς η κρατική χρηματοδότηση, οι (διορισμένες πλέον από την εκάστοτε κυβέρνηση) Διοικήσεις τους, θα πρέπει να επιδιώκουν αυτά να είναι κερδοφόρα, με κάθε τρόπο (αύξηση εισιτηρίου, επιλογή των πιο «φημισμένων» αρχαιοτήτων προς έκθεση, περιορισμό εξόδων, μακροχρόνιες ενοικιάσεις σε άλλα μουσεία, χορηγίες ιδιωτών κτλ.).
Είναι αυτονόητο, ότι η πολιτιστική μας κληρονομιά θα αντιμετωπίζεται πλέον ως επιχειρηματικό προϊόν, η λειτουργία των μουσείων ως επιχείρηση που πρέπει να αποφέρει κέρδη, με τις επακόλουθες τραγικές συνέπειες:
· για τον πολιτισμό, με την επιταχυνόμενη εξάρτησή του από τα επιχειρηματικά συμφέροντα των ιδιωτών,
· για την επιστήμη της Αρχαιολογίας (έρευνα, μελέτη αρχαιολογικού υλικού κτλ.), η οποία θα πρέπει να συνδέεται πια με τη λεγόμενη αγορά και θα υποβαθμιστεί,
· για τα μικρά περιφερειακά μουσεία (εφόσον επεκταθεί η ρύθμιση) που δε θα έχουν δυνατότητες ικανοποιητικών εσόδων και θα μαραζώσουν,
· για τους εργαζόμενους που θα βλέπουν τις εργασιακές τους σχέσεις και τους μισθούς τους να συρρικνώνονται συνεχώς,
· για το ήδη προβληματικό, για διάφορους λόγους, ΤΑΠΑ που θα στερηθεί σημαντικών πόρων και θα καταρρεύσει.
Η Λαϊκή Ενότητα καταγγέλλει την πρόθεση της κυβέρνησης, και στηρίζει τις αντιστάσεις που ήδη έχουν εκδηλωθεί από πάμπολλα σωματεία εργαζομένων στα μουσεία, συλλόγους υπαλλήλων του Υπ. Πολιτισμού, αρχαιολογικούς συλλόγους κτλ. με ακράδαντη την πεποίθηση, ότι, όπως υπερασπιστήκαμε την υποθήκευση στο Υπερταμείο των αρχαιοτήτων και των νεωτέρων μνημείων από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και την καταργήσαμε, όπως σταματήσαμε μέχρι σήμερα ανάλογες επιδιώξεις, έτσι δεν θα επιτρέψουμε να περάσει και η προωθούμενη ιδιωτικοποίηση των μουσείων. Η πολιτιστική μας κληρονομιά είναι αποτέλεσμα της συλλογικής δημιουργίας κατά την εξέλιξη της κοινωνίας στην πορεία των αιώνων, και δε μπορεί παρά να είναι συλλογικό αγαθό, και όχι επιχειρηματικό προϊόν.