Με το νομοσχέδιο για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς που ετοιμάζει το Υπουργείο Δικαιοσύνης περιορίζονται έως εξαφανίζονται οι εγγυήσεις δημοσιότητας κατά την πραγματοποίηση των πλειστηριασμών. Ο οφειλέτης θα χάνει την περιουσία του με ένα κλικ χωρίς να έχει καν τη δυνατότητα να διαπιστώσει άμεσα με την παρουσία του πώς έγινε η διαδικασία, αν τελικά βρέθηκε υπερθεματιστής κλπ. Στόχος του νομοσχεδίου είναι ένας: να ξεμπερδεύει με το κίνημα ενάντια στους πλειστηριασμούς που έχει απλωθεί σε κάθε Ειρηνοδικείο και έχει οδηγήσει στο άμεσο αποτέλεσμα, να μην πραγματοποιηθεί κανένας πλειστηριασμός λαϊκής περιουσίας
Ταυτόχρονα εξαπολύεται ένας ορυμαγδός κατασυκοφάντησης του κινήματος από τα διάφορα κυβερνητικά και καθεστωτικά παπαγαλάκια, από τα κάθε λογής κοράκια που περιμένουν να κερδοσκοπήσουν πάνω στην αγωνία και την απόγνωση των οφειλετών. Eτσι ακούμε ότι το κίνημα προστατεύει τους μεγαλοοφειλέτες, αυτούς που έχουν μεγάλη ακίνητη περιουσία κλπ, γιατί πλειστηριασμοί μικρών ακινήτων δεν γίνονται, ότι υπάρχει επαρκής προστασία των οφειλετών και δεν χρειάζονται τέτοιες κινητοποιήσεις και άλλα ηχηρά παρόμοια
Μόνο μια ματιά στα προγράμματα πλειστηριασμών αρκεί κανείς για να διαπιστώσει ότι τίποτε τέτοιο δεν ισχύει. Οι τράπεζες προχωρούν σε σωρεία πλειστηριασμών και έπεται συνέχεια, καθώς μόνο τους πρώτους μήνες τους 2016 το Ειρηνοδικείο Αθηνών εξέδωσε 60.000 διαταγές πληρωμής.. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι τα «φιλέτα» που βγάζουν οι τράπεζες στο σφυρί περιλαμβάνουν ενδεικτικά ακίνητα 52 τ.μ. με τιμή πρώτης προσφοράς 11.323 ευρώ. 67,84 τ.μ. τιμή 11.500 ευρώ, κατάστημα 209,9 τ.μ. τιμή 66.883 ευρώ, άλλο κατάστημα 65,82 τ.μ. τιμή 54.273 ευρώ, διαμέρισμα 97,60 τ.μ. τιμή 122.000 ευρώ, κλπ., κλπ.
Επίσης σε αντίθεση με ότι ίσχυε στο παρελθόν καμία μα καμία διάταξη δεν απαγορεύει τον πλειστηριασμό ακόμα και της πρώτης κατοικίας. Για να εξαιρεθεί μια πρώτη κατοικία από τον πλειστηριασμό πρέπει πλέον ο οφειλέτης να προσφύγει στον αναθεωρημένο νόμο Κατσέλη (εφόσον και αν υπάγεται στα περιορισμένα πλέον όρια προστασίας) αντιμετωπίζοντας αντίστοιχα και τα αυξημένα έξοδα. Η κυβέρνηση επαίρεται ότι ο αναθεωρημένος νόμος παρέχει προστασία στα 2/3 των δανειοληπτών. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική. Ο αναθεωρημένος νόμος που ψήφισε η κυβέρνηση κατήργησε επί της ουσίας και τις όποιες ευεργετικές διατάξεις περιλαμβάνονταν στο νόμο Κατσέλη. Έτσι, ακόμα και όσοι τελούν σε κατάσταση απόλυτης ένδειας και με το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς κατόρθωναν να κουρεύεται το δάνειο τους έως και 90%, χάνουν πλέον κάθε ελπίδα προς τούτο, αφού το ύψος του ποσού που υποχρεούνται συνολικά να καταβάλουν δεν μπορεί να είναι μικρότερο από την αξία που θα πετύχαινε το ακίνητο κατόπιν πλειστηριασμού.
