Συνέντευξη της Δέσποινας Κομπογιάννη,
υποψήφιας βουλευτή στη Β’ Θεσσαλονίκης με τη Λαϊκή Ενότητα, στο circogreco.gr
Στις ευρωεκλογές η ΛΑΕ είχε ένα αρνητικό αποτέλεσμα. Σε τι πιστεύετε ότι οφείλεται και τι έχει αλλάξει ενόψει των εθνικών εκλογών;
Τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών υπήρξαν όντως ιδιαίτερα αρνητικά καταρχήν για το σύνολο της αριστεράς σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Tην ίδια πορεία ακολούθησε και το σύνολο των δυνάμεων της αριστεράς στη χώρα μας με τον πολιτικό τόνο να δίνεται από τη δεξιά και την ακροδεξιά που μαζί συγκεντρώνουν ποσοστά που αγγίζουν το 50%. Η ίδια τάση αποτυπώνεται και ενόψει των εκλογών στις 7 Ιούλη, καθώς η ΝΔ φαίνεται να κερδίζει πιθανότατα τις βουλευτικές εκλογές και να έχει σοβαρές πιθανότητες για αυτοδυναμία. Η ΝΔ ετοιμάζεται να επανακαταλάβει το κράτος, ως το βασικό αστικό κόμμα, με μία ιδιαίτερα επιθετική πολιτική για τους εργαζόμενους και τη νεολαία. Ωστόσο, ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική του, έστρωσε το δρόμο στην αναστήλωση αυτής της τόσο επιθετικής, νεοφιλελεύθερης και αυταρχικής δεξιάς.
Στις περασμένες ευρωεκλογές οι δυνάμεις της αριστεράς πλήρωσαν εκλογικά την αδυναμία τους να ανασυγκροτήσουν τους αγώνες, να διαμορφώσουν μία αξιόπιστη, ενωτική, μαζική πολιτική πρόταση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Λαϊκή Ενότητα κατέγραψε ένα ιδιαίτερα αρνητικό αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα αυτό αποτυπώνει σε ένα μεγάλο βαθμό τη γενική υποχώρηση των ριζοσπαστικών, αριστερών δυνάμεων και τον πολιτικό συσχετισμό που έχει διαμορφώσει η γενική απογοήτευση της κοινωνίας.
Η ΛΑΕ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΚΚΕ υποχώρησαν σε σχέση με το παρελθόν ως προς τα εκλογικά αποτελέσματα. Είναι, όμως, σαφές ότι η έκταση της εκλογικής υποχώρησης της ΛΑΕ οφείλεται και σε πολιτικά λάθη. Ιδιαίτερα, στην αδυναμία της να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με τα στρώματα και τις κοινωνικές κατηγορίες που πλήττονται από την πολιτική των μνημονίων, ώστε να διαμορφώσει με το πρόγραμμά της μια νέα αισιοδοξία αγώνων με προοπτική.
Ωστόσο, οι Ευρωεκλογές για εμάς υπήρξαν η απαρχή μιας τομής, μιας αλλαγής και ενός επαναπροσανατολισμού. Υπό το βάρος των αποτελεσμάτων αυτών αλλά και της επιλογής μας να αναμετριόμαστε με τα πραγματικά ερωτήματα κάναμε αποφασιστικά βήματα προς μια νέα κατεύθυνση. Μέσα σε ένα νέο, δυσμενή συσχετισμό για το λαϊκό κίνημα, θεωρούμε καθήκον της ριζοσπαστικής αριστεράς να συνεχίσει τον αγώνα για να μη χαθεί η γενιά μας στα αδιέξοδα διλήμματα του νέου δικομματισμού.
Στις Βουλευτικές Εκλογές πορευόμαστε έχοντας ανανεώσει τη δημόσια παρουσία μας, το δημόσιο λόγο μας, αλλά και το ίδιο το στίγμα μας. Στην πορεία προς τις κάλπες έχουμε βγει μπροστά νέοι άνθρωποι, νέοι εργαζόμενοι, άνεργοι, νέες γυναίκες, φοιτητές και φοιτήτριες για να κάνουμε την υπόθεση των αγώνων δική μας υπόθεση.
