Το νερό ένα από τα σημαντικότερα κοινωνικά αγαθά. Έχει μπει στο στόχαστρο για ιδιωτικοποιήσεις και ξεπούλημα. Ήδη η συγκυβέρνηση του μνημονίου, ξεπουλάει την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΔΑΘ. Επίσης είναι έντονο το παρασκήνιο, για πώληση των δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης, για λόγους “ανταγωνιστικότητας”. H διεθνής εμπειρία, έχει αποδείξει ότι όπου επιχειρήθηκαν αποκρατικοποιήσεις των οργανισμών ύδρευσης, η κατάσταση έγινε τραγική. Τεράστια αύξηση της τιμής του νερού και κακή ποιότητα.
Είναι λοιπόν ξεκάθαρο, ότι το νερό πρέπει να παραμείνει κάτω από δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο και δεν τίθεται θέμα κέρδους. Τίθεται όμως ξεκάθαρα, θέμα διαχείρισης των υδάτινων πόρων και αυτό λόγω του ότι, η λειψυδρία είναι ένα φαινόμενο που έχει ήδη παρουσιαστεί και στο μέλλον θα είναι εντονότερο. Οπότε, εδώ μπαίνει το θέμα της ορθολογικής διαχείρισης των υδάτων. Για να ασκήσεις πολιτική διαχείρισης υδατικών πόρων, το βασικότερο είναι να έχεις αρμοδιότητες σχετικές με αυτό. Οι αρμοδιότητες όμως, της αδειοδότησης της χρήσης ύδατος και της εκτέλεσης έργων αξιοποίησης υδατικών πόρων, βρίσκονται περισσότερο στα χέρια του κράτους, μέσω των Διευθύνσεων Υδάτων των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και λιγότερο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Για να ασκήσεις ουσιαστικά τις αρμοδιότητες (έστω και τις περιορισμένες), πρέπει να υπάρχουν υπηρεσίες στελεχωμένες με το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό (γεωλόγους), το οποίο δεν συμβαίνει. Οι υπηρεσίες των περιφερειών, διαθέτουν ελάχιστους γεωλόγους, οι δε δήμοι συνήθως κανένα (και ειδικά οι νησιωτικοί). Όμως το ζήτημα της διαχείρισης των υδάτινων πόρων είναι σημαντικότατο, γιατί με τις κλιματικές αλλαγές που συντελούνται – για να μη βρεθούμε σε τραγική κατάσταση – πρέπει να θεωρούμε ότι βρισκόμαστε σε μόνιμο καθεστώς λειψυδρίας. Τα αποθέματα του νερού (ειδικά του υπόγειου) μειώνονται διαρκώς. Όπως προκύπτει από πολλές μελέτες, το υδατικό ισοζύγιο στα Ιόνια Νησιά αλλά και περισσότερο στην Κέρκυρα, παρουσιάζει σοβαρά ελλείμματα, λόγω της “στρεβλής” ανάπτυξης που παρουσιάστηκε. Οι ιδιαίτερα υδροβόρες χρήσεις νερού (μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, αλλά και επαύλεις με γκαζόν, πισίνες κλπ), σε συνδυασμό με την ιδιαίτερα κακή πολιτική διαχείρισης, έκανε το σύστημα αυτό να καταρρεύσει. Αποτέλεσμα ήταν, μια μεγάλη περιβαλλοντική καταστροφή με υφαλμύρυνση, λόγω των υπεραντλήσεων και καταστροφή σημαντικών παράκτιων υδροφορέων.
Από την αυξημένη ζήτηση νερού, παρατηρείται αύξηση της άντλησης των γεωτρήσεων (νόμιμων αλλά και πλήθους παράνομων), με συνέπεια την πτώση του υδροφόρου ορίζοντα και την μόλυνση από την είσοδο του θαλάσσιου νερού (υφαλμύρυνση των υδροφορέων). Η υφαλμύρυνση αποκαθίσταται δύσκολα και σε μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον εικοσαετίας) και για να πραγματοποιηθεί, χρειάζεται συντονισμένη προσπάθεια διαχείρισης και ενέργειες (εκπλύσεις υδροφορέων κλπ.). Από τα παραπάνω, φαίνεται το γιατί οποιαδήποτε προσπάθεια υδατικής διαχείρισης, πέφτει στο κενό. Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για αλλαγή της νοοτροπίας, ώστε να κατανοήσουμ,ε ότι το νερό είναι πολύτιμο αγαθό και ότι χρειάζεται τεράστια προσοχή και περίσκεψη στη διαχείρισή του. Απερισκεψία, έλλειψη στρατηγικής και οράματος, χαρακτηρίζουν τον τρόπο διαχείρισης ενός σημαντικότατου για την αναπτυξιακή προοπτική του τόπου φυσικού κεφαλαίου, των υπόγειων υδάτων. Με το σύνθημα “κάνε μια γεώτρηση και συ, μπορείς”, η πολιτεία αφήνει να αντιμετωπίζεται το πολύτιμο αγαθό, ως ιδιοκτησία εκείνου στο χωράφι ή το οικόπεδο του οποίου εκχέεται.