Με αυτό τον τρόπο δεν προστατεύεται η πρώτη κατοικία, αλλά αντίθετα γίνεται πιο ελκυστικό προϊόν το δάνειο προκειμένου να το αγοράσουν τα ξένα fund. Εδώ είναι και όλη η ουσία της κυβερνητικής πολιτικής: προκειμένου να διευκολυνθεί η μεταβίβαση των δανείων στα funds αφενός τους δόθηκε η δυνατότητα να αγοράσουν ακόμα και ενήμερα (πράσινα) δάνεια, αφετέρου δεν προβλέφθηκε δυνατότητα των δανειοληπτών –ακόμα και όσων ενημερωθούν ότι επίκειται η μεταβίβαση του δανείου τους σε ξένο fund– να αγοράσουν αυτοί το δάνειό τους στην ίδια τιμή. Από το 2018 μάλιστα επιτρέπεται ελευθέρως η μεταβίβαση δανείων που αφορούν πρώτες κατοικίες στα funds.
Ακόμα και όσοι δανειολήπτες έχουν χρήματα για να υποβάλλουν αίτηση στον αναθεωρημένο νόμο Κατσέλη πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν την οικονομική δυνατότητα να εξοφλήσουν μέχρι λήξεως του χρόνου του δανείου τους το ποσό που θα ορίσει το δικαστήριο και που δεν μπορεί όπως είπαμε να είναι μικρότερο από την αξία που θα πετύχαινε το ακίνητο κατόπιν πλειστηριασμού. Αλλιώς η αίτησή τους θα απορριφθεί. Όσοι μάλιστα υπέστησαν σημαντικές μειώσεις εισοδημάτων λόγω της κρίσης και του μνημονίου, αλλά διατηρούν εισόδημα άνω των 13.906 ευρώ ή άνω των 35.086 ευρώ (για 4μελη οικογένεια) ή διαθέτουν ακίνητα αξίας 180.000 ευρώ ή μέχρι 260.000 ευρώ για 4μελή οικογένεια όχι μόνο δεν μπορούν να προστατεύσουν την κατοικία τους, αλλά χάνουν πλέον κάθε δυνατότητα ακόμα και να μειώσουν το ποσό του δανείου τους!!
Υπάρχει όμως και ένας μεγάλος αριθμός οφειλετών που κατόρθωσαν και μπήκαν (με το προηγούμενο καθεστώς) στο νόμο Κατσέλη, αλλά δεν μπορούν σήμερα να εξακολουθούν να πληρώνουν τις δόσεις που ορίζουν τα δικαστήρια διατηρώντας έτσι την προστασία της κατοικίας τους;
Επίσης καμία δυνατότητα προστασίας δεν έχουν οι έμποροι που δεν μπορούν να υπαχθούν στον νόμο Κατσέλη για την πρώτη κατοικία τους ή όσοι χάνουν τα πατρικά τους, ένα μικρό εξοχικό που χτίστηκε με θυσίες, ένα μικρό κατάστημα ή βιοτεχνία, πολλώ δε μάλλον την αγροτική γη. Οσο για το νομοσχέδιο Δραγασάκη που αφορά τη ρύθμιση των επιχειρηματικών δανείων κατ’αρχάς δεν θα αφορά επιχειρήσεις που οφείλουν λιγότερο από 20.000 ευρώ ή δεν θα έχουν να επιδείξουν καθαρό αποτέλεσμα (περισσότερα έσοδα από έξοδα μη υπολογιζομένων φόρων, τοκοχρεωλυσίων κλπ) τα τελευταία έτη μέσα στην κρίση. Δεν θα μπορέσει συνεπώς να υπαχθεί η συντριπτική πλειοψηφία των καταστρεφόμενων μικροεπιχειρήσεων και μάλιστα ατομικών επιχειρήσεων, ΟΕ ή ΕΕ, τα χρέη των οποίων βαρύνουν την ατομική και οικογενειακή περιουσία των επιχειρηματιών. Κατά δεύτερον θα αφορά «διαταξικά» το σύνολο των κρινόμενων ως βιώσιμων επιχειρήσεων, δηλαδή και των μεγάλων επιχειρήσεων που έχουν πάρει θαλασσοδάνεια, έχουν δημιουργήσει off shore, έχουν μεταφέρει τα περιουσιακά τους στοιχεία στο εξωτερικό και έχουν αφήσει απλήρωτους εργαζόμενους, ασφαλιστικά ταμεία και μικροπρομηθευτές. Αντίθετα θα μπορούν με την υπαγωγή τους να καρπωθούν και τον ΦΠΑ που εισέπραξαν και δεν απέδωσαν (αυτό θα πει ταξική μονομέρεια…)
Εχει προηγηθεί α) η άρση της αναστολής πλειστηριασμών, β) η αλλαγή του Κώδικα Δεοντολογίας τραπεζών που διακρίνει τους δανειολήπτες σε συνεργαζόμενους και μη, γ) η τροποποίηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και τα σχετικά προεδρικά διατάγματα που διευκολύνουν τους πλειστηριασμούς (και εισάγουν συστήματα ηλεκτρονικής ειδοποίησης), μειώνουν τα μέσα άμυνας του ιδιοκτήτη και κατατάσσουν προνομιακά τις απαιτήσεις των τραπεζών έναντι των εργαζομένων, ακόμα και έναντι των απαιτήσεων του Δημοσίου, δ) η μείωση των ορίων για την επιβολή κατασχέσεων στο εισόδημα των οφειλετών (και βέβαια η αυτόματη παρακράτηση ποσών από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή τις Τράπεζες στους μισθούς των δημοσίων και τραπεζικών υπαλλήλων χωρίς όρια προστασίας).