Παρά τις αδυναμίες του προηγούμενου διαστήματος, η ΛΑΕ παραμένει μία δύναμη που επενδύει στο ριζοσπαστισμό και την ενότητα των αγώνων. Επιμένει στην αναγκαιότητα για ρήξη με τις πολιτικές που καταστρέφουν τις ζωές μας, έχοντας κοπιάσει για να δημιουργήσει ένα άμεσα υλοποιήσιμο πρόγραμμα για φιλολαϊκή έξοδο από την κρίση. Αποτιμώντας τα λάθη μας, προχωράμε με στόχο την ανασυγκρότηση της μαχητικής ριζοσπαστικής αριστεράς. Μιας αριστεράς που θα χρειαστεί για να ορθωθούν αντιστάσεις απέναντι στο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, τη φτώχεια, την ανεργία, τους πλειστηριασμούς της λαικής κατοικίας, την καταστροφή του περιβάλλοντος προς όφελος των μεγάλων επιχειρήσεων, την εξαθλίωση της νεολαίας, των εργαζομένων, των συνταξιούχων.
Σημαντική βάση για την ανασυγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας, αλλά και ευρύτερα της αριστεράς είναι τα αποτελέσματα των Αυτοδιοικητικών εκλογών, στις οποίες η ριζοσπαστική αριστερά κατέγραψε σημαντικά μεγαλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με τις Ευρωεκλογές. Παρά την απογοήτευση, είναι ακόμα ενεργό ένα ευρύτερο δυναμικό που έχει αναφορά στους κοινωνικούς αγώνες και το οποίο μετά τις αναγκαίες υπερβάσεις από την πλευρά της Αριστεράς μπορεί να βγει ξανά στο προσκήνιο. Αυτό αντιληφθήκαμε ως Λαϊκή Ενότητα, αυτό προσπαθούμε να αλλάξουμε και γι’ αυτό παλεύουμε.
Η Λαϊκή Ενότητα επιδιώκει να γίνει η αριστερή δύναμη που θα συσπειρώσει στις τάξεις της το σύνολο όσων απογοητεύτηκαν από τις επιλογές και πολιτικές ΣΥΡΙΖΑ;
Η Λαϊκή Ενότητα με τη συγκρότησή της το Σεπτέμβριο του 2015 επιδίωξε και εξακολουθεί να επιδιώκει να εκφράσει καταρχήν τα κοινωνικά εκείνα στρώματα τα οποία βρίσκονται στο επίκεντρο των μνημονιακών αναδιαρθρώσεων∙ τους νέους εργαζόμενους, τους ανέργους, τους επισφαλώς εργαζόμενους, τους αυτοαπασχολούμενους, τους συνταξιούχους, τη νεολαία, τον κόσμο της εργασίας που όλο και περισσότερο συμπιέζεται και εξαθλιώνεται χωρίς καμία προοπτική στο σημερινό καθεστώς του διαρκούς μνημονίου. Μέσα στα 10 χρόνια μνημονίων, οι λαϊκές τάξεις βρέθηκαν πολλές φορές στο δρόμο αγωνιζόμενες για την ανατροπή τους. Από τις πλατείες και τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις της διετίας 10-12, μέχρι τις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις του δημοψηφίσματος και το περήφανο ΟΧΙ του λαού.
Η ΛΑΕ θέλησε να αποτελέσει τη γνήσια έκφραση του ΟΧΙ μέχρι τέλους, της ρωμαλέας θέλησης του λαού για μια καλύτερη ζωή. Όσους και όσες ήταν αποφασισμένοι για άμεσες ρήξεις. Αυτά τα κοινωνικά στρώματα δεν εκφράζονται μέσα από τον παλιό και το νέο δικομματισμό που επιβάλλει τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα. Δεν έχουν κανένα συμφέρον από τη λογική του «μικρότερου κακού».
Προφανώς η προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ και η ανάδειξή του ως την πλέον αποτελεσματική μνημονιακή κυβέρνηση, στο όνομα μάλιστα της Αριστεράς, επέφερε ταχύτατα αποτελέσματα απαξίωσής της από το λαό και τη νεολαία. Η κυριαρχία του μνημονιακού ΤΙΝΑ, η απογοήτευση, αλλά και η ηγεμονία συντηρητικών ιδεολογημάτων και πρακτικών, συνθέτει ένα δύσκολο τοπίο για τη ριζοσπαστική αριστερά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο απογοήτευσε τα στρώματα που τον στήριξαν, εφαρμόζοντας με κυνισμό μια άλλη πολιτική από αυτή που υποσχέθηκε. Πολύ περισσότερο, διέσπειρε την απογοήτευση και την πεποίθηση ότι δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Έχει τεράστια ευθύνη γιατί δικαίωσε το μνημονιακό μονόδρομο που επικαλούνταν όλες οι συστημικές δυνάμεις και οι μηχανισμοί των δανειστών, στρώνοντας το δρόμο για την επόμενη κυβέρνηση που υπόσχεται να εφαρμόσει ακόμη πιο ασύδοτα την ίδια αντιλαϊκή πολιτική.
