Στις αρχές της φετινής χρονιάς, θα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει ότι στον Τύπο πολλαπλασιάζονταν τα αισιόδοξα σενάρια σχετικά με τις προοπτικές της κυβέρνησης Τσίπρα.
Του Αντώνη Νταβανέλου
Ήταν πολλά τα άρθρα και οι αναλύσεις που υπογράμμιζαν ότι παρά τη δημοσκοπική κατρακύλα, που παραπέμπει στην αποδιάρθρωση της κοινωνικής βάσης που στήριξε τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ διαθέτει κάποια «σοβαρά χαρτιά» –συνδεδεμένα κυρίως με μια κάποια καθεστωτική «σταθεροποίηση» μετά την επιβολή του Μνημονίου 3– που θα της επέτρεπαν τελικά, αν όχι «να γυρίσει το παιχνίδι», τουλάχιστον να παραμείνει ως ισχυρός και αλώβητος παίκτης μέσα σε αυτό, ελπίζοντας σε επάνοδο σε πρωταγωνιστικό ρόλο, στις… μεθεπόμενες εκλογές. Συνυπολογίζοντας τα ολοφάνερα προβλήματα συνοχής της ΝΔ και τις φανερές ηγετικές αδυναμίες του Κυρ. Μητσοτάκη, στο Μαξίμου επεξεργάζονταν, λέει, μια τακτική που θυμίζει τις ελπίδες που είχε ο Αντώνης Σαμαράς με το σχέδιο αντιμετώπισης του ΣΥΡΙΖΑ ως «αριστερή παρένθεση», μόνο που τώρα μιλούσε για την προοπτική μιας «δεξιάς παρένθεσης» η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά τα όμορφα σενάρια, όμορφα καίγονται.
Δύο μήνες μετά, τα κεντρικά σημεία αυτής της στρατηγικής αποδεικνύονται μάλλον ως ναρκοπέδια για την κυβέρνηση, παρά ως βάθρα για μια πολιτική αντεπίθεσή της.
Οικονομία
Ασφαλώς στο κέντρο είναι οι εξελίξεις στην οικονομία. Το τσάκισμα των μισθών και των εργατικών κατακτήσεων, που επιτάχυνε το Μνημόνιο 3, οδήγησε σε μια αύξηση των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και στην εμφάνιση ενός κλίματος «καπιταλιστικής αισιοδοξίας». Όμως ο καπιταλισμός, διεθνώς και εδώ, δεν έχει βγει από την κρίση, το σύστημα δεν έχει αποκαταστήσει τη δυναμική του. Το «μίνι κραχ» στα διεθνή χρηματιστήρια και ο εμπορικός πόλεμος που κήρυξε ο Τραμπ είναι κάτι παραπάνω από δυνατές προειδοποιήσεις. Και αίφνης, ο Αλ. Τσίπρας είδε το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και τον… Στουρνάρα να του υπογραμμίζουν ότι δεν πείθονται από τις τύχες μιας γραμμής που, έστω επικοινωνιακή, θα έκανε λόγο περί «καθαρής εξόδου». Η κυβέρνηση, υποχρεωμένη να αναζητήσει σημείο ισορροπίας μεταξύ μιας νέας «πιστοληπτικής γραμμής στήριξης» ή ενός 4ου Μνημονίου, βλέπει την 4η αξιολόγηση να γίνεται μια διαδικασία-τούρμπο και την πολυαναμενόμενη «λήξη του προγράμματος» τον Αύγουστο του ’18 να μετατρέπεται από ευκαιρία πανηγυρισμών σε πεδίο σοβαρής δοκιμασίας.
Ειδικότερα το ΔΝΤ διαμηνύει πλέον καθαρά ότι το διεθνές περιβάλλον δεν προσφέρεται για πειραματισμούς και ότι το Ταμείο επιθυμεί την επίσπευση της θεσμοθέτησης των δρακόντειων μέτρων λιτότητας που είχαν αφεθεί για το 2019 (κατάργηση αφορολόγητου, περικοπή «προσωπικής διαφοράς» στις καταβαλλόμενες συντάξεις) από το 2ο εξάμηνο του 2018, ώστε να είναι εφικτή η υλοποίησή τους από την 1.1.2019. Μόνο που έτσι τα μέτρα αυτά θα υποχρεωθεί να τα υπογράψει, συγκεκριμένα, η κυβέρνηση Τσίπρα, επιδεινώνοντας ακόμα περισσότερο τις σχέσεις της με τα εργατικά-λαϊκά στρώματα και δημιουργώντας ακόμα περισσότερα ερωτηματικά σχετικά με την αξιοπιστία της τακτικής της «δεξιάς παρένθεσης».
