Της Δέσποινας Σπανού
Πραγματοποιήθηκε ήδη η πρώτη μεγάλη απεργία μετά τις εκλογές, ενάντια στο «αναπτυξιακό» νομοσχέδιο που γυρίζει την χώρα δεκαετίες πίσω, αφού κινείται στην λογική, ότι ανάπτυξη σημαίνει: τουρισμός και οικοδομή, ανεξάρτητα από όποιο εργασιακό και περιβαλλοντικό κόστος.
Οι προθέσεις της κυβέρνησης φάνηκαν από την αρχή. Το συγκεκριμένο όμως νομοσχέδιο προδιαγράφει την πορεία της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Διότι όχι μόνο συνεχίζει το καταστροφικό έργο του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά προωθεί μέτρα που θα έχουν τεράστιες συνέπειες όχι μόνο για τους μισθούς και τα δικαιώματα των εργαζόμενων, άλλα και για το περιβάλλον και την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Εγκαινιάζεται η δημιουργία ειδικών οικονομικών ζωνών, που αποτελούσε πάγιο αίτημα του ΣΕΒ και στις οποίες θα καταστρατηγείται κάθε εργασιακό δικαίωμα, με πρόσχημα τα «δήθεν» οικονομικά προβλήματα επιχειρήσεων, με στόχο την εξαίρεση εργαζομένων του κλάδου αυτού ή της περιοχής από συμβάσεις ομοειδών κλάδων.
Όπως καταλαβαίνετε οι ρυθμίσεις αυτές θα έχουν αλυσιδωτές συνέπειες για τους εργαζόμενους του ίδιου κλάδου σε όλη τη χώρα, αφού οι εργοδότες για λόγους ανταγωνισμού θα συμπιέζουν το εργατικό κόστος παντού.
Οι ρυθμίσεις γα τα συνδικάτα έχουν στόχο να διασπάσουν τους εργαζομένους, να υποβαθμίσουν τα συλλογικά τους όργανα, ούτω ώστε ο εργαζόμενος πιο εύκολα να είναι ευάλωτος στις πιέσεις του εργοδότη.
Τραγικά είναι και αυτά που αναφέρονται στην διαδικασία «έγκρισης» των επενδύσεων. Εισάγει συγκεκριμένες διατάξεις με τις οποίες επιτρέπονται παρεκκλίσεις από τους ισχύοντες νόμους γα λόγους «υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος», εφόσον κρίνεται απαραίτητο για την πραγματοποίηση της επένδυσης. Καταργείται οποιαδήποτε διαδικασία έγκρισης και μετατρέπεται σε άδεια εγκατάστασης (δηλαδή ο επιχειρηματίας δηλώνει ότι απλά ότι θα εγκατασταθεί) χωρίς κανέναν άλλο έλεγχο. Μάλιστα θα επιβάλλονται ποινές σε δημόσιους υπαλλήλους σε περίπτωση «καθυστέρησης», ανεξάρτητα αν αυτό απορρέει από την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι αρχαιολογικές υπηρεσίες, στις οποίες λειτουργούν επιτροπές και γνωμοδοτικά συμβούλια που πρέπει να αποφανθούν.
Η κυβέρνηση προφανώς θέλει να τα ξεπεράσει όλα αυτά και να επιβάλει ένα καθεστώς τρόμου στους υπαλλήλους, ούτως ώστε να αποφαίνονται θετικά ανεξάρτητα των προβλημάτων που υπάρχουν, για να μην υποστούν τις πειθαρχικές ποινές.
Δηλαδή με λίγα λόγια: Μπουλντόζες παντού, τα χτίζουμε όλα ανεξάρτητα αν υπάρχουν δασικές εκτάσεις, αιγιαλοί ή αρχαιότητες.
Εξάλλου είναι γνωστή η φράση του πρώην πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη «Στην Ελλάδα έχουμε δυο προβλήματα που πρέπει να ξεπεράσουμε, τις δασικές υπηρεσίες και τις αρχαιολογικές υπηρεσίες».
Από αυτό καταλαβαίνουμε βέβαια τον «σεβασμό» στο περιβάλλον και στην πολιτιστική μας κληρονομιά.
Ακόμα είναι νωπές οι μνήμες από περιβαλλοντικές καταστροφές που έχουν συντελεστεί σε αυτόν τον τόπο. Τα διυλιστήρια του Σκαραμαγκά και της Ελευσίνας το αποδεικνύουν. Υπήρξε μια οικολογική καταστροφή που σε καμία άλλη προηγμένη χώρα δεν θα μπορούσε να υπάρξει.
Η πραγματικότητα είναι ότι η νομοθεσία για την προστασία του περιβάλλοντος άλλα και για την προστασία των αρχαιοτήτων όχι μόνο πρέπει να τηρηθεί αλλά και να αυστηροποιηθεί.
Άλλωστε οι υποσχέσεις για επενδύσεις δεν φαίνονται να υλοποιούνται, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ελληνικό που μπορεί να εξελιχθεί σε «φιάσκο», μετά την αποχώρηση των επενδυτών.
Οι πολιτικοί σχεδιασμοί λοιπόν της κυβέρνησης είναι καταστροφικοί σε όλα τα επίπεδα.
Την απάντηση όμως μπορεί να την δώσει μόνο ο ελληνικός λαός με τους αγώνες του.
Η απεργία στις 24/9 ήταν ένα πρώτο βήμα. Δεν αρκεί.
Ο αγώνας θα συνεχιστεί.
Να το γνωρίζει αυτό ο κ. Μητσοτάκης και η παρέα του.
*Η Δέσποινα Σπανού είναι Υπεύθυνη του Γραφείου Τύπου της Λαϊκής Ενότητας