Της Αναστασίας Σταυροπούλου, δικηγόρου
Το φιάσκο της τηλεκατάρτισης έξυσε την επιφάνεια της νεοφιλελεύθερης ατζέντας τόσο για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η πανδημία του Covid-19 συνολικά, όσο και για την πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ σε μια σειρά κλάδους επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων, επιστημόνων. Μια πολιτική που στηρίζεται από την αρχή μέχρι το τέλος στον εμπαιγμό και τη διάψευση, από μια κυβέρνηση που ευαγγελίστηκε τη στήριξη της «μεσαίας τάξης» αναζητώντας εκλογικά και πολιτικά στηρίγματα σε επαγγέλματα και κλάδους που μια προηγούμενη περίοδο συγκρότησαν αγώνες απέναντι στην εργασιακή απαξίωση του ασφαλιστικού Κατρούγκαλου.
Ο τραγέλαφος της τηλεκατάρτισης είναι μια εικόνα από το μέλλον, όπως το οραματίζονται οι θιασώτες του νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονισμού, με πρώτους και κύριους τους κυβερνητικούς. Η οικονομική πτυχή της πανδημίας έπληξε ευρύτατα στρώματα εργαζομένων, που σπρώχτηκαν στην ανεργία, την υποαπασχόληση ή είδαν το εισόδημά τους να εξανεμίζεται. Η κυβέρνηση ανέπτυξε το πρόγραμμα «στήριξης» κοινωνίας που περιορίστηκε στο επίδομα των 800 ευρώ για 1,5 μήνα καραντίνας, ενώ ταυτόχρονα έδωσε το πράσινο φως στην αποχαλίνωση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, σε απολύσεις, εκ περιτροπής εργασία με μισές απολαβές. Την ίδια στιγμή, εκατομμύρια διατέθηκαν σε μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, εργολαβικές επιχειρήσεις, ιδιωτικές επιχειρήσεις στην υγεία για να καλύψουν τη «χασούρα», και ασφαλώς σε ΜΜΕ, ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες στήριξης του κυβερνητικού ίματζ.
Σε ένα τέτοιο συνολικό πλαίσιο ταξικής μονομέρειας όσον αφορά την κατανομή των βαρών κρίσης, η κυβέρνηση μηχανεύτηκε το πανούργο σχέδιο των voucher. Δεκάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι και επιστήμονες, δικηγόροι, μηχανικοί, λογιστές, γιατροί, ερευνητές κ.ά., έλαβαν την διαβεβαίωση του Υπουργού Εργασίας κ. Βρούτση ότι, όπως και όλοι οι πληττόμενοι κλάδοι, θα εντάσσονταν στο ελάχιστο βοήθημα των 800 ευρώ, σε μια περίοδο που, με κλειστά δικαστήρια, δημόσιες υπηρεσίες και κλειστές επιχειρήσεις, η απασχόληση κατέστη αδύνατη. Δεν άργησε η απόλυτη διάψευση όταν τα επίμαχα επαγγέλματα δεν εντάσσονταν στους ωφελούμενους ΚΑΔ που ανακοινώθηκαν για το επίδομα των 800 ευρώ. Αντ’ αυτού, διασκεδάζοντας τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η οικονομική «στήριξη» των επαγγελματιών θα ερχόταν με το «μπόνους» της κατάρτισης, θέτοντας ως προϋπόθεση για τη λήψη των 600 ευρώ την ολοκλήρωση 100 ωρών τηλε-εκπαίδευσης σε επιλεγμένο υλικό και από φορείς που θα αξιολογούνταν μετά από σχετική προκήρυξη.
Ο πραγματικός χαρακτήρας του μέτρου και το ποιοι ήταν οι πραγματικά ωφελούμενοι δεν άργησε να φανεί. Ένα κονδύλι ΕΣΠΑ συνολικά 193.000.000 ευρώ, κατανεμήθηκε από τον Υπουργό Βρούτση που το διαχειρίστηκε ως εξής: στους εργαζόμενους αντιστοιχούσαν από 600 ευρώ για 180.342 δικαιούχους. Από το υπόλοιπο ποσό, 36.000.000 ευρώ κατευθύνθηκαν σε μόλις 7 εταιρείες που «επελέγησαν» ως οι καταλληλότερες (!) προσφορές για την παροχή του υλικού της τηλεκατάρτισης, και το υπόλοιπο ποσό σχεδόν 50.000.000 ευρώ θα κατευθυνόταν στα ΚΕΚ, ΙΕΚ και τους λοιπούς ιδιώτες μεσάζοντες παρόχους του (προ-επιλεγμένου) υλικού τηλεκατάρτισης για υπηρεσίες διαμεσολάβησης μεταξύ των παρόχων του υλικού και των ωφελούμενων και υπηρεσίες πιστοποίησης ότι η κατάρτιση ολοκληρώθηκε επιτυχώς (420 ευρώ ανά ωφελούμενο).