Άγριοι ανταγωνισμοί
Ένα άλλο πεδίο όπου η κυβέρνηση εμφάνιζε επιτυχίες, ήταν η βελτίωση των σχέσεών της με τμήματα της ντόπιας κυρίαρχης τάξης. Και η επιφανειακή ανάγνωση της πολιτικής ιστορίας αυτού του τόπου λέει ότι οι καλές σχέσεις με τις οικογένειες και τους ομίλους των καπιταλιστών μεταφράζονται «αυτόματα» σε πολιτική δύναμη. Και έμοιαζε ότι είναι έτσι: Οι χορηγίες του ΟΠΑΠ και η «ρευστότητα» του Σαββίδη έδιναν στον Ν. Παππά και στον Αλ. Φλαμπουράρη μεγάλη επικοινωνιακή ισχύ. Μόνο που αυτά ισχύουν ανεμπόδιστα κυρίως σε «ομαλές» περιόδους. Αντίθετα σήμερα, η συμμαχία της «εξυγίανσης» ενάντια στον Μαρινάκη ήρθε ξαφνικά τούμπα. Οι καλύτεροι φίλοι των «φίλων του πρωθυπουργού» μετατράπηκαν ξαφνικά σε αλληλοσπαρασσόμενες Τίγρεις και Αρκούδες. Και είμαστε ακόμα στην αρχή: Πριν να στεγνώσει το μελάνι της περιγραφής της ένοπλης εισβολής του Ιβάν στο γήπεδο της Τούμπας, ο Δ. Γιαννακόπουλος απαιτεί –για τη σωτηρία του Παναθηναϊκού…– το ΟΑΚΑ, ενώ οι αδελφοί Αγγελόπουλοι δήλωσαν αμέσως ότι ο μπασκετικός Ολυμπιακός επιθυμεί χώρο για νέο γήπεδο στο Ελληνικό! Οσονούπω θα καταφτάσει και ο Μαρινάκης, ζητώντας την πλήρη κυριότητα στο γήπεδο Καραϊσκάκη…
Η μόνη ιδιαιτερότητα που έχει ο πόλεμος των μεγιστάνων στο ποδόσφαιρο είναι ότι αυτός διεξάγεται περίπου δημόσια. Όμως στην πραγματικότητα τα ίδια –ή και χειρότερα!– γίνονται στο εμπόριο καυσίμων, στην ενέργεια, στα δημόσια έργα, στο σκυλοκαβγά για το ποιος θα επωφεληθεί από τις ιδιωτικοποιήσεις κλπ. Οι λυκοσυμμαχίες μεταξύ των καπιταλιστών είναι τόσο ασταθείς και υπονομευμένες, που μετατρέπουν την κυβερνητική «διαιτησία» επ’ αυτών, σε αποσταθεροποιητική δύναμη ενάντια στην ίδια τη συνοχή της κυβέρνησης και τις προοπτικές της. Την επαύριο των γεγονότων στην Τούμπα είδαμε ζωντανά τις αποδείξεις: με την αιφνίδια επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, αλλά και με το μπαράζ δημοσιεύσεων στον ακροδεξιό Τύπο που σπεύδει να προαναγγείλει την ίδρυσης μιας ελληνικής «Λέγκας του Βορρά», με την υποστήριξη της Εκκλησίας και του Όρους, με φιλική αναφορά προς τη Ρωσία του Πούτιν και με εθνικιστική, ρατσιστική, αλλά κυρίως φιλομνημονιακή πολιτική…
«Εθνικά θέματα»
Ένα άλλο πεδίο όπου έμοιαζε να στηρίζεται μια κάποια ενίσχυση της κυβέρνησης ήταν η θεαματική σύσφιξη των σχέσεών της με τις δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και κυρίως τις ΗΠΑ. Παρόλο που ο Τζέφρι Παϊάτ παρεμβαίνει δημόσια ως ο πιο ένθερμος υποστηρικτής του Αλ. Τσίπρα, η «ενεργητική διπλωματία» του Ν. Κοτζιά αντί για ευκαιρία συσπείρωσης γύρω από την κυβέρνηση αποδεικνύεται μάλλον ως πορεία μέσα στο μαγκάλι με τα κάρβουνα.