Το πρόβλημα μπορεί να λυθεί, μόνο αν θεωρούμε ότι βρισκόμαστε σε μόνιμη λειψυδρία και προσαρμοστούμε σε αυτή την κατάσταση. Οι υδρογεωτρήσεις, πρέπει να χωροθετηθούν και να διαχειρίζονται με κανόνες διαχείρισης, που μπορεί να ελεγχθούν (όρια και ρυθμός απόληψης, αποστάσεις μεταξύ τους). Στόχος στη διαχείριση του νερού πρέπει να είναι η ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας και όχι των επιθυμιών ατόμων ή ομάδων. Επίσης υπάρχει πρόβλημα απωλειών νερού, λόγω βλαβών του δικτύου. Δεν υπάρχουν στοιχεία για το ποσοστό των απωλειών αυτών, αλλά δεν παύει να είναι σημαντικές (στην Αττική πχ, οι απώλειες λόγω δικτύου είναι στο 20% του μεταφερόμενου νερού).
Για το θέμα του νερού, χρειάζεται αυστηρή ιεράρχηση στη διαχείρισή του:
- προηγείται η μείωση της σπατάλης, η εξοικονόμηση νερού, η προστασία των υδατικών πόρων και των πηγών τους,
- ακολουθεί η επαναχρησιμοποίηση – ανακύκλωση νερού (σε επίπεδο κατοικίας, τουριστικών μονάδων, οικισμών, νησιού)
- και μόνο σε αυτή τη βάση, σχεδιάζονται τα όποια τεχνικά έργα (αφαλάτωση σε συνδυασμό με εφαρμογή ΑΠΕ, διπλή αφαλάτωση, λιμνοδεξαμενές, μικρά φράγματα, μεταφορά νερού κλπ).
Πρέπει επίσης να προωθηθούν έργα, που θα αυξήσουν τις ποσότητες του νερού που εισρέουν στους υπόγειους υδροφορείς, με τη δημιουργία αναχωμάτων. Επίσης πρέπει να επανέλθουν παραδοσιακές τεχνικές, όπως η αποκατάσταση ή και η δημιουργία νέων “ξερολιθιών”, έτσι ώστε να επιτευχθεί η συγκράτηση του χώματος και του νερού στα πρανή των βουνών και λόφων.
Συμπερασματικά από τα παραπάνω προκύπτουν μερικές λύσεις όπως οι εξής:
- Εκπόνηση κανονιστικής διάταξης, για την διαχείριση υδάτων και την εκτέλεση νέων έργων από την περιφέρεια.
- Εκχώρηση αποφασιστικών αρμοδιοτήτων στην αυτοδιοίκηση (Περιφέρειες – Δήμοι) και στελέχωση των υπηρεσιών με επιστημονικό προσωπικό. Τα δύο παραπάνω είναι προαπαιτούμενα για τη εφαρμογή ορθής πολιτικής διαχείρισης των υδάτων, αλλιώς όλες οι προτάσεις θα μείνουν κενό γράμμα.
- Δημιουργία συστημάτων ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης νερού, έλεγχος κατάστασης δικτύων, ώστε να περιοριστεί η σπατάλη νερού από τα δίκτυα ύδρευσης ή η μόλυνση του νερού λόγω εισόδου στο δίκτυο λυμάτων από τους βόθρους, υποχρέωση συστημάτων εξοικονόμησης νερού σε τουριστικές εγκαταστάσεις με στόχο την εξοικονόμηση νερού.
- Να προωθηθούν συστήματα τεχνικών συγκράτησης του νερού και αποτροπής της διάβρωσης και της ερημοποίησης (πχ επισκευή ξερολιθιών).
- Ενημέρωση και ευαισθητοποίηση πολιτών, επαγγελματιών και επισκεπτών, γύρω από πρακτικές εξοικονόμησης νερού.
- Να έχουμε σε κάθε στιγμή υπόψη μας, ότι το νερό ένα φυσικό αγαθό που ανήκει σε όλους και όταν υπεισέρχεται ιδιωτικοποίηση του, σε συνδυασμό με προβλήματα λειψυδρίας που όλο και θα αυξάνονται, δημιουργεί μία εκρηκτική κατάσταση.