Το φιάσκο που ακολούθησε με τις χιλιάδες καταγγελίες ότι η κατάρτιση που δόθηκε στους επιστήμονες ήταν μία καινοφανής σύνθεση λαθών, ακατάληπτων πληροφοριών και επιστημονικών ανακριβειών φωτίζει όλες τις πτυχές του κυβερνητικού σχεδιασμού αλλά και τα εξόφθαλμα ψεύδη της κυβέρνησης.
Τι αποκάλυψε το φιάσκο των training voucher:
- Τα voucher ήταν επιλογή της κυβέρνησης και όχι αναγκαία λύση: Η κυβέρνηση παρουσίασε ως αναγκαστική την προσφυγή στη «λύση» της τηλεκατάρτισης γιατί δήθεν αυτή η κατεύθυνση του κονδυλίου ήταν επιλέξιμη από το ΕΣΠΑ. Ο ισχυρισμός αυτός είναι ψευδής καθώς από τα σχετικά έγγραφα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκύπτει ρητώς ότι μεταξύ των τρόπων χρήσης των κονδυλίων είναι επιλέξιμη, εξίσου με την χορήγηση μέσω προγραμμάτων, και η απευθείας παροχή χρηματικών ποσών στήριξης σε αυτοαπασχολούμενους και επαγγελματίες. Συνεπώς, η εξαίρεση των επιστημόνων από την αποζημίωση των 800 ευρώ ήταν μία ξεκάθαρη επιλογή της κυβέρνησης.
- Η «διαγωνιστική διαδικασία» επιλογής των παρόχων του «εκπαιδευτικού» υλικού έχει οσμή σκανδάλου και είναι εξόφθλαμα ψευδεπίγραφη. Συγκεκριμένα, η σχετική προκήρυξη του Υπουργείου Εργασίας για την Συγκρότηση Μητρώου Ολοκληρωμένων Συστημάτων Τηλεκατάρτισης για το έργο «Ειδικό Πρόγραμμα Τηλεκατάρτισης με πιστοποίηση για επιστήμονες πληττόμενους από τον COVID-19 που εντάσσονται στους 6 βασικούς επιστημονικούς κλάδους της χώρας βάσει ΚΑΔ οριζομένων από το Υπουργείο Οικονομικών» δημοσιεύθηκε στις 3.4.2020. Η υποβολή προτάσεων από τους ενδιαφερόμενους έληγε την 5.4.2020. Οι υποβληθείσες προτάσεις αξιολογήθηκαν εντός μισής μέρας με την έκδοση του υπ’ αριθ. 01/6.4.2020 Πρακτικού της Ομάδας Αξιολόγησης Ολοκληρωμένων Συστημάτων Τηλεκατάρτισης και τα αποτελέσματα της επιλογής ανακοινώθηκαν αυθημερόν με την πράξη 306/6.4.2020 του Υπουργού που ανακοίνωσε τη Συγκρότηση του Μητρώου με βάση τις προτάσεις που επιλέχθηκαν ως πληρούσες τα κριτήρια της προκήρυξης. Μάλιστα στο δημοσιευθέν έγγραφο της Συγκρότησης του Μητρώου δεν αναφέρονται να νομικά ή φυσικά πρόσωπα που επιλέχθηκαν, αλλά αποκλειστικά οι ηλεκτρονικές διευθύνσεις των πλατφορμών κατάρτισης που διαχειρίζονται! Από τα διδάγματα της κοινής πείρας, είναι πρόδηλο ότι είναι ανθρωπίνως αδύνατο να αξιολογηθούν πραγματικά όλες οι υποβληθείσες προσφορές ως προς την πλήρωση των κριτηρίων της προκήρυξης εντός μισής ημέρας και συνεπώς η όλη αυτή ανορθόδοξη διαδικασία παραπέμπει περισσότερο σε προεπιλογή παρά σε πραγματική διαγωνιστική αξιολόγηση.
