Του Άλκη Αντωνιάδη, υποψήφιου ευρωβουλευτή με τη Λαϊκή Ενότητα-Μέτωπο Ανατροπής
Στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παραδοσιακά, η ατζέντα των ευρωεκλογών επηρεάζονταν κυρίαρχα από τις εξελίξεις της εθνικής πολιτικής και οικονομίας. Το κριτήριο της ψήφου δεν αφορούσε τόσο την προοπτική της Ευρώπης αλλά αντανακλούσε στην εσωτερική κατάσταση. Τα τελευταία, ωστόσο, χρόνια, ιδιαίτερα στις χώρες του Νότου, που υπέστησαν μνημόνια το «εθνικό» ταυτίστηκε σε μεγάλο βαθμό με το ευρωπαϊκό. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι πια ένα απομακρυσμένο πεδίο που απλώς θέτει τους γενικότερους κανόνες αλλά ένας μηχανισμός, που στην περίπτωση της χώρας μας, μαζί με τις μνημονιακές κυβερνήσεις, ρυθμίζει μέχρι και τις τελευταίες λεπτομέρειες του συνόλου της οικονομικο-πολιτικής ζωής. Με την έννοια αυτή ψηφίζοντας στις ευρωεκλογές του Μαΐου για τα εθνικά κόμματα, στην πραγματικότητα αποφασίζουμε άμεσα αν αποδεχόμαστε ή όχι τις πολιτικές της λιτότητας και των μνημονίων που η Ένωση μας έχει επιβάλει.
Με το πέρασμα των χρόνων, και σε αντίθεση με τα όσα ισχυρίζονται οι θιασώτες της «ευρωπαϊκής ιδέας» ότι ο ρόλος της Ε.Ε στις εξελίξεις είναι περιορισμένος , η παρέμβαση των ευρωπαϊκών θεσμών στα κράτη και τις κοινωνίες γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτική. Από τη νεοφιλελεύθερη συνθήκη του Μάαστριχτ μέχρι εκείνη της Λισαβόνας και από το Σύμφωνο Σταθερότητας μέχρι την επιβολή μνημονίων σε Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία στα χρόνια της κρίσης, η Ένωση, επιχειρεί να ορίσει, μέσω των κομματικών-κυβερνητικών της εκπροσώπων, ολοένα και περισσότερο τις τύχες των λαών επιβάλλοντας σκληρή λιτότητα.
Όμως, η οικονομική κρίση του 2008, που εξελίχθηκε με διαφορά φάσης και έντασης από χώρα σε χώρα, εκτός από τη φτωχοποίηση και την κοινωνική ερήμωση που προκάλεσε φανέρωσε και τα όρια της αυταπάτης των γκουρού του φιλευθερισμού περί «αέναης πορείας του ευρωπαϊκού εγχειρήματος προς την ευημερία των πολιτών» και εκτίναξε τη λαϊκή δυσφορία απέναντι στη θηλειά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η δυσφορία αυτή εκφράστηκε τόσο με μαζικές κινητοποιήσεις (πλατείες της Ισπανίας και της Ελλάδας) όσο και με μεγάλη μείωση του ποσοστού εμπιστοσύνης των πολιτών προς την Ένωση.
Ως συνέπεια των παραπάνω, η εναντίωση των ευρωπαϊκών λαών στο νεοφιλελευθερισμό της Ε.Ε και των εθνικών κυβερνήσεων εκφράστηκε και εκφράζεται εδώ και μία περίπου δεκαετία σε μια σειρά εκλογικών αναμετρήσεων ή δημοψηφισμάτων όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση εισπράττει άμεσα ή έμμεσα την απόρριψη των πολιτών. Το ελληνικό, το ιταλικό και το βρετανικό δημοψήφισμα καθώς και μια σειρά εκλογικών αποτελεσμάτων που οδήγησαν στη συντριβή σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων αλλά και κομμάτων της ευρωπαϊκής δεξιάς μαρτυρούν ως προς αυτό. Με άλλα λόγια η οικονομική κρίση στην Ευρώπη έχει εξελιχθεί σε πολιτική κρίση και κρίση πολιτικής εκπροσώπησης του παραδοσιακού κομματικού συστήματος.
Με βάση, επομένως, τις εκλογικές ανακατατάξεις των τελευταίων χρόνων στην Ευρώπη γίνεται ορατό ότι ο παλιός κραταιός δικομματισμός σοσιαλδημοκρατών-δεξιάς όχι μόνο κλυδωνίζεται αλλά μοιάζει να αποτελεί ανάμνηση του παρελθόντος. Έτσι, κόμματα είτε της ριζοσπαστικής αριστεράς, είτε της ακροδεξιάς, είτε μεταπολιτικής ιδεολογικής ταυτότητας έρχονται να καλύψουν το κενό.