Γιατί είναι άλλο να γνωρίζεις ότι το όνομα Gorna Makedonia θα είναι μια μεγάλη διπλωματική επιτυχία για τον ελληνικό καπιταλισμό και άλλο να επιδιώκεις να συσπειρώσεις γύρω σου όλες τις εθνικιστικές ψευδαισθήσεις (που αποκλείουν κάθε χρήση του ονόματος Μακεδονία και των παραγώγων αυτού στους… μη-Έλληνες), όταν έχεις προαποφασίσει να μη συγκρουστείς μαζί τους, όταν συγκυβερνάς με τον Καμένο και συνεργάζεσαι αρμονικά με τον καθοδηγητή και χρηματοδότη των ποντιακών και παμμακεδονικών οργανώσεων του συλλαλητηρίου της Θεσσαλονίκης. Γιατί είναι άλλο να γνωρίζεις ότι στις ΑΟΖ της Ανατ. Μεσογείου επιχειρείς, μαζί με τους Αμερικανούς και την ΕΕ, μια μεγάλη ανατροπή ισχύος προς όφελος των ντόπιων καπιταλιστών και του κράτους τους, και είναι τελείως άλλο πράγμα το να αντέξεις να καθοδηγήσεις όλες τις συγκρούσεις και τα επικίνδυνα «επεισόδια» που συνεπιφέρει αυτή η επιλογή. Το παράδειγμα των εξοπλισμών είναι χαρακτηριστικό: Μια κυβέρνηση της τάχα Αριστεράς, μια κυβέρνηση που επιβάλει μνημόνιο χωρίς δήθεν να το υιοθετεί, τη στιγμή που διατηρεί τον ΕΝΦΙΑ και κόβει τις συντάξεις, διαπραγματεύεται αγορές όπλων (φρεγάτες, εκσυγχρονισμός F16, παραγγελία F35 κοκ) κόστους παραπλήσιου με το κόστος του Μνημονίου 2 που υπέγραψαν οι Σαμαράς-Βενιζέλος!
Προοπτικές
Παρά τα επιφαινόμενα, η κυβέρνηση Τσίπρα έχει χάσει κάθε «σταθερότητα», γιατί κινείται χωρίς μπούσουλα, χωρίς δική της πολιτική, μέσα σε ιδιαίτερα αντιφατικές και επικίνδυνες συνθήκες. Παραμένει στην κυβερνητική εξουσία κυρίως και εφόσον υλοποιεί τις κατευθύνσεις που συμφώνησε το καλοκαίρι του 2015 με τους δανειστές και την ντόπια κυρίαρχη τάξη. Συνήθως, η κατάληξη μιας τέτοιας κυβέρνησης είναι να πεταχτεί σαν στυμμένη λεμονόκουπα, όταν θα έχει τελειώσει τη βρόμικη δουλειά, όταν θα έχει πάψει να είναι χρήσιμη στις αυθεντικά καθεστωτικές δυνάμεις.
Το ερώτημα που τίθεται από αυτές τις εξελίξεις και παραμένει καίριο δεν είναι το πόσο θα αντέξει ο Τσίπρας στο Μαξίμου. Είναι το εάν και κατά πόσο ο κόσμος που απογοητεύεται μαζικά και αποσύρει τις ελπίδες του από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα βρει πολιτική έκφραση, θα βρει «σημείο αναφοράς» για να συνεχίσει τον αγώνα ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό, ενάντια στα μνημόνια, ενάντια στον εθνικισμό, στο ρατσισμό και στην απειλή του πολέμου.
Και το ερώτημα αυτό αφορά στην τακτική, στη δράση, στην κινηματική και πολιτική συνεργασία των δυνάμεων της ριζοσπαστικής Αριστεράς, με την ΛΑΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πρώτη γραμμή των ευθυνών.
*Αναδημοσίευση από την Εργατική Αριστερά