- Εκλεκτοί της ΝΔ «συγγενείς και φίλοι» θα μοιράζονταν τα εκατομμύρια της τηλεκατάρτισης: Όπως αποκαλύφθηκε στον τύπο[1] οι 7 πλατφόρμες που επιλέχθηκαν να μοιραστούν τα 36.000.000 εκατομμύρια για να επιμορφώσουν τους επιστήμονες ανήκουν σε διασυνδεδεμένα μεταξύ τους φυσικά και νομικά πρόσωπα (πολλές φορές κοινών συμφερόντων) και καταλήγουν σε πρόσωπα που είχαν παραδοσιακές πολιτικές σχέσεις με τη ΝΔ και ειδικά τον Υπουργό κ. Βούτση, αλλά και σε πρόσωπα που έχουν εμπλακεί στο παρελθόν σε υποθέσεις διασπάθισης δημοσίου χρήματος για μη παραδοθείσες υπηρεσίες κατάρτισης.
Οι αντιδράσεις των επιστημόνων και η αποκάλυψη της μεγάλης αρπαχτής των voucher ανάγκασαν την κυβέρνηση σε αναδίπλωση με την απόφασή της να καταργήσει το πρόγραμμα τηλεκατάρτισης μέσω voucher. Οι εξηγήσεις όμως της κυβέρνησης για το τι μέλλει γενέσθαι με την κατανομή των κονδυλίων για το σχετικό πρόγραμμα είναι εντελώς ανεπαρκείς. Με μία εντελώς λιτή ανακοίνωση η κυβέρνηση μας πληροφόρησε ότι «αφού προηγήθηκε σχετική έρευνα με απόφαση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, το πρόγραμμα οικονομικής στήριξης επιστημόνων με τηλεκατάρτιση καταργείται». Με περίσσιο κυνισμό, η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ, που έχουν καταλήξει παράρτημα του γραφείου τύπου του πρωθυπουργού, επιχειρούν να αντιστρέψουν το οικονομικό σκάνδαλο των voucher που βαραίνει το στενό κυβερνητικό κλιμάκιο, τον Υπουργό Βρούτση και τον Πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη προσωπικά και να οικοδομήσουν το προφίλ ενός πρωθυπουργού που «διορθώνει τα λάθη!». Πολλά ερωτήματα όμως μένουν να απαντηθούν:
Πρώτον, εφόσον πλέον θα χορηγηθούν τα ποσά των 600 ευρώ στους «ωφελούμενους», γιατί δεν επιλέχθηκε εξαρχής η ένταξη των επιστημόνων στην αποζημίωση των 800 ευρώ; Το ερώτημα είναι ρητορικό. Πέραν πάσης αμφιβολίας αποκαλύπτεται ότι ο σκοπός της τηλεκατάρτισης ήταν να προικιστούν τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια της κυβερνητικής αυλής με τη μερίδα του λέοντος από τα κονδύλια του ΕΣΠΑ.
