Μειώσεις-σοκ, που φτάνουν και στο 30% στις νέες συντάξεις του Δημοσίου, προκαλεί ο νέος τρόπος υπολογισμού με τις ρυθμίσεις του νόμου Κατρούγκαλου (ν. 4387/2016), που μπαίνουν σε εφαρμογή με τρεις υπουργικές αποφάσεις, οι οποίες εκδόθηκαν πρόσφατα.
Δημήτρης Στρατούλης
Μέλος της ΠΓ της ΛΑΕ
Πρώην Υπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης
Οι μειώσεις θα είναι στην πράξη μεγαλύτερες, τόσο για τους δημοσίους υπαλλήλους όσο και για τους ασφαλισμένους όλων των άλλων Ταμείων, καθώς ο υπολογισμός των νέων συντάξεων για όλους τους συνταξιούχους τελεί υπό την αίρεση ενός κρυφού “κόφτη” των συντάξιμων αποδοχών.
Ο “κόφτης” αυτός είναι ο δείκτης αναπροσαρμογής μισθών για το σύνολο της οικονομίας, που προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου, αλλά δεν έχει βγει ακόμη από την Εθνική Στατιστική Αρχή, για να συμπληρωθεί το τελικό “παζλ” των παραμέτρων, που λαμβάνονται υπόψη ως βάση υπολογισμού των συντάξεων για όσους αποχώρησαν με αίτηση συνταξιοδότησης από 13/5/2016 και μετά.
Επίσης, με τις πρόσφατες εγκυκλίους του υπουργείου Εργασίας αποδεικνύεται ότι την λεγόμενη εθνική σύνταξη, ύψους 384 ευρώ για όσους έχουν 20 έτη ασφάλισης και 345 ευρώ με 15 χρόνια ασφάλισης, δεν θα την παίρνει ολόκληρη το σύνολο των συνταξιούχων, όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά θα δίνεται σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις με ιδιαίτερα αυστηρές προϋποθέσεις, που θα επηρεάζουν αρνητικά τα δικαιούμενα ποσά των συντάξεων με κύρια θύματα τα άτομα με αναπηρία και όσους βγαίνουν από την εργασία με μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος.
Σε νέες, όμως, ακόμα πιο σφαγιαστικές μειώσεις συντάξεων έως και 45% για 2,65 εκατομμύρια συνταξιούχους θα οδηγήσει η περικοπή των προσωπικών διαφορών στις καταβαλλόμενες συντάξεις, που έχουν μπει στο στόχαστρο των δανειστών της χώρας μας.
Πρόκειται για μία από τις πλέον σκληρές και απάνθρωπες απαιτήσεις των δανειστών, οι οποίοι ζητούν από την κυβέρνηση να ψηφίσει τώρα την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις καταβαλλόμενες συντάξεις και να τεθεί σε ισχύ από το 2019 προκειμένου να μειωθεί η υψηλή, όπως ισχυρίζονται, συνταξιοδοτική δαπάνη στη χώρα μας.
Η κυβέρνηση, στην ουσία έχει αποδεχθεί αυτό το συνταξιοκτόνο μέτρο, δεν διαπραγματεύεται τίποτε με τους δανειστές, γιατί δεν έχει ή δεν θέλει να έχει εναλλακτική πρόταση απέναντι στις πιστώσεις και στους εκβιασμούς τους. Το μόνο για το οποίο τους παρακαλά γονυπετής είναι να της διασφαλίσουν ένα επικοινωνιακό πολιτικό περιτύλιγμα. Συγκεκριμένα η κυβέρνηση εκλιπαρεί τους δανειστές να συμπεριλάβει το συγκεκριμένο μέτρο στον μηχανισμό του κόφτη, υπό την αίρεση να εφαρμοστεί μόνο εαν οι δημοσιονομικές ανάγκες το απαιτήσουν μετά το 2018. Οι δανειστές, όμως, επιμένουν στην άμεση νομοθέτηση αυτού του μέτρου, για να τεθεί σε εφαρμογή σε κάθε περίπτωση από το 2019 και η κυβέρνηση είναι έτοιμη να παραδοθεί άνευ όρων.
Η εφαρμογή αυτού του βάρβαρου μέτρου θα αποτελέσει ακόμη ένα βαρύ πλήγμα για τα εκατομμύρια των συνταξιούχων στη χώρα μας, οι οποίοι, όπως έχει ήδη αποκαλυφθεί, κατά την περίοδο των Μνημονίων (2010-2016) έχασαν 50 δισ. ευρώ, λόγω μείωσης των κύριων και επικουρικών συντάξεων τους κατά 35 έως 50%.
Οι ετήσιες απώλειες εισοδημάτων για τους 2.650.000 συνταξιούχους, λόγω της περικοπής των προσωπικών διαφορών στις καταβαλλόμενες συντάξεις τους, θα είναι περίπου 2 δισ. ευρώ.
Η ένταση της επίθεσης, που δέχονται οι συνταξιούχοι και οι ασφαλισμένοι είναι πρωτοφανής. Από μόνοι τους δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα απέναντι σους δανειστές και την κυβέρνηση, αλλά και απέναντι στη μνημονιακή «αντιπολίτευση» (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ), που πιέζει για πιο γρήγορη αποδοχή των απαιτήσεων των δανειστών. Η διατήρηση και αναβάθμιση της ενότητάς τους και ο αγωνιστικός συντονισμός τους με τους εργαζόμενους και τη νεολαία, που έχουν να αντιπαλέψουν την προωθούμενη νέα εργασιακή κατεδάφιση, τους μικρομεσαίους επαγγελματίες και επιστήμονες, που οδηγούνται στην καταστροφή από την εξοντωτική αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και των φόρων τους, και τους αγρότες, που ήδη είναι στους δρόμους για τα δικά τους προβλήματα, είναι ζητήματα άμεσης προτεραιότητας για την ίδια την επιβίωσή τους.
Οι αριστερές, αντιμνημονιακές, δημοκρατικές και πατριωτικές δυνάμεις, αντί να διυλίζουν τον κώνωπα είτε λόγω αλαζονικής αυτάρκειας είτε λόγω ιδεολογικών και πολιτικών αγκυλώσεων, θα πρέπει να ανταποκριθούν στην ανάγκη των καιρών. Δηλαδή να συγκροτήσουν ένα ισχυρό πολιτικό, κινηματικό και εκλογικό μέτωπο στη βάση κοινού αντιμνημονιακού ριζοσπαστικού προγράμματος, που θα συνοδεύεται από την έξοδο από την ευρωζώνη, την έκδοση εθνικού νομίσματος και την διακοπή αποπληρωμής και αμφισβήτηση του δημοσίου χρέους. Κι αυτό πρέπει να το κάνουν, όχι σε προεκλογική περίοδο για λόγους εκλογικής επιβίωσης, αλλά ΤΩΡΑ, πριν σαρωθούν και οι τελευταίες οι ασφαλιστικές, κοινωνικές, δημοκρατικές και εργασιακές κατακτήσεις του εργατικού και λαϊκού κινήματος εδώ και 150 χρόνια.
Αυτός είναι και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος, για δώσουν μία νικηφόρα πολιτική προοπτική και ως εκ τούτου νέα ώθηση και έμπνευση σε ενωτικούς αγώνες των συνταξιούχων, των εργαζομένων και γενικότερα στους λαϊκούς αγώνες για την απόκρουση των νέων προωθούμενων μνημονιακών μέτρων εργασιακής – ασφαλιστικής κατεδάφισης και φορολεηλασίας του λαού και για την αντιμνημονιακή ανατροπή.
Αθήνα 21/02/2017