Η κυβέρνηση με την πολιτική της διογκώνει διαρκώς το πρόβλημα αυξάνοντας τον ιδιωτικό χρέος σε δυσθεώρητα ύψη φτάνοντας τα 230 δις. Το δημόσιο χρέος που διογκώθηκε για να σωθούν οι τράπεζες με τις 3 ανακεφαλαιοποιήσεις (τράπεζες που σκανδαλωδώς πωλήθηκαν σε εξευτελιστικές τιμές σε ξένα κεφάλαια) εξακολουθεί και φορτώνεται στην πλάτη των λαϊκών στρωμάτων με τη φοροεπιδρομή μέσω άμεσων και έμμεσων φόρων,τη μετατροπή των ασφαλιστικών εισφορών σε χαράτσια χωρίς αντίκρυσμα, την διόγκωση του κόστους παροχής υπηρεσιών από τις ΔΕΚΟ, τη λιτότητα και την ανεργία.
Είναι λοιπόν πράγματι «ταξικά μονομερής» η πολιτική της κυβέρνησης. Ταξικά μονομερής υπερ των ιδιωτικών τραπεζών, των distress funds, των ξένων δανειστών.
Ας είμαστε λοιπόν σαφής: για την χιονοστιβάδα των κόκκινων δανείων δεν ευθύνονται οι λαϊκές οικογένειες που πήραν στεγαστικά ή καταναλωτικά δάνεια, ούτε οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες και μικροεπιχειρηματίες που έλαβαν επιχειρηματικά δάνεια. Είναι άλλωστε γνωστό ότι το ποσοστό των κόκκινων δανείων το 2008 ανερχόταν μόλις στο 5% του συνόλου τους (11,9 δις ευρώ). Ευθύνεται από τη μια μεριά η τοκογλυφική πολιτική των τραπεζών με τις τεράστιες ψαλίδες μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων (ιδίως για τα καταναλωτικά δάνεια και τις πιστωτικές κάρτες), τις παράνομες ρήτρες με τις οποίες φόρτωναν έξοδα στο δανειολήπτη, την πολιτική προώθησης επισφαλών προϊόντων (όπως τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο) και από την άλλη η πολιτική των μνημονίων που στραγγάλισε με την ύφεση κάθε δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων (για να μην αναφερθούμε σε όσους μικρομολογιούχους είδαν να εξανεμίζονται οι αποταμιεύσεις τους με το PSI). Πολιτική που οδήγησε σε απόγνωση και αυτοκτονίες και έχει καταστήσει τον ιδιοκτήτη ενοικιαστή στο σπίτι του, ανεξάρτητα από το είδος του δανείου που έχει λάβει, καθώς οι τράπεζες σε μεγάλο βαθμό εξαρτούν τις ρυθμίσεις των καταναλωτικών ή επιχειρηματικών δανείων από την παροχή εμπράγματων εγγυήσεων ή την εγγύηση τρίτων.
Εχουν συνεπώς δίκιο να διαμαρτύρονται, να αντιστέκονται και να ζητούν το αυτονόητο: να μην περάσει καμία διάταξη περί ηλεκτρονικών πλειστηριασμών αν δεν κατοχυρωθεί αποτελεσματικό σύστημα προστασίας της λαϊκής περιουσίας, που δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει μια γενναία σεισάχθεια.
29/03/2017