Δεύτερον, γιατί, μετά την κατάργηση των voucher και την απελευθέρωση των σχετικών κονδυλίων, εξακολουθεί η κυβέρνηση να αρνείται την παροχή του ποσού των 800 ευρώ στους επίμαχους κλάδους;
Τρίτον, το ποσό των 600 ευρώ θα χορηγηθεί μόνο σε όσους αιτήθηκαν να συμμετέχουν στην τηλεκατάρτιση, που πλέον δεν υφίσταται; Θα εξαιρεθούν, δηλαδή, όσοι επιστήμονες επέλεξαν να μην συμμετέχουν σε αυτήν την διαδικασία κυβερνητικού εμπαιγμού;
Τέταρτον, τι μέλλει γενέσθαι με τις συμβάσεις των ιδιωτών για την τηλεκατάρτιση; οι 7 εταιρείες που παρέδωσαν ένα επιεικώς ακατάλληλο υλικό και οι λοιποί μεσάζοντες ΚΕΚ, ΙΕΚ κ.ά. θα λάβουν τα προβλεπόμενα ποσά για μια κατάρτιση που έχει πλέον καταργηθεί;
Πέμπτο, οι επίμαχοι πληττόμενοι κλάδοι επαγγελματιών θα εξαιρεθούν εκ νέου από την αποζημίωση των 800 ευρώ του Μαΐου, με το πρόσχημα του ανοίγματος στις 27 Απριλίου ελάχιστων υπηρεσιών του δημοσίου και του ευρύτερου δημοσίου, που κατά βάση αφορούν την εξυπηρέτηση των διαδικαστικών αναγκών των τραπεζών (κατασχέσεις, προσημειώσεις σε ακίνητη περιουσία κλπ.);
Η επόμενη ημέρα για τους δεκάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους δικηγόρους, μηχανικούς, λογιστές, γιατρούς και επιστήμονες της υγείας, ερευνητές είναι γεμάτη ερωτηματικά. Ωστόσο, η υπόθεση voucher δεν ήταν μία τυχαία, ή κατ’ εξαίρεση επιλογή από πλευράς κυβέρνησης. Αντίθετα, η επιλογή των επιταγών κατάρτισης ως μέσου είσπραξης της ενίσχυσης των 600 ευρώ, εν είδει «κινήτρου», πέραν του πάρτι των ιδιωτικών ΚΕΚ, φέρνει στην επιφάνεια το συνολικό χαρακτήρα των πολιτικών που διαμορφώνουν το επαγγελματικό μέλλον στους επιστημονικούς κλάδους. Των πολιτικών της επαγγελματικής και επιστημονικής απαξίωσης που αποτελεί τον πυρήνα τόσο του τωρινού κυβερνητικού σχεδιασμού, όσο και συνολικά της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής για ένα μεγάλο εύρος επαγγελματικών κλάδων, ευρύτερων μικροαστικών στρωμάτων και της μισθωτής διανόησης στην Ελλάδα.
Ο όλος σχεδιασμός των voucher κατάρτισης είναι το πρόσωπο της διάλυσης των επιστημονικών κλάδων που επιταχύνεται από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών. Στο πυρήνα τους οι εξελίξεις στους κλάδους αυτούς έχουν τα ιδεολογήματα της «δια βίου μάθησης», της ανάγκης για διαρκή κατάρτιση, στοιχεία που αποτελούν το κοινό ιδεολογικό νήμα των μεταρρυθμίσεων ήδη από το στάδιο της αναμόρφωσης του χαρακτήρα των πτυχίων και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, μέχρι το στάδιο της ένταξης αλλά και της επιβίωσης στην εργασία και το επάγγελμα.
Η δια βίου εκπαίδευση, η αποσύνδεση των επαγγελματικών δικαιωμάτων από το πτυχίο, η ολοένα και μεγαλύτερη «αντικειμενικοποίηση» της κατοχής ενός τουλάχιστον μεταπτυχιακού ή και διδακτορικού τίτλου για την ένταξη στην εργασία με κάποια ελπίδα αξιοπρεπούς εισοδήματος στους οικείους επιστημονικούς κλάδους, είναι εξελίξεις που αποπνέουν την ίδια αυτή στρατηγική. Όπως εξίσου την αποπνέει και το σύνολο των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων που καθιστούν σταδιακά την ολοκλήρωση των σπουδών και τη λήψη του πτυχίου από τις σχολές μιας σειράς επιστημονικών κλάδων, μία απλή προσθήκη στον ατέλειωτο γολγοθά μιας αέναης επαγγελματικής κατάρτισης. Μιας ατέλειωτης κατάρτισης που δεν έχει πέρας, αποτελώντας ακριβώς τη διαρκή υπενθύμιση της «ανεπάρκειας» του επαγγελματία και αποτελεί την κυρίαρχη δικαιολογητική βάση για την διατήρηση και ένταση της εργασιακής εκμετάλλευσης, ιδίως των νέων εργαζομένων. Είναι η ίδια λογική που στηρίζει εδώ και χρόνια μεταρρυθμίσεις τελειωτικής διάλυσης των επαγγελμάτων όπως χαρακτηριστικά το νομοσχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για την εισαγωγή «κλάσεων» μηχανικών, δηλαδή επαγγελματιών πολλών ταχυτήτων, περισσότερο και λιγότερο «καταρτισμένων», με τις αντίστοιχες βέβαια διακρίσεις στα επαγγελματικά δικαιώματα και δυνατότητα για εισόδημα.