Στόχος της Λαϊκής Ενότητας είναι να μετατρέψει την απογοήτευση των εργαζόμενων και της νεολαίας σε μια νέα αισιοδοξία στους αγώνες και την προοπτική τους. Είναι κρίσιμο να στηριχτεί και να ενδυναμωθεί μία δύναμη όπως η Λαϊκή Ενότητα που επιμένει να αρνείται να προσαρμοστεί στους δήθεν μονοδρόμους, μιλώντας θαρρετά για τη δυνατότητα σύγκρουσης με τις πολιτικές που εξαθλιώνουν την κοινωνία, χωρίς να αρκείται σε υποτιθέμενες «μικροπροσαρμογές» μέσα στο μνημονιακό πλαίσιο. Πρέπει να διατηρήσουμε το ριζοσπαστικό χαρακτήρα της αριστεράς που δίνει έμφαση στην ανασύνταξη των αγώνων.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, δεν βοηθά η συγκρότηση προσωποπαγών κομμάτων. Πολλώ δε μάλλον δεν βοηθούν ιδεολογικοί και πολιτικοί αναχωρητισμοί με τη συγκρότηση ρευστών χώρων στους οποίους χωράνε όλοι αντιμνημονιακοί, προοδευτικοί, νεοφιλελεύθεροι. Το ΜΕΡΑ25 που επενδύει σε αυτές τις λογικές απομακρύνεται από τις αναγκαιότητες του κοινωνικού κινήματος και θυμίζει μια νέα εκδοχή της –δοκιμασμένης και αποτυχημένης- λογικής του ΣΥΡΙΖΑ του 2014 περί «σκληρής διαπραγμάτευσης» εντός του ευρωενωσιακού πλαισίου της λιτότητας.
Για εμάς είναι σαφές: Χωρίς καθημερινή πάλη, προσήλωση στην εκάστοτε στοχοθεσία και συνεργασία όλων των αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων το τοπίο αυτό δεν μπορεί ν’ αλλάξει εύκολα. Είναι ο μόνος δρόμος για να αρθρωθεί μια πραγματική εναλλακτική διέξοδος όχι από τους διαχειριστές της υπάρχουσας κατάστασης, αλλά από το λαό και τη νεολαία.
Υπάρχει κοινός τόπος για ενδεχόμενη συνεργασία με άλλα κόμματα του χώρου προκειμένου να συγκροτηθεί ένα αρραγές Αριστερό μέτωπο που θα λειτουργήσει ως ανάχωμα στις μνημονιακές πολιτικές;
Η ερώτηση αυτή βρίσκεται στο επίκεντρο των προβληματισμών κάθε αριστερού ανθρώπου που θέλει να δει αυτήν την κατάσταση να αλλάζει, είναι δε και μια συζήτηση ενεργή στο εσωτερικό της ίδιας της Αριστεράς, και τεράστιο ρόλο σ’ αυτό έχει παίξει η ίδια η Λαϊκή Ενότητα. Η ΛΑΕ πάλεψε και συνεχίζει να παλεύει αυτήν την υπόθεση, είναι δε η δύναμη που με τη μεγαλύτερη συνέπεια έχει προσπαθήσει να βρει γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ όλων των αριστερών ριζοσπαστικών δυνάμεων, στην βάση ενός κοινού προγράμματος.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών – το οποίο κανένας αριστερός άνθρωπος δεν θα έπρεπε να επιχαίρει- θα έπρεπε να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για να υπάρξει από την επόμενη μέρα συνεργασία όλων των αριστερών δυνάμεων. Μια συνεργασία που θα ενέχει όλες τις δυνάμεις με ριζοσπαστικό, αριστερό πρόγραμμα, ρήξης με τα μνημόνια και αυτούς που τα εφαρμόζουν.
Για αυτό και προτείναμε πρόταση συνεργασίας στις αριστερές ριζοσπαστικές δυνάμεις και καταρχήν στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εισπράττοντας αρνητικές απαντήσεις, στην βάση ανύπαρκτων, στην ουσία πολιτικών διαφωνιών. Για εμάς, χρειάζεται η αριστερά να σκύψει πάνω από τα προβλήματα του λαού και της νεολαίας, να βρει πειστικές απαντήσεις. Όποιος όμως δεν αναγνωρίζει τις τομές και τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν, όποιος δεν προβεί σε γενναία αυτοκριτική για την ευθύνη που φέρει ο ίδιος σε αυτήν την κατάσταση, όποιος δεν αναγνωρίζει ότι θα πρέπει να βρεθούν οι συγκλίσεις και όχι οι αποκλίσεις, δεν μπορεί να προσφέρει σε αυτή τη διεργασία.
