Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, την ώρα που η ανεργία στην ευρωζώνη βρίσκεται στο 8,5% τον Μάρτιο στην Ελλάδα παραμένει πάνω από το 20%.
Τα υψηλότερα επίπεδα ανεργίας στην ΕΕ καταγράφονται στην Ελλάδα (20,6% με στοιχεία του Ιανουαρίου) και στην Ισπανία (16,1% με στοιχεία του Μαρτίου). Τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας σημειώθηκαν στη Γερμανία (3,4%).
Επίσης, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας των νέων στην ΕΕ καταγράφονται στην Ελλάδα (42,3% τον Ιανουάριο), στην Ισπανία (35%) και στην Ιταλία (31,7%). Το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφεται στη Γερμανία (6,1%). Το Μάρτιο η ανεργία των νέων στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 17,3% και στην ΕΕ στο 15,6%.
Παρόλα αυτά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ πανηγυρίζει για την οριακή μείωση της ανεργίας σε σχέση με τα θηριώδη ποσοστά της επί κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου. Παραλείπει, όμως, σκόπιμα να αναφέρει, ότι αυτή η μείωση δεν οφείλεται στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πλήρους και σταθερής απασχόλησης, αλλά στην ιλιγγιώδη αύξηση της μερικής απασχόλησης και της εκ περιτροπής εργασίας, αφού τα τελευταία χρόνια 6 στις νέες 10 προσλήψεις είναι με τέτοιες μορφές. Πρόκειται, δηλαδή, για ανακύκλωση της ανεργίας – με μοίρασμα μίας θέσης εργασίας σε 2 ή και 3 ανέργους – και όχι για πραγματική μείωση και αντιμετώπισή της.
Η αλήθεια, επίσης, είναι ότι, εάν δεν υπήρχαν οι 618.000 -κυρίως νέοι- που μετανάστευσαν ή ετοιμάζονται να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό για αναζήτηση εργασίας, οι άλλοι τόσοι που συνταξιοδοτήθηκαν και επίσης οι άλλοι τόσοι που εργάζονται με ελαστικές μορφές απασχόλησης, τότε η ανεργία στη χώρα μας θα είχε σπάσει κάθε ρεκόρ και θα καταγραφόταν στο 40% έως 50%.
Όσο για το στόχο, που θέτουν είτε ο Πρωθυπουργός είτε ο πρόεδρος της ΝΔ Κ. Μητσοτάκης για μείωση της ανεργίας τα επόμενα χρόνια, αυτός αποτελεί όνειρο θερινής νυκτός και ανεφάρμοστη δημαγωγική εξαγγελία.
Κι αυτό, γιατί με συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών λιτότητας μέχρι το 2060 με στόχο την επίτευξη υπέρογκων και αιματοβαμμένων πρωτογενών πλεονασμάτων, είναι αδύνατον να έχουμε πραγματική μείωση της ανεργίας.
Η ανεργία θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο με δραστική αύξηση των δημοσίων και κοινωνικών επενδύσεων, με εθνικοποιημένες τράπεζες που θα στήριζαν με την αναγκαία για επενδύσεις χρηματοοικονομική ρευστότητα την πραγματική οικονομία και κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και αγρότες και με αύξηση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και των συντάξεων.
Αυτά όμως δεν μπορούν να γίνουν μέσα στο πλαίσιο των εφαρμοζόμενων μνημονιακών πολιτικών λιτότητας, αλλά μόνο με μια φιλολαϊκή πολιτική παραγωγικού μετασχηματισμού και ανασυγκρότησης, που για να εφαρμοστεί προϋποθέτει την έξοδο από την Ευρωζώνη, την έκδοση εθνικού νομίσματος, τη ρήξη με την ΕΕ και ένα ριζοσπαστικό φιλολαϊκό αναπτυξιακό πρόγραμμα, που θα το συνοδεύει.
Από την άλλη μεριά η ΝΔ και το Κίνημα Αλλαγής (ΠΑΣΟΚ) κάνοντας ανούσια αντιπολίτευση – πάντα μέσα στα μνημονιακά πλαίσια – επιδιώκουν να μας κάνουν να ξεχάσουμε ότι οι μνημονιακές συγκυβερνήσεις τους τριπλασίασαν την ανεργία και την έφτασαν στο 27% την επίσημη και στο 35 – 38% την πραγματική. Τότε κατάργησαν τον κατώτατο εγγυημένο μισθό και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και μετέτρεψαν το εργατικό δίκαιο σε εργοδοτικό. Η ΝΔ τα λέει αυτά, γιατί θέλει να επιστρέψει στον τόπο του εγκλήματος, για να αποτελειώσει την εργασιακή καταστροφή, που ξεκίνησε μαζί με το ΠΑΣΟΚ και την οποία διατηρεί και επεκτείνει η σημερινή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Την απάντηση στα πανηγύρια της κυβέρνησης και στα κροκοδείλια δάκρυα της ΝΔ, μπορούν και πρέπει να τη δώσουν οι ίδιοι οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι, οι νέοι μ’ ένα νέο κύκλο ενωτικών, μαζικών και συντονισμένων αγώνων για δουλειά – ψωμί – αντιμνημονιακή ανατροπή.