Η άσκηση, η μαθητεία, η συλλογή τίτλων, πιστοποιητικών παρακολούθησης σεμιναρίων και δη περίοπτων τίτλων μάστερ από πανεπιστήμια του εξωτερικού, είναι βέβαια ένα εντελώς «ακριβό σπορ» αφού προϋποθέτει ότι ο νέος επαγγελματίας θα έχει το δικό του «μαξιλάρι» κεφαλαίου για να μπορεί είτε να καταβάλει το σχετικό αντίτιμο είτε να επιβιώσει χωρίς να εργάζεται ή να εργάζεται μερικώς για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα ετών. Πέραν τούτου, όμως, είναι και ένας πολύ ισχυρός μηχανισμός συνολικής επαγγελματικής απαξίωσης για όλους, διατήρησης των βάρβαρων συνθηκών που επικρατούν, ιδιαίτερα σε βάρος των νέων, με μια ιδιότυπη ομερτά σε όλους μεγάλους επιστημονικούς κλάδους της χώρας: της απλήρωτης εργασίας ή της πληρωμής με χαρτζιλίκι, της εργασιακής επισφάλειας και της διαρκούς εναλλαγής εργαζομένων, της απόλυτης ελευθερίας απολύσεων χωρίς επιπτώσεις.
Τα ίδια ιδεολογήματα αποτελούν το έδαφος ενός οξύτατου και ιδιότυπου επαγγελματικού ανταγωνισμού που βαίνει σε βάρος αυτοαπασχολούμενων και επαγγελματιών με χρόνια άσκησης επαγγέλματος, οδηγώντας το μοντέλο του αυτοαπασχολούμενου δικηγόρου, μηχανικού κλπ. σε μαρασμό και εξαφάνιση. Οι διαδικασίες της συγκέντρωσης της δουλειάς σε μεγάλες εταιρείες, της υβριδικής μισθωτοποίησης (χωρίς τα αντίστοιχα δικαιώματα του μισθωτού στην ασφάλιση, το μισθό, την υπερωριακή εργασία), στηρίζονται στη διάχυση και επικράτηση των ίδιων ιδεολογικών αρχών. Στις νεοφιλελεύθερες κατασκευές ότι η «προσαρμογή στο νέο ψηφιακό περιβάλλον» και η «διαρκής ανάπτυξη δεξιοτήτων» δεν είναι απλώς αποτέλεσμα της εξέλιξης του επαγγελματία μέσα από τη δουλειά του και την επαγγελματική ενασχόληση, αλλά είναι δήθεν ένα εντελώς διαφορετικό αντικείμενο και «επίπεδο» (ανώτερο) του επαγγέλματος του δικηγόρου, του μηχανικού, του λογιστή κ.ά. Όσο και να πασχίσει ο αυτοαπασχολούμενος, πάντα τα ισχυρά συμφέροντα στους επιστημονικούς κλάδους θα βρίσκονται σε κάποιο ανώτερο «επίπεδο», που δεν είναι άλλο από το πλασάρισμα των οργανικών σχέσεων που έχουν με τον κρατικό μηχανισμό, αστικά κόμματα και πολιτικούς παράγοντες και με τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, όπως χαρακτηριστικά οι μεγάλες κατασκευαστικές στον κλάδο των μηχανικών.
Είναι η εμπέδωση των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων και η επικράτηση των συμφερόντων των ανώτερων στρωμάτων στους μεγάλους επιστημονικούς κλάδους που καθιστούν δυνατή την αποσύνδεση του εισοδήματος από την άσκηση του επαγγέλματος και το εξαρτούν από το πέρασμα μιας ακόμη «πίστας» κατάρτισης. Το πόσο ψευδεπίγραφη είναι η ανάγκη αυτή βέβαια, κατέστη σαφές από το «επιστημονικό» περιεχόμενο της κατάρτισης που υποχρέωσε η κυβέρνηση πάνω από 100.000 επαγγελματίες να λάβουν.