Η Λαϊκή Ενότητα αξίζει να στηριχθεί και γιατί αποτελεί τη δύναμη εκείνη που με συνέπεια αγωνίζεται για την ενότητα της ριζοσπαστικής αριστεράς, χωρίς να στρέφεται στον «ασφαλή» δρόμο της αυτοτελούς μικροκομματικής καταγραφής. Παρά τις αρνήσεις που αντιμετωπίσαμε, θα εξακολουθήσουμε και μετά τις εκλογές να προσπαθούμε ξαναβρεθούμε μαζί με όλα αυτά τα ρεύματα και τους αγωνιστές της αριστεράς, τόσο στον δρόμο για τις μάχες που έρχονται, όσο και στην πολιτική πάλη.
«Εξάμβλωμα» και «πραξικόπημα πολιτικών εξαγορών και παραεμπορίου» έχει χαρακτηριστεί από τη Λαϊκή Ενότητα η Συμφωνία των Πρεσπών. Πιστεύετε ότι δεν υπάρχουν πραγματικά οφέλη από τη σύναψή της;
Η Λαϊκή Ενότητα έχει αναδείξει και καταγγείλει την συνολικά επικίνδυνη πολιτική που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ που έχει προσδέσει την κυβέρνησή του με τους επιθετικούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο και τον αντιδραστικό άξονα Ελλάδας- Ισραήλ – Αιγύπτου. Πρόκειται για μια από τις πιο ανοιχτά φιλοαμερικανικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, πιστό τοποτηρητή των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, που επικαλείται μάλιστα το όνομα και την ιστορία της αριστεράς.
Η Συμφωνία των Πρεσπών δεν μπορεί να αποκοπεί από αυτό το πλαίσιο. Δεν υπάρχει κανένα όφελος για τους λαούς των Βαλκανίων, αλλά και τους λαούς των δύο χωρών συγκεκριμένα, από μια συμφωνία η οποία σταθεροποιεί το ρόλο των ΗΠΑ στην περιοχή των Βαλκανίων και τις εξουσίες του ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ και οι ιμπεριαλιστές αποτελούν εγγύηση για την όξυνση των εθνικισμών, αντιλαϊκών πολιτικών και ανταγωνισμών. Και για το γειτονικό λαό της Βόρειας Μακεδονίας σημαίνει πρόσδεση στο άρμα του ΝΑΤΟ, ενταξιακή πορεία στην ΕΕ και επιτάχυνση του νεοφιλελευθερισμού.
Ο ρόλος της Συμφωνίας υπήρξε κεντρομόλος σε ό, τι αφορά στην προς τα δεξιά μετατόπιση της ελληνικής κοινωνίας και τη φυγή από τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας. Το δικό μας ΟΧΙ είναι στον αντίποδα της ακροδεξιάς, της ΝΔ και των μηχανισμών που επιδιώκουν και ενισχύουν την αντιδραστική προπαγάνδα και σπέρνουν το μίσος ανάμεσα στους λαούς.
Δική μας προτεραιότητα είναι ο αγώνας για την υπεράσπιση της ειρήνης, ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και τους αντιδραστικούς εθνικισμούς.
Για αυτό και ταχθήκαμε ενάντια στα ακροδεξιά συλλαλητήρια που οργάνωσε η Ν.Δ, η ιεραρχία της Εκκλησίας, ακροδεξιοί και φασιστικοί σχηματισμοί. Λειτούργησαν ενισχυτικά για την εθνικιστική ρητορική, διαμόρφωσαν το έδαφος για την ανάπτυξη αντιδραστικών πρακτικών, που μετατόπισαν τη συζήτηση στην κοινωνία σε συντηρητικά ερωτήματα.
Η Λαϊκή Ενότητα αγωνίζεται για την ανάδειξη των πραγματικών προβλημάτων της κοινωνίας, για την ενίσχυση των κοινωνικών, εργατικών και νεολαιϊστικων αγώνων. Αλλά και για την ανάπτυξη ενός μαζικού, αντιπολεμικού, αντιϊμπεριαλιστικού κινήματος, ενάντια στα σχέδια των ιμπεριαλιστών, αλλά και σε κάθε λογική εθνικισμών.
*δημοσιεύθηκε στο circogreco.gr την Παρασκευή 5 Ιουλίου 2019