ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Μια ακόμη από τις χείριστες όψεις πολυνομοσχεδίου αποτελεί η υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης σε πληθώρα αστικών διαφορών.
Πλέον, για διαφορές από τροχαία , οικογενειακά θέματα , ιατρικής ευθύνης, χρηματοδοτικών συμβάσεων ή μισθώσεων , αλλά και τραπεζικά δανειακά ζητήματα δεν θα είναι δυνατή η απευθείας προσφυγή στα πολιτικά δικαστήρια αλλά θα πρέπει να προηγείται, με χαρακτήρα τυπικής προϋπόθεσης , η απόπειρα συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς. Συνεννοήσεις με την ΤΡΟΙΚΑ γίνονται μέχρι την τελευταία στιγμή για το εάν πρέπει να συμπεριληφθούν σε αυτές και οι εργατικές διαφορές. Με αυτό το μέτρο τίθεται ένας ακόμα φραγμός οικονομικού χαρακτήρα στη δυνατότητα πρόσβασης στο μηχανισμό της δικαιοσύνης, καθώς οι δαπάνες της διαδικασίας περιλαμβάνουν την αμοιβή του διαμεσολαβητή, αλλά και των δικηγόρων που θα παρασταθούν στην διαδικασία , οπότε το κόστος εκτοξεύεται πριν ακόμα η διαφορά φτάσει στην είσοδο του Δικαστηρίου. Αλλά ταξική δεν είναι μόνο η αύξηση του κόστους πρόσβασης (που έχει εκαντοπλασιασθεί στη μνημονιακή περίοδο), αλλά και η αύξηση του χρόνου της τελικής δικαστικής κρίσης, αφού αυτός που οφελείται είναι αυτός που έχει την οικονομική δυνατότητα να περιμένει. Ήδη την ταξική μεροληψία στην υποχρεωτικότητα προσφυγής στην Διαμεσολάβηση επισήμανε και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων που σε ανακοίνωση της επισημαίνει πως «η δημιουργία ενός ενδιάμεσου σταδίου υποχρεωτικής διαμεσολάβησης καθιστά απαγορευτική την μετέπειτα προσφυγή στα Δικαστήρια ιδίως για την οικονομικά ασθενέστερη και συντριπτικά μεγάλη πλειοψηφία του λαού.»
Ο πραξικοπηματικός τρόπος, όμως, με τον οποίο η ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΤΗΤΑ της διαμεσολάβησης επιχειρεί να επιβληθεί με μια δημόσια διαβούλευση διάρκειας μόλις 5 ημερών το τριήμερο της Πρωτοχρονιάς) καταδεικνύει και κάτι συνολικότερο. Την πρόθεση της κυβέρνησης να δρομολογήσει την καταναγκαστική επιβολή της ιδιωτικής δικαιοσύνης των ισχυρών. Και αυτό γιατί η υποχρεωτική διαμεσολάβηση έχει υπάρξει μόνιμη αξίωση των οικονομικά ισχυρών διαδίκων , δηλαδή των τραπεζών , των ασφαλιστικών εταιρειών ενώ και ο Σ.Ε.Β. βιάστηκε να πάρει θέση υπέρ. Και αυτό γιατί κανένα κώλυμα δεν έχουν οι παραπάνω να επενδύσουν στη δημιουργία Κέντρων Διαμεσολάβησης (υπάρχει σχετικό νομοθετικό πλαίσιο που επιτρέπει την ίδρυση τους και από επιχειρήσεις) ώστε σιγά σιγά να διαμορφώσουν μικρά Παραδικαστήρια όπου θα «επιβάλλουν» στους ανίσχυρους διαδίκους πολύ πιο εύκολα την επιθυμητή για αυτούς εξωδικαστική «συμβιβαστική επίλυση των διαφορών».
Η Λαϊκή Ενότητα παλεύει για ένα δημόσιο μηχανισμό απονομής δικαιοσύνης, ευχερώς προσβάσιμο από τα λαϊκά στρώματα και ικανό να προστατεύσει τα δικαιώματά τους.