Η έκβαση της σύγκρουσης των κομμάτων αυτών στις εκλογές του Μάϊου θα αποτυπώσει και τους νέους συσχετισμούς που θα είναι εξαιρετικά κρίσιμοι για το μέλλον. Οι διαφορετικές κατηγορίες αυτών των κομμάτων εκφράζουν, ταυτόχρονα, και διαφορετικά πολιτικά σχέδια για την Ευρώπη και για την κάθε χώρα ξεχωριστά. Τρία είναι τα κυρίαρχα :
- Το σχέδιο της αποδοχής του ρόλου και των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε αντίθεση με τα τεχνάσματα του Πρωθυπουργού που προσπαθεί να θέσει το τεχνητό δίπολο πρόοδος vs συντήρηση, κεντρο-αριστερά vs κεντρο-δεξιά, ΣΥΡΙΖΑ vs ΝΔ, η πραγματικότητα είναι ότι τόσο τα παραδοσιακά κόμματα (Σοσιαλδημοκράτες, Φιλελεύθεροι, Δεξιά), όσο τα κόμματα μεταπολιτικής (Κόμμα του Μακρόν), όσο και τα «αριστερά» τους δεκανίκια, τύπου ΣΥΡΙΖΑ, συμφωνούν και συμπορεύονται, με μηδαμινές μεταξύ τους διαφορές, στην κεντρική κατεύθυνση της αποδοχής του νεοφιλελεύθερου μοντέλου της Ε.Ε. Ιδιαίτερα στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον πασιφανώς ορατό ότι όχι μόνο ενσωματώθηκε στο κυρίαρχο μοντέλο αλλά ότι πλέον αποτελεί έναν από τους πιο γνήσιους εκπροσώπους του.
- Το σχέδιο της ακροδεξιάς εκμετάλλευσης της κρίσης. Η απειλή για τους ευρωπαϊκούς λαούς είναι πλέον πιο ορατή από το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Η ακροδεξιά, σε όλες τις μορφές, από την ανοιχτά φασιστική μέχρι την πιο θεσμική, επιχειρεί να διευρύνει την πρόσβασή της στα κοινωνικά στρώματα που πλήττονται από την κρίση.Ένα σχέδιο που εκπορεύεται από τον αρρωστημένο εθνικισμό και που μια ενδεχόμενη επικράτηση του σε ευρωπαϊκό επίπεδο θα σήμαινε ένα απλό πράγμα : τους ανεξέλεγκτους εθνικούς ανταγωνισμούς και πολύ πιθανά νέες πολεμικές αναμετρήσεις.
- Το σχέδιο των δυνάμεων της ριζοσπαστικής, ανυπότακτης Αριστεράς για ρήξη με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, της λιτότητας και του νεοφιλελευθερισμού. Τμήμα αυτών των δυνάμεων αποτελεί και η Λαϊκή Ενότητα που αγωνίζεται για τη ρήξη με την Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση όχι με στόχο την επιστροφή στους εθνικούς ανταγωνισμούς αλλά για μια άλλη Ευρώπη, των λαών και της αλληλεγγύης, που μπορεί να είναι εφικτή μόνο ύστερα από το γκρέμισμα της σημερινής Ε.Ε.
Ο δικός μας αγώνας είναι, ταυτόχρονα, τοπικός και διεθνής και στοχεύει να πείσει τους εργαζόμενους και τη νέα γενιά, αφενός στη χώρα μας ότι η αγανάκτηση για τις πολιτικές ΣΥΡΙΖΑ-Νέας Δημοκρατίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης χρειάζεται να πάρει αριστερή κατεύθυνση και αφετέρου να συνεισφέρει στην προσπάθεια της ριζοσπαστικής-αντικαπιταλιστικής αριστεράς στην Ευρώπη να ορθώσει και πάλι το ανάστημά της απέναντι στα κόμματα της αστικής τάξης και την ακροδεξιά απειλή.
Ο δικός μας αγώνας ταυτίζεται με τις μεγάλες κινηματικές παραδόσεις των ευρωπαϊκών λαών και με τους αγώνες της εργατικής τάξης και της νεολαίας για μια Ευρώπη με ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη. Εμπνέεται από τις ελληνικές και τις ισπανικές πλατείες, από τη δυναμική των «κίτρινων γιλέκων», από τα κινήματα ενάντια στην παγκοσμιοποίηση, από τις κινητοποιήσεις για την προστασία της λαϊκής κατοικίας, από την αλληλεγγύη στους πρόσφυγες του πολέμου, από τις διαχρονικές διεκδικήσεις της νέας γενιάς και του φοιτητικού κινήματος, από τα κινήματα για τη γυναικεία χειραφέτηση, για τα δικαιώματα των LGBTQ ατόμων, για το σταμάτημα της υπερθέρμανσης του πλανήτη και τη φιλική προς το περιβάλλον ανάπτυξη.
Η δική μας Ευρώπη είναι η ανυπότακτη Ευρώπη που δεν χωράει μέσα στο πλαίσιο των αντικοινωνικών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αντιστέκεται στο δρόμο και στην κάλπη απέναντι στις ευρωπαϊκές ελίτ και στους πολιτικούς της εκπροσώπους, που βάζει τις βάσεις για τα δικαιώματα των πολλών και όχι της ολιγαρχίας.
Γι’ αυτή την Ευρώπη θα ζητήσουμε την ψήφο του ελληνικού λαού στις πιο κρίσιμες ευρωεκλογές από το 1979. Γιατί σ΄ αυτές τις ευρωεκλογές η ψήφος μας έχει περισσότερο νόημα από ποτέ.