Αυτό που με το φιάσκο των voucher ονομάσαμε εξευτελισμός των επιστημόνων, δεν είναι παρά μία στιγμή από την εργασιακή καθημερινότητα που βιώνουν οι εργαζόμενοι μηχανικοί, δικηγόροι οικονομολόγοι και άλλοι επαγγελματίες. Μία σισύφεια, αυτοαναιρούμενη διαδικασία που γιγαντώνει τις ταξικές διαστρωματώσεις στο εσωτερικό των επιστημονικών κλάδων. Μια διαρκής διαδικασία επιστημονικής απαξίωσης που οδηγεί τελικά χιλιάδες επαγγελματίες σε έξοδο από το επάγγελμα ή στη μετανάστευση, στο κλείσιμο των μικρών δικηγορικών γραφείων ή γραφείων μηχανικών.
Δεν είναι τώρα μόνο που οι «μεταρρυθμιστές» θέτουν την επιστημονική και επαγγελματική επάρκεια υπό αίρεση και δη τη θέτουν στην κρίση διαφόρων αεριτζήδων ιδιωτών, «ειδικών της κατάρτισης», αξιολογητών και άλλων κατασκευασμένων αχρείαστων μεσαζόντων. Είναι συνέχεια των πολιτικών των μνημονίων, των ασφαλιστικών και φορολογικών μεταρρυθμίσεων, των διακηρύξεων των μνημονιακών κυβερνήσεων ότι «υπάρχει πλεόνασμα» ελεύθερων επαγγελματικών στην Ελλάδα, πλεόνασμα που θα εξωθηθεί μέσα από τη φτωχοποίηση, την απαξίωση, την επαγγελματική εξόντωση. Τα ιδεολογήματα της διαρκούς μαθητείας είναι αναγκαία, αφού αποκρύπτουν τους πραγματικούς υπευθύνους της επαγγελματικής εξόντωσης χιλιάδων εργαζομένων, και μεταφέρουν την ευθύνη σε ατομικό επίπεδο, στη βάση του ανθρωποφάγου ανταγωνισμού της «αξιοκρατίας». «Κατάρτιση», λοιπόν, χωρίς σταματημό, μέχρις ότου ο εξευτελισμός τους να είναι τέλειος.
Ο εμπαιγμός δεκάδων χιλιάδων εργαζόμενων και επιστημόνων αυτή τη φορά εξέθεσε την κυβέρνηση, υπό το βάρος των επιτακτικών αναγκών που δημιούργησε η πανδημία και του φιάσκου των εκπαιδευτών μας. Η μαζική αντίδραση των επαγγελματιών σε αυτήν την κοροϊδία να γίνει η αρχή για μια συνολική κριτική και αντίσταση απέναντι στις πολιτικές εκείνες που οδηγούν χιλιάδες επαγγελματίες και επιστήμονες στην εξαθλίωση. Απέναντι στη συνδικαλιστική φτώχεια των ηγεσιών των μεγάλων επιστημονικών συλλόγων, που είναι πρόθυμες να συμβάλουν και να συμπράξουν στην ανθρωποφαγία των μετασχηματισμών των επιστημονικών κλάδων, πετώντας απέξω ως «φύρα» της νέας εποχής, αυτοαπασχολούμενους, νέους και νέες.
Οι ηγεσίες των επιστημονικών συλλόγων και οι κυρίαρχες μνημονιακές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές δυνάμεις σε αυτές είναι συνυπεύθυνες. Όταν στις 23/1/2020 η ηγεσία του ΔΣΑ αποφάσισε την ίδρυση Κέντρου Διαρκούς Επιμόρφωσης, Κατάρτισης και Δια Βίου Μάθησης του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών με σκοπό «στην ουσιώδη αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, κατάρτισης και επιμόρφωσης και θα επιτρέψει την απόκτηση γνώσεων και δεξιοτήτων που είναι αναγκαίες ή χρήσιμες για την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος», είναι αδύνατο δύο μήνες μετά οι ίδιοι να ηγηθούν του αγώνα των εργαζομένων για την οικονομική στήριξη μέσα στην πανδημία ενάντια στον εξευτελισμό των voucher. Με συλλογικές αντιστάσεις, και αγώνες, με άξονα τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας των επαγγελματιών, να προτάξουμε και να κερδίσουμε την εργασιακή και επαγγελματική μας αξιοπρέπεια.
[1] https://www.efsyn.gr/politiki/kybernisi/240157_kollitoi-oi-kalesmenoi-sto-parti-ton-hryson-vouchers