Συμπερασματικά να πούμε ότι η διαχείριση των υδάτινων πόρων είναι αναγκαία, τόσο για υδρευτικές ανάγκες όσο και για αρδευτικές (ανάπτυξη του πρωτογενή τομέα). Δεν είναι δυνατόν να προτείνουμε απόλυτη ελευθερία στη χρήση του νερού και να απορρίπτουμε κάθε σχέδιο διαχείρισης. Η ορθολογική διαχείριση, δεν είναι απαραίτητα προάγγελος ξεπουλήματος στα ιδιωτικά συμφέροντα. Το ζήτημα είναι ποιος ασκεί αυτή τη διαχείριση. Εάν βρίσκεται στα χέρια της κοινωνίας, μέσα από άξιες πολιτικά αυτοδιοικητικές δομές, θα λειτουργήσει σωστά.
Επιπρόσθετα μια ουσιαστική πρόταση για τη διαχείριση των υδατικών πόρων, προϋποθέτει μια σειρά από αναλυτικές και εξειδικευμένες μελέτες. Στα Ιόνια Νησιά και ειδικά στους Παξούς και την Κέρκυρα – που παρουσιάζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα λειψυδρίας -, για να μπορέσουμε ως να προτείνουμε μια βιώσιμη και περιβαλλοντικά συμβατή λύση, θα πρέπει να “παραγγείλουμε”, επαρκείς και πλήρως τεκμηριωμένες μελέτες από διεπιστημονικούς φορείς, γεγονός που προϋποθέτει την εξασφάλιση χρηματοδότησης και τη δημιουργία φορέα διαχείρισης. Αυτό σημαίνει, ότι αν θέλουμε να προτείνουμε πολιτικά ορθή και οικονομοτεχνικά βιώσιμη λύση στο πρόβλημα της ύδρευσης των δυο νησιών, το μόνο που μπορεί να κάνουμε – εκτός από τη διατύπωση κάποιων γενικών αρχών και θεωρητικών πλαισίων, ή εκτός από την υιοθέτηση άλλων επιλογών – είναι να δρομολογήσουμε στο Δήμο ή την Περιφέρεια, τη σύσταση ειδικών διεπιστημονικών φορέων έρευνας.
Από αντίστοιχες ποικίλες αναγκαιότητες, προκύπτει και το πάγιο αίτημά μας, για την ενίσχυση των δαπανών στους τομείς της έρευνας και της σύγχρονης τεχνολογίας (πρώτο μέλημα, πρέπει να είναι η ανασυγκρότηση και ενίσχυση του ΙΓΜΕ, του ΚΕΠΕ, του ΕΜΠ, των διαπανεπιστημιακών ερευνητικών ομάδων και των κρατικών ινστιτούτων ερευνών.
Τέλος η επικρατούσα θέση για το συγκεκριμένο πρόβλημα της ύδρευσης της Κέρκυρας, είναι η υιοθέτηση της πρότασης ενός συστήματος υδραυλικών έργων με την επωνυμία “Ύδρευση νήσων Κέρκυρας και Παξών”, η υλοποίηση του οποίου δεν έχει ακόμα επιτευχθεί, παρά μόνο ένα πολύ μικρό του μέρος που αφορά τους Παξούς.
Στην Κέρκυρα έχουμε κάθε λόγο να ξεχάσουμε την “Υπόθεση των Φραγμάτων”, όχι μόνο γιατί δεν θα υλοποιηθεί, αλλά και γιατί υπήρχαν σοβαρότατες επιστημονικές και πολιτικές διαφωνίες για τη συγκεκριμένη επιλογή (υπέρογκο κόστος, εργολαβικά οφέλη, τοπικά μικροσυμφέροντα, περιβαλλοντική επιβάρυνση, αποκλεισμό λοιπών καταλληλότερων λύσεων που προτάθηκαν από το ΙΓΜΕ, το Πολυτεχνείο, το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, τη ΔΕΥΑΚ κλπ). Επειδή όμως με τη θέση μας αυτή, δεν πρέπει να “εξυπηρετούμε έμμεσα” τα συμφέροντα των εταιριών εμφιάλωσης που τρίβουν τα χέρια τους από τη σημερινή κωλυσιεργία και επειδή το πρόβλημα διογκώνεται, η γενική παραπάνω τεκμηρίωση οφείλει να καταλήξει σε μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση επίλυσης τόσο του υδρευτικού προβλήματος όσο και της διαχείρισης των υπογείων υδάτων στο νησί με τον τρόπο που ήδη αναλύσαμε.